Τα ανίσχυρα μάγια
Μια χήρα που λεγόταν Ζωή είχε δυο γιους, τον Δημήτρη και τον Αρσένιο. Ο Αρσένιος έπαθε ένα φοβερό νόσημα. Του πρήσθηκε το πρόσωπο και είχε αφόρητους πόνους. Η χήρα υπέφερε και θρηνούσε. Τότε είπε ο Δημήτριος:
-Εάν δεν πάμε στον Όλυμπο, εκεί που ασκητεύει ο αββάς Διονύσιος, ο αδελφός μου δεν πρόκειται να θεραπευθή.
-Πηγαίνετε, αποκρίθηκε πρόθυμα η μητέρα.
Έφεραν λοιπόν τον νέο στον άγιο. Εκείνος τον δέχθηκε με πολλή αγάπη. Αφού προσευχήθηκε θερμά, τον άλειψε με άγιο έλαιο στο πρόσωπο και σε λίγες μέρες τον θεράπευσε.
Μετά την θεραπεία του ο Αρσένιος θέλησε να μείνη ένα διάστημα στο μοναστήρι. Βλέποντας εκεί την αγγελική ζωή των αδελφών, επιθύμησε να γίνη κι αυτός μοναχός. Αφού λοιπόν συμβουλεύθηκε τον αδελφό του Δημήτριο, ρασοφόρησε.
Όταν η μητέρα τους πληροφορήθηκε την απόφασι του Αρσενίου, πήγε να πεθάνη από την λύπη της. Κάποια γυναίκα τότε μπήκε στην μέση και την παρώτρυνε να καταφύγη σε μια μάγισσα. Η μάγισσα προσπάθησε να στείλη πονηρά πνεύματα στο μοναστήρι του οσίου Διονυσίου, για να εξαναγκάσουν τον Αρσένιο να φύγη από κει. Αλλά ο διάβολος δεν μπορούσε να πλησιάση το μοναστήρι. Η θεία δύναμις που κατοικούσε στον ιερό χώρο του και στην ψυχή του αγίου, τον εμπόδισε. Παρουσιάζεται λοιπόν στην μητέρα, την αρπάζει από τον λαιμό και της φωνάζει:
-Γιατί μ’ έστειλες σ’ αυτόν τον ασκητή; Δεν ξέρεις ότι εγώ δεν μπορώ να τον πλησιάσω; Τώρα θα σου δώσω την ανταμοιβή σου.
Και άρχισε να την δέρνη αλύπητα.
Εκείνη έβγαλε κραυγές τρόμου και οδύνης. Μαζεύτηκαν οι γείτονες και ρωτούσαν τί συμβαίνει. Η μητέρα, μόλις ελευθερώθηκε από τον διάβολο, αναγκάσθηκε να ομολογήση την αλήθεια. Έστειλε αμέσως και προσκάλεσε τον άγιο να προσευχηθή γι’ αυτήν και να την συγχωρήση.
Ο όσιος Διονύσιος ήρθε στο σπίτι της. Γεμάτος αγάπη, την συγχώρησε, προσευχήθηκε θερμά γι’ αυτήν και την θεράπευσε από τα δαιμονικά τραύματα.
Το θαύμα αυτό ακολούθησε και άλλο μεγαλύτερο. Η μητέρα τόσο πολύ εκτίμησε και αγάπησε το αγγελικό σχήμα, που απεφάσισε να γίνη κι αυτή μοναχή! Το ίδιο και ο μεγαλύτερος γιος της Δημήτριος.
( Ο όσιος του Ολύμπου)
( Χαρίσματα και Χαρισματούχοι, Ι. Μονή Παρακλήτου, τόμος Α΄, σελ.212-214)