2,9 «ότι εν αυτώ κατοικεί παν το πλήρωμα της Θεότητος σωματικώς»
Όχι ο άνθρωπος, αλλά ο Θεάνθρωπος είναι η λύση όλων των ανθρώπινων προβλημάτων και η ενσάρκωση όλων των ανθρώπινων ευαγγελιών. Ευαγγελίες, οι οποίες αρχίζουν στον κόσμο αυτό, για να ανθίσουν και να διατηρηθούν αιώνια, σε «κείνο τον κόσμο».
Ο Θεός Λόγος «καθιστάμενος» άνθρωπος, το «παν» του ανθρώπου, το μετέτρεψε σε αιώνια ευαγγελία.
Ποια ανεκλάλητη ευαγγελία, το να είσαι άνθρωπος, από τότε που ο Θεός Λόγος έγινε άνθρωπος!
Ποια ανεκλάλητη ευαγγελία, το να έχεις ανθρώπινη ψυχή, από τότε που η ανθρώπινη ψυχή «κατέστη» ψυχή του Θεανθρώπου Χριστού!
Ποια θαυμαστή ευαγγελία, το να ζεις την ανθρώπινη ζωή, από τότε που ο ενσαρκωμένος Θεός Λόγος, έζησε σαν άνθρωπος στον κόσμο αυτό!
Σε Αυτόν, κάθε τι το ανθρώπινο, ο Θεός το «ευλόγησε εν πάση ευλογία πνευματική» (Εφ. 1,3) και το «παν» πλέον «άνθισε» με την ένθεη αθανασία.
Γιατί, «εν αυτώ κατοικεί παν το πλήρωμα της Θεότητος σωματικώς» (2,9). Παν το πλήρωμα της Θεϊκής αλήθειας, παν το πλήρωμα της Θεϊκής δικαιοσύνης, παν το πλήρωμα της Θεϊκής ζωής, παν το πλήρωμα της Θεϊκής αιωνιότητας, παν το πλήρωμα όλων των ένθεων τελειοτήτων! Με μια λέξη, παν το πλήρωμα της Δεύτερης Υπόστασης της Παναγίας Τριάδος. Και αυτό ζει - telesno - σωματικά. «O ην απ’ αρχής, ο ακηκόαμεν, ο εωράκαμεν τοις οφθαλμοίς ημών, ο εθεασάμεθα και αι χείρες ημών εφηλάφησαν, περί του Λόγου της ζωής» (Α΄ Ιω. 1,1).
Να, ο Άπειρος στο πεπερασμένο, ο Αιώνιος στο χρονικό, ο Θεός στον άνθρωπο!
«Αν και ενσαρκώνεται άπας ο Θεός Λόγος, είναι άπας μετά του Πατρός! εν τω σώματι περιορισμένος, δια της Θεότητος Απεριόριστος, Άπειρος, χωρίς σύνορα» (Οικουμένιος).
Κάθε τι το Θεϊκό, το οποίο επεθύμησαν οι άνθρωποι, τους δόθηκε «εν Κυρίω Ιησού Χριστώ» και μάλιστα τους δόθηκε σωματικά, εμπειρικά, πραγματικά.
Κάθε τι το αιώνιο, που επεθύμησαν να δουν οι άνθρωποι, το είδαν στο πρόσωπο του Κυρίου Ιησού Χριστού ενσαρκωμένο, «πραγματοποιημένο σωματικά».
Με Αυτόν και «εν Αυτώ», εμείς πραγματικά έχουμε, βλέπουμε και εμπειρικά γνωρίζουμε, το Θεϊκά Απεριόριστο και Αιώνιο, σε όλες του τις τελειότητες.
Γιατί στον Θεάνθρωπο Χριστό, δεν υπάρχει τίποτε το αφηρημένο: «εν Αυτώ» όλος ο Θεός είναι σωματικά παρών στον κόσμο μας, σωματικά δοσμένος και γνωστός.
Γι’ αυτό, η Θεανθρώπινη φιλοσοφία, η φιλοσοφία «κατά Χριστόν», είναι η μοναδική, η πραγματική, η ρεαλιστική και εμπειρική, η πειραματική και πραγματικά «διαβιούμενη» φιλοσοφία.
«Δια του Χριστού», κάθε τι το «ένθεο» και «αιώνιο», κατέστη «ανθρωπίνως» πραγματικό, εμπειρικό, προσιτό στον άνθρωπο και «βιούμενο» απ’ αυτόν.
Όλο το πλήρωμα της Θεότητος ζει σωματικά στο σώμα του Χριστού, την Eκκλησία. Και οι χριστιανοί ζώντας στην Εκκλησία, ζουν στο πλήρωμα της Θεϊκής ζωής και ό,τι είναι του Χριστού, το διαβιώνουν σαν δικό τους.[…]
(Προς Κολασσαείς Επιστολή Αποστόλου Παύλου, Αγ. Ιουστίνου Πόποβιτς, σ. 82-84)