109. Τί είναι το πρωτείο του Πάπα;
Είναι αίρεση της Ρωμαϊκής Εκκλησίας αναφερόμενη στο διοικητικό σύστημα της Εκκλησίας. Ενώ κατά την ορθόδοξη διδασκαλία όλοι οι Επίσκοποι είναι ίσοι μεταξύ τους, την δε ανώτατη αρχή και εξουσία συγκεντρώνει το σύνολο των επισκόπων της, οι οποίοι είναι ο νόμιμος και αλάθητος φορέας της εξουσίας αυτής, στη Ρωμαϊκή Εκκλησία φορέας όλων των εξουσιών είναι ο επίσκοπος Ρώμης. Ο Πάπας κατέχει την πλήρη και ύψιστη δύναμη δικαιοδοσίας σ’ ολόκληρη την Εκκλησία, όχι απλώς σε ζητήματα πίστεως και ήθους, αλλά και στην πειθαρχία και τη διοίκηση της Εκκλησίας (δόγμα de fide). Την πίστη τους αυτή στηρίζουν στο ότι ο Πάπας είναι διάδοχος του απ. Πέτρου στον επισκοπικό θρόνο της Ρώμης, σ’ αυτόν δε μεταβιβάζει εκείνος όλες τις προνομίες που είχε από το Διδάσκαλο. Τω όντι πιστεύουν ότι ο Χριστός κατέστησε τον Πέτρο πρώτο μεταξύ των άλλων Αποστόλων και ορατή κεφαλή της όλης Εκκλησίας, παραχωρήσας σ’ αυτόν άμεσα και προσωπικά (στο πρόσωπό του) το πρωτείο δικαιοδοσίας πάνω σε όλη την Εκκλησία (De fide). Το πρωτείο αυτό του επισκόπου Ρώμης, στη διατύπωση του οποίου ωθείτο η Ρωμαϊκή Εκκλησία από το εξουσιαστικό και απολυταρχικό πνεύματα της, στην αρχή εκδιπλωνόταν επί της κοσμικής εξουσίας, βραδύτερα όμως και ιδίως από τον Θ’ αιώνα άρχισε να στοχεύει εμφανέστερα και την πνευματική επί της Εκκλησίας κυριαρχία.
Τα δόγματα όμως αυτά των Παπικών κάθε άλλο παρά σωστά είναι. Το χωρίο Ματθ. 16,18: «Συ, εί Πέτρος, και επί ταύτη τη πέτρα οικοδομήσω μου την εκκλησίαν» στο οποίο στηρίζονται κυρίως οι παπικές αξιώσεις, δεν σημαίνει ό,τι συνήθως αντιλαμβάνονται οι Ρωμαιοκαθολικοί. Η λέξη πέτρα με οποιαδήποτε έννοια κι αν νοηθεί, είτε σημαίνουσα τον Πέτρο σαν βράχο της πίστεως είτε -το κυριότερο- την ομολογία πίστεως του μαθητή, σε καμιά περίπτωση δεν μπορεί να σημαίνει ότι η Εκκλησία του Χριστού θα κτιζόταν επί μόνου του Αποστόλου Πέτρου. Και η εξουσία του «δεσμείν και λύειν αμαρτίας», που χορηγείται στη συνέχεια του χωρίου στον Πέτρο (Ματθ. 16,19: «Και δώσω σοι τας κλείς της βασιλείας των ουρανών, και ο εάν δήσης επί της γης, εσται δεδεμένον εν τοις ούρανοίς...») χορηγείται επίσης από τον Κύριο και στους άλλους μαθητές: Αν τινων άφήτε τας αμαρτίας, άφίενται αύτοίς, αν τινων κρατήτε, κεκράτηνται», όπως και η εποικοδόμηση της Εκκλησίας πάνω στον Πέτρο σαν σε λίθο μερικότερο (Ακρογωνιαίος είναι ο Χριστός: Α' Κορ. 3,11), δεν αποκλείει του προνομίου αυτού και τους άλλους μαθητές: «Ούκέτι εστέ ξένοι και πάροικοι, αλλά συμπολίται των αγίων και οικείοι του Θεού, εποικοδομηθέντες επί τω θεμελίω των αποστόλων και προφητών, όντος ακρογωνιαίου αυτού Ιησού Χριστού» (Έφεσ. 2,19-20).
Όπως όμως μαρτυρούν οι Πράξεις των Αποστόλων και οι άλλες επιστολές, ο Πέτρος δεν είχε λάβει από τον Κύριο καμιά υπεροχή έναντι των άλλων Αποστόλων. Αλλά και αν συνέβαινε κάτι τέτοιο, ουδέποτε το προνόμιό αυτό θα μεταβιβαζόταν στον επίσκοπο Ρώμης ως διάδοχο του Πέτρου, απλούστατα γιατί ο Πέτρος μαρτύρησε μεν Ρώμη, ποτέ όμως δεν εχρημάτισε πρώτος επίσκοπος αυτής. Και βέβαια είχε πρεσβεία ο Ρώμης στην αρχαία Εκκλησία, αυτά όμως δεν ήταν πρεσβεία εξουσίας και εκκλησιαστικής δικαιοδοσίας, αλλ΄ απλά πρεσβεία τιμής, επειδή ήταν επίσκοπος της Ρώμης, της λαμπράς και δοξασμένης πρωτεύουσας της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, της μητέρας των Αγίων και των μαρτύρων.
Εάν πάλι ο επίσκοπος Ρώμης είχε jure divino την εξουσία του επί της Εκκλησίας ως διάδοχος δήθεν του Πέτρου στον επισκοπικό θρόνο της Ρώμης, τότε και άλλοι επίσκοποι κατασταθέντες από τον Πέτρο (μάλιστα ο Αντιόχειας) έπρεπε με το αυτό σκεπτικό να ήταν μέτοχοι σε ίση μοίρα στην υποτιθέμενη εξουσία και τα πρωτεία του πάπα Ρώμης. Τέλος, αν οι Πάπες, εκχριστιανίζοντες τα βάρβαρα φύλα της Δυτικής Ευρώπης είχαν όντως εξουσία επ’ αυτών και παράλληλα ηύξαναν την κοσμική επιρροή τους δια των σχέσεων που είχαν με τους ηγεμόνες της Ευρώπης, η Ανατολική Εκκλησία έμενε πάντοτε ελεύθερη και ανεξάρτητη από τη Ρώμη, αποκρούουσα πάντοτε τις φίλαρχες αξιώσεις των Παπών.
(Ανδρέου Θεοδώρου «Απαντήσεις σε ερωτήματα συμβολικά», εκδόσεις Αποστολική Διακονία, σελ. 154-156)