110. Τι είναι το παπικό αλάθητο;
Είναι και αυτό παπική αίρεση συνημμένη με το πρωτείο, το οποίο θέλει να κατοχυρώσει δογματικά. Ο Πάπας δεν είναι απλά πρώτος στην Εκκλησία αλλά και αλάθητος, μη δεχόμενος κοντά του άλλες εκκλησιαστικές αυθεντίες και εξουσίες. Η σύνοδος του Βατικανού ορίζει: «Όταν ο επίσκοπος Ρώμης αποφαίνεται από καθέδρας (ex cathedra), δηλαδή όταν ασκώντας το έργο του σαν ποιμένας και διδάσκαλος όλων των χριστιανών, ορίζει με την ύψιστη αποστολική του αυθεντία κάποια διδασκαλία περί πίστεως ή πράξεως που πρέπει να γίνη αποδεκτή από την Εκκλησία, βάσει της θείας βοήθειας που του δόθηκε σαν υπόσχεση στο πρόσωπο του μακαρίου Πέτρου, έχει το αλάθητο με το οποίο ο θείος λυτρωτής θέλησε να είναι εφοδιασμένη η Εκκλησία του στον καθορισμό κάποιας διδασκαλίας περί πίστεως ή πράξεως. Δια τούτο όλες οι οριστικές αποφάσεις των Ρωμαίων επισκόπων είναι από μόνες τους αλάθητες και όχι από τη συναίνεση της Εκκλησίας».
Βεβαίως το αλάθητο του Πάπα δεν είναι δύναμη απεριόριστη και ανεξέλεγκτη. Η σύνοδος θέτει περιορισμούς. Ο Πάπας δεν είναι αλάθητος όταν αποφαίνεται ως ιδιώτης, αλλ΄ όταν αποφαίνεται επίσημα από καθέδρας, δηλαδή σαν εκπρόσωπος όλης της Εκκλησίας. Ο περιορισμός αυτός εφευρέθηκε για να καλύψει το φαινόμενο πλάνης Παπών στην εκκλησιαστική ιστορία (Λιβέριος, Ονώριος). Οι διακρίσεις όμως αυτές, άλλοτε να είναι αλάθητος ο Πάπας και άλλοτε όχι, δεν έχουν μεγάλη σημασία. Σημασία έχει ότι ο Πάπας σφετερίσθηκε στο πρόσωπό του την αλάθητη φωνή με την οποία ο Σωτήρας εφοδίασε την Εκκλησία του. Η συμπύκνωση του αλαθήτου σε μία μόνο ανθρώπινη κεφαλή φορτισμένη με πολλή εγωπάθεια και αλαζονεία, καθιστά —κυρίως στις ημέρες μας— το δόγμα αυτό του Παπισμού πολύ αποκρουστικό και απαράδεκτο.
Τέλος πολύ προβληματική είναι η σχέση του αλαθήτου του Πάπα με το αλάθητο των οικουμενικών συνόδων, το οποίο αποδέχεται η Ρωμαϊκή Εκκλησία. Ή θα έχουμε δυο παράλληλα αλάθητα, ή για το αλάθητο των οικουμενικών συνόδων (που είναι πολλές στη Ρωμαϊκή Εκκλησία) απαιτείται και η συναίνεση του Πάπα, οπότε δεν εννοούμε τη φύση του αλαθήτου των συνόδων που τελικά μεταβάλλονται σε απλό διάκοσμο της Ρωμαϊκής έδρας.
(Ανδρέου Θεοδώρου «Απαντήσεις σε ερωτήματα συμβολικά», εκδόσεις Αποστολική Διακονία, σελ. 156-157)