113. Τί είναι η περί ιδανικής Εκκλησίας θεωρία;
Είναι άλλη έκδοση της περί κλάδων θεωρίας, αποβλέπουσα στους αυτούς και εκείνη σκοπούς. Κατά τη θεωρία αυτή που εμπνέεται από τις περί ιδανικού και των επί μέρους μορφών του αντιλήψεις της φιλοσοφίας του Εγέλου, η αληθινή Εκκλησία είναι κάτι ιδανικό και ανέφικτο, καμία δε μερική Εκκλησία δεν αντιστοιχεί προς την ιδέα της πραγματικής Εκκλησίας, προς ό,τι δηλαδή έπρεπε να είναι η Εκκλησία. Απόδειξη τούτου είναι η ιστορική κατάσταση των Εκκλησιών, στις οποίες υπάρχει τόση αμαρτία, κακότητα και αταξία. Επειδή η ιδέα εκφράζεται στους επί μέρους τύπους και τις μορφές της, έτσι και η ιδέα της αληθινής εκκλησίας πληρούται στις κατά τόπους Εκκλησίες, κάθε μία από τις οποίες κατέχει τμήμα μεγαλύτερο η μικρότερο αυτής. Όλες δε μαζί, παρά τις αντιθέσεις μεταξύ τους και τις αδυναμίες τους, προώρισται να πορεύονται η μία κοντά στην άλλη τελειοποιούμενες με την πάροδο του χρόνου, ώστε κάποτε να απομάξουν τον τύπο της τέλειας Εκκλησίας.
Με τη θεωρία αυτή, όπως και με τη θεωρία των κλάδων, ικανοποιούνται οι εκκλησιολογικές ανάγκες του Προτεσταντισμού. Αφού οι επί μέρους Εκκλησίες ως ατελείς μορφές της ιδανικής Εκκλησίας είναι ουχ ήττον νόμιμες και ισότιμες μορφές αυτής, μέρη αγιασμού και σωτηρίας πάροχα, το ίδιο συμβαίνει και με τις Εκκλησίες των Διαμαρτυρομένων, άσχετα αν η Διαμαρτύρηση με το κίνημά της της ΙΣΤ’ εκατονταετηρίδος έκοψε τους δεσμούς της με την όρατη Εκκλησία της Δύσεως.
Περιττό να τονίσουμε ότι από ορθόδοξη άποψη τέτοια εκκλησιολογικά κατασκευάσματα είναι εντελώς κατακριτέα και απαράδεκτα, φοβερά δε επικίνδυνα για την καθαρότητα της Ορθοδοξίας μας.
(Ανδρέου Θεοδώρου «Απαντήσεις σε ερωτήματα συμβολικά», εκδόσεις Αποστολική Διακονία, σελ. 160-161)