Ταπεινοφροσύνη στα λόγια, Περιαυτολογία & Καυχησιολογία
«Νόμιζε τον εαυτό σου πάντοτε ότι δεν γνωρίζει τίποτα για να αποφύγεις την μορφή που επέρχεται από την υποψία ότι θέλεις να διαμορφώσεις την γνώμη του άλλου. Ευλόγει επιμόνως πάντοτε με το στόμα και δεν θα λοιδορηθείς˙ διότι η λοιδορία γεννά λοιδορία και η ευλογία ευλογία. Νόμιζε ότι για κάθε πράγμα χρειάζεσαι διδαχή, και θα ευρεθείς σε όλη την ζωή σου σοφός. Μη παραδώσεις σε κανέναν ότι δεν παρέλαβες ακόμη, για να μην καταισχυνθείς ο ίδιος και από την σύγκριση της διαγωγής σου αποκαλυφθεί το ψεύδος σου.
Αν ειπείς σε κάποιον κάτι από τα χρειαζούμενα, να ομιλήσεις σαν μαθητής και όχι σαν αυθέντης νε αναίδεια. Να κατακρίνεις τον εαυτό σου από πριν και να δηλώσεις ότι είσαι κατώτερός του, για να δείξεις στους ακούοντας την αξία της ταπεινώσεως, να τους παρακινήσεις ν’ ακούσουν τα λόγια σου και να τρέξουν προς την εφαρμογή, κι’ έτσι θα γίνεις αξιότιμος εμπρός στα μάτια τους. Ό, τι μπορείς σε τέτοια πράγματα, είπε το με δάκρυα, για να ωφελήσεις και τον εαυτό σου και τους ακροατές σου». (άγιος Ισαάκ ο Σύρος, εκδ. ΕΠΕ τομ. Α σελ 363-5 )
Οὐ γὰρ ὁ ἑαυτὸν συνιστῶν, ἐκεῖνός ἐστι δόκιμος, ἀλλ᾿ ὃν ὁ Κύριος συνίστησιν. (Διότι ενάρετος και ευάρεστος στον Θεόν δεν είναι εκείνος ο οποίος αυτοσυσταίνεται και αυτοεγκωμιάζεται, αλλ' εκείνος τον οποίον συσταίνει και εγκωμιάζει ο Θεός). Β΄ Κορινθίους. 10,18
«Ενας πολυάσχολος άνθρωπος του καιρού μας, αποφάσισε να επισκεφτεί έναν άγιο ερημίτη. Ηθελε να ηρεμήσει λίγο από το άγχος που τον βασάνιζε και να ζητήσει τις συμβουλές του γέροντα. Τον συνάντησε σε μία φτωχική καλύβα. – Ευλογείτε, είπε χαιρετώντας τον ερημίτη. Ξέρετε έκανα πολύ δρόμο για να έλθω εδώ…
- Κάθισε, τον διέκοψε ο γέροντας. Ασε με να σου βάλω λίγο τσάι.
- Εχω περάσει πολλά χρόνια σπουδάζοντας σε πανεπιστήμια του εξωτερικού… άρχισε να αυτοσυστήνεται ο επισκέπτης. - Ας πιούμε πρώτα λίγο τσάι, επέμεινε ο γέροντας. – Τώρα διευθύνω μία μεγάλη επιχείρηση…, συνέχισε να περιαυτολογεί ο ξένος. – Πιστεύω ότι το τσάι θα σας αρέσει πολύ, είπε ο ερημίτης συνεχίζοντας να γεμίζει την κούπα του επισκέπτη του. – Μα εσείς την ξεχειλίσατε πάτερ, το τσάι χύνεται από έξω! παρατήρησε ενοχλημένος ο ξένος. – Και εσύ μοιάζεις με αυτήν την ξεχειλισμένη κούπα! απάντησε τότε ο σοφός γέροντας. Αν δεν αδειάσεις ευλογημένε, έστω λίγα από αυτά που κουβαλάς, πώς θα αφήσεις να στάξει μέσα σου κάτι από τα λίγα πράγματα που ξέρω…» (Μηνύματα από τη Λυχνία Γ, αρχ. Βαρνάβα Λαμπρόπουλου, σελ. 26-27)
«Ένας αθλητής του πεντάθλου που οι συμπολίτες του τον κορόιδευαν για την ανικανότητά του, κάποτε ξενιτεύτηκε. Όταν μετά από καιρό ξαναγύρισε στον τόπο του, καυχιόταν ότι πολλά ήταν τα ανδραγαθήματά του και σε άλλες πόλεις, στη Ρόδο, όμως έκανε τέτοιο άλμα που κανένας Ολυμπιονίκης δεν θα μπορούσε να το φτάσει. Και έλεγε ότι επικαλείται ως μάρτυρες γι’ αυτό όσους τύχει να παρευρεθούν, αν καμιά φορά περάσουν από τον τόπο τους. Τότε κάποιος από τους παρευρισκόμενους πήρε το λόγο και του είπε:
«Φίλε μου, αν αυτό είναι αλήθεια, δεν σου χρειάζονται μάρτυρες. Ιδού η Ρόδος, ιδού και το πήδημα». Η φράση «ιδού η Ρόδος, ιδού και το πήδημα» έμεινε παροιμιώδης και λέγεται σε περιπτώσεις που τα λόγια είναι περιττά, εκεί που κάτι μπορεί να αποδειχθεί αμέσως με τα έργα. (Σταλαγμοί αρχαίας σοφίας, Αγγελικής Ζαχαριά, σελ 29 )
«Ποτέ μην καυχηθείς με τη γλώσσα σου για τα έργα σου, για να μην καταντροπιαστείς. Διότι σε ό,τι πράγμα καυχάται ο άνθρωπος, σε αυτό επιτρέπει ο Θεός να αλλοιωθεί, για να ταπεινωθεί και να μάθει την ταπείνωση» (όσιος Ισαάκ ο Σύρος, εκδ. ΕΠΕ τόμ. Α σελ 149-151)
«Θέλετε να σας έχουν σε υψηλή εκτίμηση; Μη μιλάτε για την αξία σας» (Μπλέζ Πασκάλ)
«Μην πείθεσαι στον λιχνιστή δαίμονα, ο οποίος σου υπαγορεύει να προβάλλεις τις αρετές σου προς ωφέλειαν δήθεν εκείνων που σε ακούν˙ γιατί λέγει˙ «ποία ωφέλεια θα έχει ο άνθρωπος, εάν κερδίσει όλον τον κόσμο ή ωφελήσει αυτόν, αλλά βλάψει τον εαυτό του;». Τίποτα δεν μπορεί να οικοδομήσει εκείνους που μας βλέπουν τόσο, όσο η ταπεινή και ειλικρινής συμπεριφορά και ο λόγος ο απροσποίητος. Γιατί γίνεται και στους άλλους παράδειγμα να μη υπερηφανεύονται, πράγμα από το οποίο τι άλλο θα μπορούσε να υπάρξει περισσότερο ωφέλιμο;» (Κλίμαξ, εκδ. ΕΠΕ σελ 345)
«Στις συναναστροφές σου να αποφεύγεις να υπενθυμίζεις με πολλά λόγια και χωρίς μέτρο μερικά από τα έργα σου και τους κινδύνους που έχεις περάσει. Γιατί, όσο είναι ευχάριστο σε σένα να υπενθυμίζεις τις περιπέτειές σου, άλλο τόσο δεν είναι ευχάριστο στους άλλους να ακούν αυτά που σου έχουν συμβεί». (Επίκτητος, Εγχειρίδιο, ΧΧΧΙΙΙ, 13)
«Ο Κλεάνθης έμεινε σιωπηλός και, όταν κάποιος του είπε: «Γιατί σωπαίνεις; Και, όμως, είναι ευχάριστο να συζητάς με τους φίλους σου», αυτός απάντησε: «Είναι πράγματι ευχάριστο. Αλλά όσο πιο ευχάριστο είναι, τόσο περισσότερο πρέπει να το παραχωρούμε στους φίλους». (Σταλαγμοί Αρχαίας Σοφίας, Αγγελική Ζαχαριά, σελ 363)
Επίκριση, έλεγχος & Ενθάρρυνση
«Ψυχολόγοι και γλωσσολόγοι λένε ότι πριν ακόμα ενηλικιωθούμε, είναι πιθανότατο πως έχουμε ακούσει αρνητικούς χαρακτηρισμούς του είδους «βλάκας», «ηλίθιος», «ενοχλητικός», «αποκρουστικός», «ανίκανος», και άλλα, περισσότερο από 15.000 φορές. Δεκαπέντε χιλιάδες εκφωνήσεις για τις ατέλειές μας σε μια περίοδο δεκαεπτά χρόνων, σίγουρα εισπράττουν το φόρο τους, ακόμα και από εκείνους που διατηρούν την πιο ισχυρή αυτοπεποίθηση και εμπιστοσύνη στον εαυτό τους.
Μήπως χρειάζεται ν’ απορούμε γιατί τόσοι και τόσοι άνθρωποι περνούν ολόκληρη τη ζωή τους μέσα σε μια κατάσταση συναισθημάτων κατωτερότητας; H γνώση ότι οι λέξεις δεν αποτελούν την πραγματικότητά μας, ότι δεν είμαστε τίποτε άλλο παρά ένα πολλαπλάσιο των ανικανοτήτων και των λαθών μας, ότι η εκτίμηση των άλλων για μας μπορεί να εκδηλώνει τη δική τους άγνοια, ίσως μας οδηγήσει σ’ ένα δρόμο για την ανάπτυξη μιας νέας, υγιέστερης και ρεαλιστικότερης εικόνας του εαυτού μας, από την οποία είναι σίγουρο πως η αγάπη θα αποκομίσει τα κέρδη της. (Γεννημένοι για την Αγάπη, Λέο Μπουσκάλα, σελ. 183)
«Ο Κλεόστρατος σε κάποιον, που του είπε «δεν ντρέπεσαι να μεθάς;», απάντησε: «Και εσύ δεν ντρέπεσαι να δίνεις συμβουλές σε μεθυσμένο;». (Αρχαία Ελληνικά Ανέκδοτα, Σωκράτη Γκίκα σελ. 17)
«Μια ζωγράφος από το Σιάλτ, η Μαρί, ζούσε με τους γονείς της, που για χρόνια εξασκούσαν αυτή τη στρατηγική:
Αν άπλωνα τη μπουγάδα, η μητέρα μου έλεγε ότι καιρός ήτανε επιτέλους ν’ αρχίσω να βοηθάω στο σπίτι. Αν έπαιρνα σε όλα τα μαθήματα Α και σε ένα Β, ο πατέρας μου ρωτούσε τι λάθος έκανα και πήρα Β. Μια φορά, όταν ήμουν μικρή, πραγματικά προσπάθησα να διατηρήσω τα παπούτσια μου σε καλή κατάσταση, και κράτησαν για έξι ολόκληρους μήνες. Όμως τι έκανε ο πατέρας μου όταν εγώ του τα έδειξα χαμογελαστή; Έβγαλε έξω ένα ζευγάρι και είπε ότι το είχε αγοράσει στο Κάνσας Σίτυ πριν από είκοσι χρόνια! Μετά από αυτό συνειδητοποίησα ότι δε θα τα ‘βγαζα ποτέ πέρα μαζί τους.
Αρκετές ψυχολογικές μελέτες δείχνουν ότι αυτή η «αρνητική στρατηγική» όχι μόνο πετυχαίνει σπάνια, αλλά ότι στην πραγματικότητα είναι συχνά καταστροφική». (Η τέχνη της επικοινωνίας, Άλαν Γκάρνερ, εκδ. Πατάκη σελ. 29)
«Αν συμβεί να βλέπει κάποιος τον αδελφό του να αμαρτάνει, δεν πρέπει ούτε περιφρονώντας τον να σιωπήσει και να τον αφήσει να χαθεί, ούτε πάλι να τον προσβάλλει και να τον καταλαλήσει, αλλά, να ειπεί στον δυνάμενο να τον διορθώσει με συμπάθεια και φόβο Θεού ή να του ομιλήσει ο ίδιος με αγάπη και ταπείνωση λέγοντας˙ συγχώρεσέ με, αδελφέ μου, ότι σαν απρόσεκτος που είμαι βλέπω ότι ίσως τούτο το πράγμα δεν το κάνουμε καλά˙ Και αν δεν τον ακούσει, να ειπεί σε άλλον που βλέπει ότι έχει την εμπιστοσύνη του ή να ειπεί στον επιστάτη του ή στον αββά, κατά την βαρύτητα του σφάλματος, και θα παύσει ν’ ασχολείται στο εξής. Αλλά όπως είπαμε, να ειπεί με σκοπό τη διόρθωση του αδελφού του και όχι για φλυαρία, μη καταλαλώντας, μη εξουθενώνοντας τον, μη θέλοντας κατά κάποιο τρόπο να τον εκθέσει, μη κατακρίνοντας τον, μη υποκρινόμενος ότι τάχα ενεργεί για τη διόρθωσή του, ενώ μέσα του έχει κάτι από αυτά που ανέφερα προ ολίγου. Πραγματικά, εάν κάποιος ομιλεί για τον συνάνθρωπό του στον αββά του και δεν το λέγει για διόρθωσή του η εξ αιτίας δικής του βλάβης, είναι αμαρτία˙ διότι είναι καταλαλιά. Πρέπει λοιπόν να ψηλαφήσει την καρδιά του, και αν ίδει ότι έχει κάποια εμπαθή κίνηση, να μη ειπεί τίποτε». (αββάς Δωρόθεος, εκδ. ΕΠΕ σελ 347-9)
«Ο Πέρσης φιλόσοφος Σααδί διηγούνταν πως όταν ήταν νέος, θερμόαιμος, έκανε παρατήρηση σε κάποιον ηλικιωμένο συγγενή του, για τον μαλακό και ήπιο χαρακτήρα του. Εκείνος τότε του αποκρίθηκε: «Παιδί μου, κάποτε είχα και εγώ δόντια, που ήταν σκληρά και δάγκωνα. Εκείνα μού έπεσαν με τον καιρό. Ενώ η γλώσσα μου, που ήταν μαλακή και ευκίνητη, όπως βλέπεις, μου έμεινε και δεν έπαθε τίποτα». Η επιείκεια και η πραότητα είναι ο δυνατός θώρακας της ψυχής» (Κων/νου Κούρκουλα, Στάχυα τόμ Β σελ. 25)
«Τα βατραχάκια αποφάσισαν να κάνουν μεταξύ τους αγώνα για το ποιο θα καταφέρει να φτάσει την κορυφή του πιο ψηλού βουνού. Όλα τα ζώα του δάσους μαζεύτηκαν να παρακολουθήσουν από περιέργεια αφού ήταν σίγουρα πως κανένας βάτραχος δεν θα άντεχε να σκαρφαλώσει στο βουνό. Ο αγώνας ξεκίνησε κι οι αμφιβολίες των θεατών γινόταν όλο και πιο έντονες. -Μπα δεν θα τα καταφέρουν. - Όπου να ‘ναι θα αρχίσουν να κουράζονται. Πράγματι μετά από λίγο ένα ένα τα βατραχάκια άρχισαν να εγκαταλείπουν. Ακόμη και τα λίγα που συνέχιζαν δέχοταν το χλευασμό από τα υπόλοιπα ζώα. Οι δυνάμεις τους τα είχαν προδώσει και στο τέλος μόνο έμεινε να αγωνίζεται και ως εκ θαύματος έφτασε στην κορυφή. Τα υπόλοιπα ζώα έκπληκτα έτρεξαν να το συγχαρούν και τότε μόνο κατάλαβαν πως ήταν κουφό...»
Καί να επαινώ καί να μην επαινώ. Όλα με διάκριση!
«Κανένας δεν γνωρίζει τα του ανθρώπου, παρά μόνο το πνεύμα του ανθρώπου που υπάρχει μέσα του (Α Κορ. 2,12). Ας ντραπούν λοιπόν και ας κλείσουν το στόμα τους όσοι συνηθίζουν να επαινούν τους άλλους κατά πρόσωπο» (Κλίμαξ ΕΠΕ, σελ. 341)
«Είπε ο γέρων Ποιμήν: «Ενας αδελφός ρώτησε τον αββά Παμβώ αν είναι καλό να επαινεί κάποιος τον πλησίον. Και του αποκρίθηκε: καλύτερα είναι να σιωπά» (Γεροντικό αββάς Ποιμήν μζ΄)
«Ανάγκασε τον εαυτό σου, όταν συναντήσεις τον πλησίον σου, να τον τιμήσεις επάνω από τα μέτρα του. Φίλησε τα χέρια και τα πόδια του και κράτησέ το πολλές φορές με πολλή τιμή και βάλε τα επάνω στα μάτια σου και επαίνεσέ τον για αρετές που δεν έχει. Όταν δε χωρισθείς από αυτόν, λέγει γι’ αυτόν ότι αγαθό και τίμιο υπάρχει. Διότι με αυτά και τα παρόμοια τον προσελκύεις στο αγαθό και τον αναγκάζεις να εντρέπεται από την προσφώνηση που του απηύθυνες, και σπείρεις σ’ αυτόν σπέρματα αρετής. Από την τέτοια τακτική, που συνηθίζεις τον εαυτό σου, τυπώνεται μέσα σου αγαθός τύπος και θ’ αποκτήσεις πολλήν ταπείνωση και χωρίς κόπο θα κατορθώσεις τα μεγάλα. Και όχι μόνο αυτό, αλλά και αν αυτός έχει κάποια ελαττώματα, τιμώμενος από σένα, δέχεται εύκολα την θεραπεία από σένα, εντρεπόμενος από την τιμή που του έκαμες». (όσιος Ισαάκ ο Σύρος, εκδ. ΕΠΕ τομ. Α σελ 179)
«Λέγεται για κάποια μοναχή, ότι εξομολογήθηκε στον Άγιο Σεραφείμ του Σάρωφ και του ομολόγησε ότι πάσχει από δυνατή οργή και νευρικό θυμό. Ανέμενε από τον άνθρωπο του Θεού μεγάλη επίπληξη και βαρύ κανόνα. Αλλά αντί επιπλήξεων και κανόνα τα αυτιά της χάιδεψαν οι παρακάτω στοργικές λέξεις του πνευματικού γέροντα:
«Μα τι λες αδελφή; Κοίταξε βαθιά μέσα σου, υπάρχει ένας υπέροχος ήσυχος χαρακτήρας, πραγματικά μαγευτικός, μετριόφρων και σεμνός!». Σαν απαλή βροχή που πέφτει στη διψασμένη γη, έπεσαν αυτές οι στοργικές λέξεις στην ψυχή της γυναίκας. Ντράπηκε πολύ για τον εαυτό της, αλλά ταυτόχρονα γέμισε αυτοπεποίθηση.
Δηλαδή εδώ έχουμε τις δύο σημαντικότερες συνθήκες για την επαναφορά! Αυτό το παράδειγμα μας δείχνει πως μπορούμε να πετύχουμε να ανυψώσουμε τους ανθρώπους με λόγο στοργικό και ευχάριστο, βοηθώντας τους παράλληλα να ανυψωθούν και ως προς τα έργα τους. Όταν μπορούμε να αφυπνίσουμε τον άνθρωπο που κοιμάται με χάδι, γιατί να τον χτυπήσουμε με μαστίγιο;
Εσύ τώρα μπορείς να μου πεις: μα ο Άγιος Σεραφείμ δεν είπε την αλήθεια σε εκείνη τη γυναίκα κατάματα, ενώ εγώ λέω στον καθένα την αλήθεια κατά πρόσωπο! Ο Άγιος Σεραφείμ είπε την αλήθεια, αλλά την αλήθεια εκείνη, που δεν έφερε τη γυναίκα στο σημείο εκείνο να εκφραστεί με θυμό και οργή. Αφού η γυναίκα μερικές φορές παραδιδόταν στον θυμό, αλλά το μεγαλύτερο διάστημα της ζωής της ήταν εντελώς ήσυχη και σεμνή. Και ο Άγιος Θεός ως άριστος παιδαγωγός και γιατρός, ανύψωσε εκείνο που είναι καλό μέσα στην ψυχή της, αποσιωπώντας εκείνο που είναι κακό. Αφού τι νόημα θα είχε να μιλήσει περί του κακού για το οποίο ήδη η ίδια η γυναίκα είχε μιλήσει;
Εσύ όμως, έχεις εντελώς αντίθετη μέθοδο, εσύ λες κατά πρόσωπο ότι κακό έχει η ηθική αρρώστια κάποιου ανθρώπου! Και αυτό τονισμένο αυστηρά και κακοπροαίρετα. Παράλληλα, εκείνο που είναι καλό σε κάποιον αμαρτωλό να αποσιωπάς. Αυτή είναι η ειδοποιός διαφορά ανάμεσα σ’ εσένα και σ’ εκείνον του οποίου το όνομα μπήκε στον Συναξαριστή». (Αγ. Νικολάου Βελιμίροβιτς, Δε φτάνει μόνο η πίστη, εκδ. Εν πλω σελ 239-240)
Να επιλέγω ήπια λόγια
«Συμβούλευε ο γέροντας να διαλεγουμε ήπια λόγια, για να πούμε κατι σε κάποιον, ώστε να μην υπάρχει το στοιχείο της αντιπαλότητας. Κι έφερνε το εξής παράδειγμα: «Αν χρειαστεί να πείτε σε κάποιον ότι ψεύδεται, μην του πείτε ότι λέει ψέμματα, διότι είναι φυσικό να πληγωθεί και να αντιδράσει. Πέστε του ότι δεν τα λεει με ακρίβεια». (Γέροντος Πορφυρίου Ανθολόγιο Συμβουλών σελ. 53)
Nα μάθω να ακούω…
«Όταν μιλάμε σπέρνουμε κι όταν ακούμε θερίζουμε» (αββάς Ησύχιος)
«Ο Ζήνωνας είπε σε κάποιον που ήθελε πιο πολύ να μιλάει παρά να ακούει: «Νεαρέ μου, η φύση μάς έδωσε μια γλώσσα και δύο αφτιά, για να ακούμε διπλάσια από όσα λέμε» (Ζηνων,Ανθ. Στοβ. ΛΣΤ 19 στο Σταλαγμοί αρχαίας σοφίας, Αγγελικής Ζαχαριά, σελ 112)
«Μη διακόψεις τον λόγο αυτού που μιλά και μην αντιμιλήσεις ως απαίδευτος, αλλά να είσαι ψύχραιμος ως σοφός» (Ισαάκ ο Σύρος, εκδ. ΕΠΕ τόμ Α σελ. 187)
«Εκείνος που θέλει να επιβάλλει τη γνώμη του κατά τη συζήτηση, έστω κι αν είναι σωστά αυτά που λέγεις, ας γνωρίζει ότι πάσχει από την ασθένεια του διαβόλου (την αλαζονεία)˙ και αν βέβαια το κάνει αυτό κατά τη συζήτηση με ίσους του, ίσως μπορέσει κάποτε να θεραπευθεί με την επίπληξη των ανωτέρων του˙ αν όμως συμπεριφέρεται έτσι και προς τους ανωτέρους του ή και σοφότερους από αυτόν, αυτό είναι αθεράπευτο εκ’ μέρους των ανθρώπων.
Εκείνος που δεν υποχωρεί στα λόγια, είναι φανερό ότι δεν υποχωρεί ούτε στα έργα˙ γιατί λέγει˙ «εκείνος που είναι αναξιόπιστος στα λίγα, είναι αναξιόπιστος και στα πολλά» και ασταθής, κοπιάζοντας άσκοπα, και μη αποκομίζοντας καμιά ωφέλεια από την ιερή υποταγή, παρά μόνο κατάκριση για τον εαυτό του.
Εκείνος που κολακεύει είναι υπηρέτης των δαιμόνων, καθοδηγητής προς την υπερηφάνεια, εξολοθρευτής της κατανύξεως, καταστροφέας των καλών, παραπλανητής από τον ορθό δρόμο˙ γιατί λέγει˙ «εκείνοι που σας μακαρίζουν κολακευτικά, σας παραπλανούν». (Κλίμαξ, εκδ ΕΠΕ σελ 117 κ 339)