Η επέμβαση του Προδρόμου
Στο κοινόβιο του Πενθουκλά, κοντά στον Ιορδάνη, ασκήτευε ο όσιος Κόνων. Για τη μεγάλη του αρετή, του ανέθεσαν να βαπτίζη στον ποταμό όσους ήθελαν να γίνουν χριστιανοί. Έχριε λοιπόν με το άγιο λάδι και μετά βάπτιζε στον ποταμό όσους έρχονταν. Κάθε φορά όμως που έχριε γυναίκα, σκανδαλιζόταν και ήθελε γι’ αυτό να εγκαταλείψη το διακόνημά του και να φύγη από το κοινόβιο. Αλλά και κάθε φορά που ξεκινούσε να φύγη, του παρουσιαζόταν ο Τίμιος Πρόδρομος και του έλεγε:
-Κάνε υπομονή και θα σου ελαφρύνω τον σαρκικό πόλεμο.
Δεν έβρισκε όμως καμμιά ανακούφιση.
Κάποτε ήρθε μια εξαιρετικά όμορφη περσίδα. Ο όσιος απέφυγε να τη βαπτίση. Επειδή καθυστέρησε έτσι δύο ημέρες, τον κατήγγειλαν στον αρχιεπίσκοπο Ιεροσολύμων Πέτρο. Ο αρχιεπίσκοπος, αφού σκέφτηκε αρκετά, έδωσε την εξής λύση: Θα διόριζε μια διακόνισσα που θα έχριε τις γυναίκες και θα βοηθούσε τον όσιο στη βάπτισή τους.
Στη λύση όμως αυτή αντέδρασαν οι μοναχοί του κοινοβίου. Δεν ήθελαν να κατοική κοντά τους μια γυναίκα, έστω και διακόνισσα. Βλέποντάς το αυτό ο όσιος Κόνων, φόρεσε το πανωφόρι του και ξεκίνησε να φύγη.
Μόλις λοιπόν πήρε τα βουνά, του εμφανίζεται ο Τίμιος Πρόδρομος και του λέει:
-Γύρισε στο μοναστήρι σου και θα σου ελαφρύνω τον πόλεμο.
Ο όσιος τότε του απαντά με κάποια αγανάκτηση:
-Δεν σ’ ακούω πλέον! Πολλές φορές στο παρελθόν μου υποσχέθηκες ότι θα με βοηθήσης και τίποτε δεν έκανες.
Ο Βαπτιστής του Χριστού τον πλησίασε, τον σφράγισε τρεις φορές με το σημείο του Σταυρού και του είπε:
-Δεν σε βοήθησα μέχρι τώρα, γιατί ήθελα να έχης μισθό με τον αγώνα σου εναντίον των σαρκικών πειρασμών. Αφού όμως εσύ δεν θέλεις, ιδού, δεν θα έχης πλέον πόλεμο, αλλά ούτε και μισθό. Γύρισε λοιπόν στο μοναστήρι σου.
Επέστρεψε στο κοινόβιό του ο όσιος Κόνων και την άλλη μέρα έχρισε και βάπτισε την περσίδα, χωρίς καν να σκεφτή ότι ήταν γυναίκα! Συνέχισε από τότε επί δώδεκα χρόνια, δηλαδή μέχρι την κοίμησή του, να βαπτίζη χωρίς να κάνη καμμιά διάκριση μεταξύ των δύο φύλων. Είχε αποκτήσει τελεία απάθεια! (Λειμωνάριον)
(Χαρίσματα και Χαρισματούχοι, Ι. Μονή Παρακλήτου, τόμος Γ΄, σελ. 98-99)