Γιατί όποιος παρακολουθεί τον εαυτό του, αν συμβεί να διαπιστώσει πώς έχει ακόμη ανάγκη καθαρμού κι αναγνωρίσει πονηρή τη συνείδησή του, γεμάτη από κηλίδες και πληγές πονηρίας, και κατατάσσει τον εαυτό του μεταξύ των οικείων του Θεού, πριν ακόμη καθαρισθεί από τα τόσα και τέτοια κακά, και λέγει: Πατέρα, ο άδικος στον δίκαιο, ο ακάθαρτος στον καθαρό, τα λόγια αυτά θα είναι απροκάλυπτη ύβρις και προσβολή, αν βέβαια έχει αποκαλέσει το Θεό πατέρα της δικής του πονηριάς. Και τούτο γιατί η ονομασία του πατέρα υποδηλώνει την καταγωγή του γεννημένου από εκείνον.
Συνεπώς ο πονηρός κατά τη συνείδηση, αν λέγει πατέρα του το Θεό, δεν κάνει τίποτε άλλο από το να κατηγορεί το Θεό ως αίτιο κι αρχηγό των δικών του κακών. Αλλά δεν υπάρχει καμιά σχέση ανάμεσα στο φώς και στο σκοτάδι, λέγει ο Απόστολος (Β' Κορ. 6, 14). Αντίθετα μάλιστα. Το φώς βρίσκεται κοντά προς το φώς, το δίκαιο προς το δίκαιο, το καλό προς το καλό και το άφθαρτο προς το άφθαρτο. Αλλά και τα αντίθετα προς αυτά συγγενεύουν οπωσδήποτε προς τα όμοιά τους. Επειδή δεν είναι δυνατό, το καλό δένδρο να παράγει καρπούς πονηρούς. Λοιπόν, αν τύχει κάποιος που είναι αναίσθητος και επιζητεί το ψέμα, καθώς λέγει η Γραφή (Ψαλ. 4,3), να αποτολμήσει να ψελίσει τα λόγια της Προσευχής, αυτός ας έχει υπόψη του πώς δεν απευθύνεται προς τον ουράνιο Πατέρα, το Θεό, αλλά προς τον καταχθόνιο, το διάβολο. Γιατί κι αυτός είναι ψεύστης και γίνεται πατέρας του ψεύδους που πλάθεται μέσα στον καθένα. Εκείνος είναι η αμαρτία και πατέρας της αμαρτίας.
Για το λόγο αυτό, όσοι έχουν ψυχές κυριευμένες από πάθη, αποκαλούνται από τον Απόστολο παιδιά της οργής (Εφεσ. 2,3). Κι όποιος έχει απομακρυνθεί από τη ζωή, λέγεται παιδί της απώλειας. Κι ο αποχαυνωμένος και θηλυπρεπής αποκαλείται παιδί κοριτσιών που μόνα τους παραδίδονται. Και αντίθετα, όσοι είναι καθαροί κατά τη συνείδηση αποκαλούνται παιδιά του φωτός και της ημέρας. Και όσοι δυναμώνονται από τη θεία δύναμη ονομάζονται παιδιά της δύναμης.
Όταν, λοιπόν, ο Κύριος μας διδάσκει να αποκαλούμε κατά την προσευχή το Θεό, Πατέρα, νομίζω πως δεν κάμνει τίποτε άλλο από το να καθορίζει με νόμο, τον ανώτερο και ενάρετο βίο. Γιατί η αλήθεια δε μας διδάσκει να λέμε το ψέμα, ώστε να υποστηρίζουμε κάτι που δεν είμαστε και να ονομαζόμαστε αυτό που δεν έχουμε δημιουργηθεί. Αλλά με το να αποκαλούμε Πατέρα μας τον άφθαρτο και δίκαιο και αγαθό, μας διδάσκει να επαληθεύουμε τη συγγένεια με τον τρόπο ζωής.
(Αγ. Γρηγορίου Νύσσης, Λόγοι εις το Πάτερ ημων,εκδ. Αποστολ. Διακονία, σελ. 81-83)