ΠΗΓΑΙΝΟΝΤΑΣ κάποτε να επισκεφθεί μια σκήτη ο Όσιος Μακάριος, συνάντησε στον δρόμο τον διάβολο φορτωμένο μ’ ένα παράξενο φορτίο, να πηγαίνει κι εκείνος προς τα εκεί.
- Πού πας; τον ρώτησε ο Όσιος.
- Πάω να βάλω λογισμούς στους μοναχούς, αποκρίθηκε με αναίδεια εκείνος.
- Και τί είναι αυτά που κουβαλάς μαζί σου;
- Τα γεύματα που θα τους προσφέρω.
- Τόσα πολλά; απόρησε ο Όσιος.
- Βέβαια. Αν δεν ικανοποιούνται με το ένα, έχω άλλο έτοιμο κι αν δεν τους αρέσει κι αυτό, τους δίνω τρίτο. Ένα απ’ όλα θα είναι του γούστου τους.
- Έχεις πολλούς εκεί που σε ακολουθούνε; ρώτησε με φρίκη ο Αββάς.
- Όχι, αναγκάστηκε να ομολογήσει ο διάβολος. Οι περισσότεροι έχουν αγριέψει εναντίον μου. Έχω όμως κι έναν καλό φίλο.
- Πώς ονομάζεται; ρώτησε μ’ ένδιαφέρον ο Όσιος.
- Θεόπεμπτος, αποκρίθηκε ο διάβολος και τράβηξε βιαστικός τον δρόμο του.
Συλλογισμένος από όσα ακουσε ο Αββάς Μακάριος, ανέβηκε στην σκήτη. Οι αδελφοί του έκαναν θερμή υποδοχή και καθένας φιλοτιμήθηκε να τον προσκαλέσει στην καλύβα του. Ο Όσιος όμως ζήτησε τον Θεόπεμπτο και τον παρακάλεσε να τον φιλοξενήσει. Όταν έφτασαν στο κελλί του, τον ρώτησε πώς περνούσε.
- Καλά με την ευχή σου, Αββά, αποκρίθηκε εκείνος.
- Δεν σε πειράζουν οι λογισμοί;
Ο Θεόπεμπτος δίστασε λίγο. Ντρεπόταν να φανερώσει στον Όσιο πως δεχόταν ακάθαρτους λογισμούς.
- Καλά πηγαίνω, ψιθύρισε, προσπαθώντας να φανεί αδιάφορος.
- Αχ, αδελφέ μου! αναστέναξε βαθιά ο Όσιος. Εγώ, τόσα χρόνια ασκητής και γερασμένος πια, πειράζομαι από σαρκικούς λογισμούς κι ας με τιμούν οι άνθρωποι.
Ο Θεόπεμπτος πήρε θάρρος από τα λόγια του Οσίου και του φανέρωσε τον δικό του πολεμο. Εκείνος τότε τον συμβούλεψε πως ν’ αντιστέκεται στους κακούς λογισμούς κι αφού του έδωσε τον κανόνα που έπρεπε, έφυγε να γυρίσει στο κελλί του. Στον δρόμο βρήκε πάλι τον διάβολο, αλλά τώρα πολύ κατσουφιασμένο.
- Τί νέα; τον ρώτησε ο Αββάς.
- Πολύ άσχημα, αποκρίθηκε εκείνος. Όλοι οι μοναχοί μου εναντιώνονται και πιο πολύ ο παλιός μου φίλος. Γι’ αυτό κι εγώ ορκίστηκα να τους αφήσω πολύ καιρό απείραχτους, για να γίνουν αμέριμνοι οπως πρώτα.
Έφριξε ο Όσιος με την πανουργία του διαβόλου και παρακάλεσε θερμά τον Κύριο να προφυλάσσει απ’ αυτήν το ποίμνιό Του.
(Γεροντικό, Σταλαγματιές απο την Πατερική Σοφία, Θεοδώρας Χαμπάκη, Εκδόσεις Ορθοδόξου
Χριστιανικής αδελφότητας "ΑΓΙΑ ΛΥΔΙΑ", σελ. 170-171)