«Όσο περισσότερο κανείς κόβει και ταπεινώνει το θέλημά του, τόσο περισσότερο οδηγείται στην προκοπή. Ενώ αντίθετα, όσο περισσότερο επιμένει στο δικό του θέλημα, τόσο περισσότερο προκαλεί στον εαυτό του προσβολή και ζημία. Μη θέλεις λοιπόν να είσαι δούλος στο δικό σου θέλημα, αλλά προτίμησε να γίνεις υπάκουος στο θέλημα του Θεού».
(Οσίου Εφραίμ Σύρου, Έργα, τομ. Β σελ 214)
«Αν και η ναρκισσιστική παθολογία, μαζί και η χαρακτηρισμένη Ναρκισσιστική Διαταραχή Προσωπικότητας (ΝΔΠ), δεν αποτελούν αντικείμενο μελέτης εδώ, ωστόσο παραθέτω, για κάθε νόμιμη χρήση, μια χρηστική περιγραφή αυτής της προσωπικότητας σύμφωνα με το Διαγνωστικό Εγχειρίδιο της Αμερικανικής Ψυχιατρικής Ένωσης. Η ΝΔΠ, λοιπόν, εμφανίζει τουλάχιστον πέντε από τα ακόλουθα γνωρίσματα:
Υπερβολικά μεγάλη ιδέα για τον εαυτό του που δεν βασίζεται στην πραγματικότητα (μεγαλομανία)
Ενασχόληση με φαντασιώσεις απεριόριστης επιτυχίας, δύναμης, ομορφιάς ή έρωτα.
Πεποίθηση ότι είναι ιδιαίτερος και μοναδικός και μόνο άλλοι ιδιαίτεροι άνθρωποι μπορούν να τον καταλάβουν.
Έντονη ανάγκη για θαυμασμό.
Αίσθηση ότι έχει ιδιαίτερα δικαιώματα και προνόμια.
Τάση να εκμεταλλεύεται τους άλλους δίχως τύψεις ή ενοχές.
Απουσία άξιας λόγου ενσυναίσθησης.
Τάση να φθονεί ή να θεωρεί ότι οι άλλοι τον φθονούν.
Αλαζονική στάση».
(ΔΕΝ ΠΑΙΖΕΙΣ ΜΟΝΟ ΕΣΥ. ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΚΑΙ ΑΛΛΟΙ!, Νίκου Σιδέρη, σελ 150)
«Όταν μου εξομολογήθηκε η φίλη μου το σχέδιό της με συνωμοτικό ύφος και με λαμπερά μάτια, έμεινα ακίνητη. Προσπαθούσα να καταλάβω πού υπήρχε το σφάλμα. Τι συμβαίνει; Η γυναίκα μου εμπιστεύτηκε ότι είναι ερωτευμένη τρελά με το διευθυντή της στη δουλειά της και ότι τώρα τελευταία το ανακάλυψε. Πως εκείνος μεν δεν της έχει εξομολογηθεί καθαρά τίποτε ακόμα, όμως στο βλέμμα του, στους τρόπους του, στις κινήσεις και στον τόνο της φωνής του, όπως απευθύνεται σ’ εκείνη, καταλάβαινε την αδυναμία που της έχει. Είναι σίγουρη πως, αν δεν ήταν παντρεμένος, θα είχε από καιρό εκδηλώσει έρωτα για το πρόσωπό της. Εκείνη όμως είναι αποφασισμένη!...
Έτσι όπως τη δυνάμωσε η ψυχανάλυση, έτσι όπως πείστηκε για την αξία της και για όσα η ζωή της χρωστάει, είναι σίγουρη πως θα τα καταφέρει. Σκοπεύει να χρησιμοποιήσει κάθε θεμιτό και αθέμιτο μέσο για να ξελογιάσει αυτόν τον διευθυντή, να τον χωρίσει απ’ τη γυναίκα του, να τον απομακρύνει από τα μικρά παιδιά του, να τον κάνει ολοκληρωτικά δικό της. Ήδη έχει θέσει σε εφαρμογή κάποια στρατηγική. Τηλεφωνεί αργά τη νύχτα στο σπίτι του και όταν σηκώσει το ακουστικό η σύζυγός του, εκείνη το κλείνει. Σίγουρα θα αρχίσει να τον υποψιάζεται και θα ξεκινήσουν οι διαπληκτισμοί μεταξύ τους.
«Στον έρωτα και στον πόλεμο επιτρέπονται όλα! Ο Νίτσε, νομίζω, δεν το είπε αυτό;» με ρώτησε με νάζι. Ευχαριστούσε από καρδιάς την ψυχανάλυση που επιτέλους της άνοιξε τα μάτια. Που της τόνωσε την αυτοπεποίθηση. Που της δίνει πίστη στον εαυτό της. Είναι σίγουρη πως θα καταφέρει να κερδίσει τον άντρα των ονείρων της. «Η πίστη κινεί βουνά!» κατέληξε.
Και με κοίταξε με σκληρά, αδίστακτα μάτια που λαμπύριζαν από παράξενο πυρετό, περιμένοντας την επιβεβαίωσή μου».
(Μάρω Βαμβουνάκη, Ο παλιάτσος και η Άνιμα, εκδ. Ψυχογιός σελ 27-8)
Συνέντευξη Μάρκ Τουαίν στον συγγραφέα Κίπλινγκ το 1889: «Για μένα η συνείδηση είναι ένας μπελάς. Είναι σαν ένα κακομαθημένο παιδί. Όσο του δίνεις σημασία και του κάνεις τα χατίρια, τόσο σε παιδεύει και δεν σε αφήνει να ησυχάσεις. Έτσι και η συνείδηση: όσο την ακούς και συμμορφώνεσαι με τις υποδείξεις της, τόσο «χώνεται μες στα πόδια σου» και δεν σε αφήνει να χαρείς τη ζωή…
Για αυτό σε συμβουλεύω: Κάθε φορά που η συνείδησή σου ξεσηκώνεται,… μην την λυπάσαι! Δείρε την! Σκότωσε την στο ξύλο! Και μην την αφήνεις να σου καταστρέφει τις χαρές της ζωής…
Εγώ έτσι έκανα˙ την σκότωσα και βρήκα την ελευθερία και την ησυχία μου. Πάει καιρός, που δεν με έχει ενοχλήσει πια… Μάλλον είναι καλύτερα όταν είναι… νεκρή»!
(Αναζητώντας Ελευθερία, αρχ. Βαρνάβα Λαμπρόπουλου σελ 28-29)
«Από την διάσπασιν και την κατάτμησιν της αισθήσεως και της συνειδήσεως σώζεται ο άνθρωπος μόνον δια της θεανθρωπίνης ζωής. Τοιουτοτρόπως σώζεται και από την εγωιστικήν απομόνωσιν, η οποία δεν είναι άλλο τι παρά ιδιότυπος σατανισμός. Διότι ο Σατανάς είναι το πλέον απομεμονωμένον ον εις όλους τους κόσμους. Αυτός έχει χάσει τελείως το αίσθημα της πανενότητος του μακροκόσμου. Πράγματι ο Σατανάς είναι Μόνος εν απολύτω εννοία. Δι’ αυτό ο εγωισμός των ανθρώπων, η εγωιστική απομόνωσις των, η αποκοπή των από την πανενότητα του μακροκόσμου δεν είναι άλλοτι παρά μια ορμή προς τον σατανισμόν. Διότι ο Σατανάς είναι Σατανάς, επειδή η αυτοσυνειδησία του και η αυτοαίσθησίς του είναι τελείως αποκεκομμέναι από τον Θεόν και από όλα τα άλλα όντα και κτίσματα.
(αγ. Ιουστίνου Πόποβιτς, Άνθρωπος και Θεάνθρωπος, σελ 27-28)
«Μόνο ένα ξεχνούσε εντελώς ο γιατρός (ο ρώσος Haas 1780-1857): τον εαυτό του. Ήταν βέβαια πάντα καθαρά ντυμένος, αλλά με τελείως τριμμένα ρούχα - που ωστόσο στόλιζε ο σταυρός του αγίου Βλαδιμήρου – με κάλτσες μανταρισμένες και παπούτσια πολύ παλιά. Μια μέρα είχε πάει επίσκεψη στο σπίτι της κυρίας Eropkine, που βοηθούσε συχνά με χρηματικές προσφορές τα μεγάλα του έργα.
Κατά τη συνήθειά του ο Haas άρχισε να μιλάει για το ξεκίνημα της τελευταίας αμαξοστοιχίας κρατουμένων. Σε μια στιγμή τραβάει από τη τσέπη του ένα ξεσκισμένο πανί που του χρησίμευε για μαντήλι. Η κυρία Eropkine του το παίρνει σιγά-σιγά απ’ το χέρι και του βάζει ένα καινούργιο μαντήλι από βατίστα. Εκείνος χαμογέλασε. «Ένα μόνο μαντήλι δε φθάνει» σκέφτηκε αμέσως η οικοδέσποινα. Και φέρνει μια δωδεκάδα και προσπαθεί με τρόπο να την βάλει κρυφά στη τσέπη του γιατρού.
Αλλά ο Haas την κατάλαβε. Γυρίζει, της πιάνει τα δυο χέρια και με δάκρυα στα μάτια της λέει: «Ω, ευχαριστώ, ευχαριστώ. Είναι τόσο δυστυχισμένοι…».
Η σκέψη του ήταν τόσο πού γεμάτοι απ’ τους φτωχούς κρατούμενους, που ούτε στιγμή δεν του πέρασε η ιδέα ότι κάτι που του προσέφεραν ανήκε σ’ αυτόν τον ίδιο.
(Αθανασίου Αβραμίδη, Η Ιατρική της ανθρωπιάς σελ 101-2)