339. Η αγάπη του Κυρίου είναι απείρως πιο πολλή από την αγάπη μιάς μητέρας. Η μητέρα μου με κυοφόρησε και, όταν ο Θεός ώρισε, με έφερε στον κόσμο. Με γαλούχησε, με κράτησε στην αγκάλη της. Όταν έγινα ικανός να περπατήσω, με άφησε να το κάμω και αρκετά νωρίς έπαυσε να με τρέφη από το στήθος της. Ενώ ο Θεός δεν με αφήνει ποτέ: «Ο τρώγων μου την σάρκα και πίνων μου το αίμα εν εμοί μένει, καγώ εν αυτώ» (Ιω. στ’ 56). Διαρκώς με αγκαλοφορεί: «Ιδού επί των χειρών μου εζωγράφηκά σου τα τείχη και ενώπιόν μου ει δια παντός» (Ησ. μθ’ 16). «Φέρει τα πάντα τω ρήματι της δυνάμεως αυτού» (Εβρ. α’ 3). Είναι η δύναμίς μου, η αγαλλίασις και η χαρά μου, το φώς της διανοίας μου και της καρδιάς μου. Διαρκώς με τρέφει με τα διάφορα προϊόντα της γής, όπως μία μητέρα ταΐζει το παιδί της. Οι γονείς μας μας αφήνουν και εμείς αυτούς, όταν μεγαλώσουμε, καθώς είναι γραμμένο: «Καταλείψει άνθρωπος τον πατέρα αυτού και την μητέρα και κολληθήσεται τη γυναικί αυτού» (Ματθ. ιθ’ 5). Αυτό έχει και κυριολεκτική και συμβολική σημασία. Η συμβολική του σημασία είναι η προσκόλλησις στον Χριστό, η υψηλή και αγία εκείνη αγάπη, που ξεπερνά απείρως τη συζυγική αγάπη. Ο Κύριος, από την αρχή της υπάρξεώς μας έως τη στερνή πνοή μας, δεν μας αφήνει ούτε στιγμή («ενώπιον μου ει δια παντός» [Ησ. μθ’ 16], κάθε στιγμή προνοώντας για μας όπως τα πουλιά προνοούν για τα νεογνά τους. Είναι η ελπίδα μας και μετά τη ζωή αυτήν εδώ. Είναι η ζωή μας αφού κλείσουμε τα φθαρτά μάτια μας. Για μας ετοίμασε την ουράνια βασιλεία του.
(Η εν Χριστώ ζωή μου - Αγ. Ιωάννου της Κροστάνδης, εκδόσεις Παπαδημητρίου, σελ. 144-145)