157. Επιτρέπεται η διαμυστηριακή εκκλησιαστική κοινωνία (Intercommunio);
Όχι. Δεν επιτρέπεται χριστιανός ορθόδοξος να κοινωνήσει των άχραντων μυστηρίων από ρωμαιοκαθολικό ούτε ρωμαιοκαθολικός από ορθόδοξο. Είναι πολύ μεγάλη αμαρτία. Ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός γράφει: «Πάση δυνάμει φυλαξώμεθα μη λαμβάνειν μετάληψιν αιρετικών μήτε διδόναι... ίνα μέτοχοι της κακοδοξίας και της αυτών γενώμεθα κατακρίσεως». Οι ιεροί Κανόνες της Εκκλησίας απαγορεύουν και την συμπροσευχή ακόμη μετά των αιρετικών (ετεροδόξων) και αλλοπίστων: «Εί τις κληρικός η λαϊκός εισέλθοι εις συναγωγήν Ιουδαίων ή αιρετικών προσεύξασθαι, καθαρείσθω και αφορίζεσθω».
Η διαμυστηριακή κοινωνία είναι το κατ’ εξοχήν μυστήριο της ενότητας της Εκκλησίας, υπάρχει δε εκεί όπου υπάρχουν ένας Κύριος, μία πίστη, ένα βάπτισμα. Είναι φυσικό, λοιπόν, να μην μπορεί να υπάρξει μεταξύ Εκκλησιών τις οποίες διαχωρίζουν πλήθος δογματικών διαφορών. Ούτε δε, επειδή ορισμένα μυστήρια ετεροδόξων (βάπτισμα και ιερωσύνη) γίνονται «κατ’ οικονομίαν» αποδεκτά από την Ορθόδοξη Καθολική Εκκλησία, πρέπει να παίρνουμε από τα χέρια τους και τα άχραντα μυστήρια. Το «κατ’ οικονομίαν» δεκτό είναι κάτι το έκτακτο, το οποίο εφαρμόζεται στις περιπτώσεις μόνο προσχωρήσεως των ετερόδοξων στους κόλπους της αληθινής Εκκλησίας, το οποίο αυτή επιτρέπει για τους δικούς της σκοπούς. Έξω από το μέτρο αυτό τα μυστήρια των ετεροδόξων είναι —όπως είδαμε στα προηγούμενα— άκυρα.
Άλλωστε ποιά είναι η σκοπιμότητα και η ωφέλεια για ένα συνεπή ορθόδοξο πιστό να κοινωνεί από τους ετεροδόξους, όταν αμφιβάλλει αν αυτό που λαμβάνει είναι σώμα και αίμα Χριστού; Όχι μόνο σε τίποτε δεν ωφελείται, αλλ΄ υπάρχει ανοικτός ο κίνδυνος μ’ αυτό που κάνει να γίνει κοινωνός της ετεροδοξίας και της πλάνης. Ούτε πάλι η διατυμπανιζόμενη αγάπη μπορεί να γίνει το εφαλτήριο σε ύποπτες φιλενωτικές πρακτικές. Έχουμε υποχρέωση να αγαπάμε τους οπαδούς όλων των θρησκευμάτων, χωρίς ωστόσο αυτό να μας δεσμεύει ν’ ακολουθούμε τις ιδιαίτερες διδασκαλίες και τις θρησκευτικές τους πρακτικές. Στη διαμυστηριακή κοινωνία προσχωρούν μόνο τα αμαθή και ανθρωπάρεσκα πνεύματα. Δηλαδή κοινωνεί από τους παπικούς ο ορθόδοξος για ν’ αρέσει σ’ αυτούς. Κατά βάθος δεν έχει σαφή αίσθηση του τι κάνει, έχοντας χαλαρή την ορθόδοξη ευαισθησία και αυτοσυνειδησία του.
(Ανδρέου Θεοδώρου «Απαντήσεις σε ερωτήματα συμβολικά», εκδόσεις Αποστολική Διακονία, σελ. 223-224)