Το παράνομο Συνέδριο
O ιερός Ευαγγελιστής Ματθαίος ξετυλίγει το θείο δράμα:
«Οι δε κρατήσαντες τον Ιησούν απήγαγον προς Καϊάφα τον αρχιερέα, όπου οι γραμματείς και οι πρεσβύτεροι συνήχθησαν» (Ματθ. ΚΣΤ΄, 57). Στο χωρίο αυτό μνημονεύεται η σύνθεση του ανώτατου Συνεδρίου των Ιουδαίων, που το αποτελούσαν 72 δικαστές. Η παράθεση του ονόματος του αρχιερέα, μας παρέχει τη δυνατότητα να παρατηρήσουμε ότι πραγματοποιήθηκαν δύο δίκες ενώπιον του Συνεδρίου, μια ανεπίσημη κατά τη νύκτα, η οποία είχε χαρακτήρα προανακρίσεως, και μια άλλη επίσημη, κατά την ανατολή της ημέρας.
Αξιοσημείωτη και η πληροφορία του στίχου περί του χώρου στον οποίο συναντήθηκε ο αναμάρτητος Υπόδικος με τον εν ενεργεία Καϊάφα. Γιατί η νυκτερινή αυτή συνάντηση στην οικία του Καϊάφα παρουσιάζει για άλλη μια φορά τη δολιότητα της υποθέσεως.
Το «συνήχθησαν» πολλαπλασιάζει αμέσως τη δικαστική ομήγυρη. Κι αυτό γιατί δε σημαίνει ότι ήσαν ήδη συνηγμένοι προτού να συλληφθεί ο Ιησούς, αλλά ότι η προσέλευσή τους άρχισε να γίνεται σταδιακά από την ώρα της συλλήψεως. Σε άλλες περιπτώσεις θα στεκόταν κανείς με σεβασμό απέναντι στη σύναξη εκείνη, που σκοπό είχε την απονομή της δικαιοσύνης. Αλλά στην προκειμένη περίπτωση η δίκη είχε περατωθεί πριν αρχίσει! Οι πωρωμένες τους καρδιές είχαν αποφασίσει την καταδίκη του Ιησού! Είχαν συγκεντρωθεί για να ικανοποιήσουν τη δίψα του πάθους τους. Γι αυτό και ο προφήτης τους χαρακτηρίζει ως «κύνες» και «συναγωγή πονηρευομένων».
Η δύναμη των αχαλίνωτων παθών όπως αυτή των μελών του Ιουδαϊκού Συνεδρίου νεκρώνει τη φωνή της αλήθειας και της δικαιοσύνης. Κανένα αξίωμα τότε δεν μπορεί να συγκροτήσει τον άνθρωπο από του να εκδηλώσει το πάθος του. Γιατί το πάθος τον αποτυφλώνει, τον εξαγριώνει. Ρίπτεται επάνω στο μισούμενο ως λιοντάρι και σκύλος. Δεν λαμβάνει υπόψη του το δίκαιο ή τη θέση του. Και οι γραμματείς και οι πρεσβύτεροι για άλλη μια φορά εργάζονται ύπουλα και δόλια. Θέλουν ως τέλειοι δάσκαλοι της υποκρισίας και εμπαίκτες που ήσαν να τηρήσουν τα προσχήματα. Συνέρχονται να δικάσουν λοιπόν. Αλλά και τώρα παράνομο είναι το Συνέδριο. Γιατί έπρεπε να δοθεί η άδεια από τον ηγεμόνα, αφού απέβλεπαν στο να εκδώσουν απόφαση θανατικής καταδίκης. Έπρεπε ακόμη να προειδοποιηθούν οι μάρτυρες υπερασπίσεως του Ιησού. Αυτό όμως το αποφεύγουν. Για τούτο και κατά τη διάρκεια της νύκτας κατεσπευσμένα αρχίζει η δίκη.
(Οδοιπορικό του Θείου Πάθους κατά τον ευαγγελιστή Ματθαίο, αρχιμ. Καλλίστρατου Λυράκη, σελ. 142-144)