2,16-17. «Μη ουν τις υμάς κρινέτω εν βρώσει ή εν πόσει ή εν μέρει εορτής ή νουμηνίας ή σαββάτων, α έστι σκιά των μελλόντων, το δε σώμα Χριστού».
Οι χριστιανοί είναι αθάνατοι και στον κόσμο αυτό, γιατί και οι σκέψεις τους και οι φροντίδες τους αναφέρονται στο αθάνατο, στο ένθεο και στο άφθαρτο. Και όλα μέσα στον κόσμο τα μετρούν με αυτό το μέτρο, με το μέτρο του αθάνατου και του ένθεου. Μόνο με τον τρόπο αυτό θα βρίσκουν την αληθινή άξια και έννοια σε κάθε τι το γήινο, το φθαρτό και το πρόσκαιρο.
Και είναι σε θέση να διακρίνουν, είναι σε θέση να ξεχωρίζουν την σκιά από την πραγματικότητα, το πρόσκαιρο από το αιώνιο, το φθαρτό από το άφθαρτο.
Και «στηριζόμενοι» στις άφθαρτες πραγματικότητες, θωρακίζουν τον εαυτό τους με αυτές και οικοδομούν έτσι σταθερά την ζωή τους.
Έτσι βλέπουν καθαρά, όπως για παράδειγμα στην Παλαιά Διαθήκη βλέπουν την σκιά έναντι της πραγματικότητας, της «χάριτος του Χριστού».
Γιατί πραγματικά, όλη η Παλαιά Διαθήκη ήταν σαν σκιά του Θεού Λόγου.
Όλος ο κόσμος της Π.Δ., πήγε μπροστά απ’ Αυτόν σαν κάποια τεράστια σκιά, η οποία πηγαίνει πριν από το σώμα.
Όλη η παλαιοδιαθηκική θρησκεία, είναι θρησκεία σκιάς, μετά την οποία έρχεται, φανερώνεται το σώμα της: O Ενσαρκωμένος Θεός Λόγος, το Θεανθρώπινο σώμα του, η Εκκλησία.
Και πραγματικά έτσι είναι: όλος ο ορατός κόσμος δεν είναι τίποτε άλλο από σκιά, η οποία παρουσιάζει και διασαφηνίζει αυτό που πηγαίνει μαζί της, την ενσάρκωση του Θεού Λόγου.
Μόνο με την Δική του ενσάρκωση και με την Εκκλησία, η οποία είναι σώμα του, «ανακαλύπτεται», «αποκαλύπτεται» η αληθινή ύπαρξη των δημιουργημένων κόσμων, το περιεχόμενό τους, η έννοια και ο σκοπός τους.
Στο Θεανθρώπινο σώμα της Εκκλησίας, όχι μόνο οι ορατοί αλλά και οι αόρατοι κόσμοι, λαμβάνουν το «σώμα» τους, λαμβάνουν την δική τους πιο «διαρκή» και πιο «έλλογη» ύπαρξη και οντότητα.
Και το «παν» που στον «παλαιό», τον προχριστιανικό κόσμο ήταν το ανώτερο, δηλαδή η πίστη του περιούσιου λαού και οι ύψιστες δυνατότητές της και αγιότητες, οι προφήτες και οι πατριάρχες, όλα ήσαν σκιές αυτής της μοναδικής πραγματικότητας, η οποία ήδη εμφανίσθηκε με την Ενσάρκωση του Θεού Λόγου, με το σώμα του, την Εκκλησία.
Όλος ο δεκάλογος, όλοι οι νόμοι, όλες οι «γραφές», όλες οι Ιεροτελεστίες, που οδήγησαν σε αυτή την μοναδική πραγματικότητα, ήσαν «παιδαγωγός εις Χριστόν» (Γαλ. 3,24), ήσαν οδηγός προς τον Χριστό, ήσαν δρομοοδηγός, ο οποίος τα πάντα οδήγησε στον Θεάνθρωπο Χριστό, σαν την παν-ύπαρξη, σαν την παν-σκέψη, σαν τον παν-σκοπό όλων των κόσμων.
("Προς Κολασσαείς Επιστολή Αποστόλου Παύλου", Αγ. Ιουστίνου Πόποβιτς, σελ. 95-97)