Η θυσία για το καλό του αρρώστου
Αν ζητούμε κάτι από τον Θεό, χωρίς να θυσιάζουμε και κάτι, δεν έχει αξία.
Αν κάθωμαι και λέω: «Θεέ μου, Σε παρακαλώ, κάνε καλά τον τάδε άρρωστο»,
χωρίς να κάνω κάποια θυσία, είναι σαν να λέω απλώς καλά λόγια.
Ο Χριστός θα δει την αγάπη μου, την θυσία μου, και τότε θα εκπληρώση το αίτημά μου,
αν βέβαια αυτό είναι για το πνευματικό καλό του άλλου.
Γι’ αυτό, όταν οι άνθρωποι σάς ζητούν να προσευχηθήτε για κάποιον άρρωστο,
να τους λέτε να προσευχηθούν και αυτοί ή τουλάχιστον να αγωνισθούν να κόψουν τα κουσούρια τους.
Μερικοί άνθρωποι έρχονται και μου λένε: «Κάνε με καλά, έμαθα ότι μπορείς να με βοηθήσεις».
Θέλουν όμως να βοηθηθούν, χωρίς οι ίδιοι να καταβάλουν καθόλου προσπάθεια.
Λές λ.χ. στον άλλον: «μήν τρως γλυκά, κάνε αυτήν την θυσία, για να σε βοηθήση ο Θεός»,
και σού λένε: «Γιατί; δεν μπορεί να με κάνη καλά ο Θεός;».
Δεν κάνουν μια θυσία για τον εαυτό τους, πόσο μάλλον να θυσιασθούν για τον άλλον.
Αλλος δεν τρωει γλυκά, για να βοηθήσει ο Χριστός όσους πάσχουν από ζάχαρο,
ή δεν κοιμάται, για να δωσει λίγο ύπνο ο Χριστός σ’ αυτούς που πάσχουν από αϋπνίες.
Έτσι συγγενεύει ο άνθρωπος με τον Θεό. Τότε ο Θεός δίνει την Χάρη Του.
Εγω, όταν μου λέει κάποιος πως δεν μπορεί να προσευχηθεί για κάποιον δικό του
που είναι άρρωστος, του λέω να κάνη και αυτός μια θυσία για τον άρρωστο.
Συνήθως του λέω να κάνη κάτι που θα είναι καλό και για την δική του υγεία.
Ήρθε κάποτε από την Γερμανία στο Καλύβι ένας πατέρας, που το κοριτσάκι του
είχε αρχίσει να παραλύη. Οι γιατροί το είχαν ξεγράψει. Ήταν ο καημένος τελείως απελπισμένος.
«Κάνε κι εσύ μια θυσία, του είπα, για την υγεία του παιδιού σου.
Να κάνης μετάνοιες, δεν μπορείς• να προσευχηθής, δεν μπορείς, εντάξει.
Πόσα τσιγάρα καπνίζεις την ημέρα;». «Τεσσεράμισι κουτιά», μου λέει.
«Να καπνίζης ένα κουτί, του λέω, και τα χρήματα που θα έδινες για τα υπόλοιπα
να τα δίνης σε κανέναν φτωχό». «Να γίνη, Πάτερ, καλά το παιδί, μου λέει, και εγω θα το κόψω
το τσιγάρο». «Έ, τότε δεν θα έχη αξία• τωρα πρέπει να το κόψης• πέταξε το τσιγάρο, του λέω.
Δεν αγαπάς το παιδί σου;». «Εγω δεν αγαπω το παιδί μου;
Από τον πέμπτο όροφο πετιέμαι κάτω για την αγάπη του παιδιού μου», μου λέει.
«Εγω δεν σού λέω να πεταχτής από τον πέμπτο όροφο κάτω, αλλά να πετάξης το τσιγάρο.
Αν κάνης μια παλαβωμάρα και πεταχτής από τον πέμπτο όροφο κάτω, θα αφήσης το παιδί σου
στον δρόμο κι εσύ θα χάσης την ψυχή σου. Εγω σού λέω να κάνης κάτι εύκολο.
Νά, πέταξε τωρα τα τσιγάρα!». Με κανέναν τρόπο δεν ήθελε να τα πετάξη.
Και τελικά έφυγε έτσι και έκλαιγε! Πως να βοηθηθή αυτός ο άνθρωπος; Ενω όσοι ακούν βοηθιούνται.
Μια άλλη μέρα ήρθε ένας που αγκομαχούσε από την πεζοπορία. Κατάλαβα ότι κάπνιζε πολύ
και του είπα: «Βρέ ευλογημένε, γιατί καπνίζεις τόσο; Θα πάθης κακό».
Μόλις ξελαχάνιασε και μπόρεσε να μιλήση, μου είπε: «Η γυναίκα μου είναι πολύ άρρωστη
και κινδυνεύει να πεθάνη. Σε παρακαλω, κάνε μια προσευχή να γίνη κανένα θαύμα.
Οι γιατροί σήκωσαν τα χέρια». «Την αγαπάς την γυναίκα σου;», τον ρωτάω. «Την αγαπω», μου λέει.
«Τότε γιατί δεν κάνεις κι εσύ κάτι, για να την βοηθήσης; Αυτή έκανε ό,τι μπορούσε,
οι γιατροί έκαναν ό,τι μπορούσαν, και τωρα έρχεσαι εδω, για να μου πής να κάνω κάτι και εγω,
να προσευχηθω, για να βοηθήση ο Θεός. Εσύ όμως τί έκανες, για να βοηθηθή η γυναίκα σου;».
«Τί μπορω να κάνω εγω, Γέροντα;», με ρωτάει. «Αν σταματήσης το κάπνισμα, του λέω,
η γυναίκα σου θα γίνη καλά». Σκέφθηκα ότι, αν ο Θεός δη ότι δεν συμφέρει πνευματικά
στην γυναίκα του να γίνη καλά, τουλάχιστον θα γλιτωση αυτός από το κακό που κάνει το τσιγάρο.
Ύστερα από έναν μήνα ήρθε χαρούμενος να με ευχαριστήση.
«Γέροντα, σταμάτησα το κάπνισμα, μου είπε, και η γυναίκα μου έγινε καλά».
Μετά από ένα διάστημα ξαναήρθε αναστατωμένος να μου πη ότι ξανάρχισε κρυφά να καπνίζη
και η γυναίκα του έπεσε πάλι βαριά άρρωστη. «Το φάρμακο τώρα το ξέρεις, του είπα. Κόψε το τσιγάρο».
(Λόγοι Παϊσίου, τόμος Δ΄, Οικογενειακή Ζωή, Εκδ. Ιερού Ησυχαστηρίου "Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος", σελ. 227-230)