"Ο δικαστής των εναγκαλισμών.
Μια μέρα η Νάνσι Τζόνστον, φίλη του Λη, εμφανίστηκε στην πόρτα του. Η Νάνσι είναι επαγγελματίας κλόουν και φορούσε ρούχα κλόουν, το επαγγελματικό μεϊκάπ και όλα τα σχετικά. «Λη, πάρε μερικά από τα Κουτιά της Αγκαλιάς κι έλα να πάμε στον οίκο αναπήρων», του είπε.
Όταν έφτασαν εκεί άρχισαν να μοιράζουν καπέλα, καρδιές και αγκαλιές στους ασθενείς. Ο Λη ένιωθε άβολα. Πότε πριν δεν αγκάλιασε άτομα με ανίατες ασθένειες, με βαριά διανοητική καθυστέρηση ή τετραπληγία. Ήταν σίγουρα μια δοκιμασία. Μετά από λίγο τα πράγματα έγιναν πιο εύκολα, καθώς η Νάνσι κι ο Λη βρέθηκαν περικυκλωμένοι από γιατρούς, νοσοκόμες και άλλα άτομα από το προσωπικό του νοσοκομείου που τους ακολουθούσαν από θάλαμο σε θάλαμο.
Λίγες ώρες μετά μπήκαν στον τελευταίο θάλαμο, όπου υπήρχαν μερικές από τις χειρότερες περιπτώσεις που είχε δει ποτέ στη ζωή του ο Λη. Το αίσθημα που του προκάλεσαν ήταν τόσο ζοφερό, ώστε για μια στιγμή λιποψύχησε. Κάτω, όμως από το βάρος της υποχρέωσης που είχαν αναλάβει, να προσφέρουν την αγάπη τους και να κάνουν τους άλλους να νιώσουν καλύτερα, η Νάνσι κι ο Λη άρχισαν να πηγαίνουν από κρεβάτι σε κρεβάτι, ακολουθούμενοι από πολλά άτομα του νοσηλευτικού προσωπικού που φορούσαν τώρα, όλοι, στο πέτο τις καρδιές και στο κεφάλι τα καπέλα που τους είχαν δώσει.
Ο Λη ήρθε τελικά στον τελευταίο τρόφιμο, τον Λέοναρντ. Ο Λέοναρντ φορούσε μια μεγάλη άσπρη σαλιάρα πάνω στην οποία έτρεχαν συνεχώς τα σάλια του. Ο Λη τον κοίταξε , είδε τα σάλιατου να στάζουν στη σαλιάρα και είπε: «Έλα, πάμε Νάνσι, δεν υπάρχει τρόπος να προκαλέσουμε οποιαδήποτε αισθήματα σ’ αυτό το πλάσμα». Η Νάνσι τότε του είπε: «Μα τι λες Λη, είναι κι αυτός ένας συνάνθρωπός μας, δε συμφωνείς;» Και του φόρεσε ένα αστείο καπέλο. Ο Λη πήρε κι αυτός μια από τις καρδιές που κρατούσε και του την καρφίτσωσε στη σαλιάρα του. Πήρε βαθιά ανάσα και σκύβοντας αγκάλιασε τον Λέοναρντ.
Αναπάντεχα ο Λέοναρντ άρχισε να βγάζει άναρθρες κραυγές: «Εεεεεχχ! Εεεεεχχ!» Μερικοί από τους άλλους ασθενείς άρχισαν να χτυπούν διάφορα πράγματα το ένα με το άλλο. Ο Λη γύρισε προς το προσωπικό, ελπίζοντας να μάθει τι συνέβαινε και τότε είδε ότι όλοι οι γιατροί, οι νοσοκόμες και τα άλλα μέλη του νοσηλευτικού προσωπικού έκλαιγαν. Ο Λη τότε ρώτησε την προϊσταμένη: «Μα, τι συμβαίνει;»
Ο Λη δε θα ξεχάσει ποτέ την απάντησή της; «Εδώ και 23 χρόνια είναι η πρώτη φορά που βλέπουμε τον Λέοναρντ να χαμογελά».
Πόσο απλό πράγμα είναι να κάνεις ένα άτομο να νιώσει καλύτερα στη ζωή του!
Jack Canfield και Mark V. Hansen"
(από το βιβλίο Βάλσαμο για την ψυχή, σελ. 32-34)