Πώς έβλεπαν οι Φαρισαίοι τους ανθρώπους
1. Κάποτε επήγε ο κύριος μας στο σπίτι ενός τελώνη, του Ματθαίου. Και εκεί συμπεριφερόταν, σαν να ήταν και αυτός τελώνης. Εκεί ο ενσαρκωθείς Θεός έκατσε στο τραπέζι μαζί με αμαρτωλούς. Και οι φαρισαίοι τον είδαν. Και εσκανδαλίσθηκαν. Και είπαν στους μαθητές του. Γιατί «μετά τελωνών και αμαρτωλών εσθίει και πίνει ο διδάσκαλος υμών»;
Μα για ειπέτε μας, φαρισαίοι; Γιατί τους ονομάζετε τους ανθρώπους αυτούς αμαρτωλούς; Δεν θα ευρίσκεσθε πιο κοντά στην πραγματικότητα, αν τους ωνομάζατε τυχερούς, μακάριους, αγγέλους, και μάλιστα χερουβείμ, αφού είχε ευδοκήσει να κάτση ανάμεσά τους ο Θεός;
Δεν θα ήταν καλλίτερο για σας, να ελέγατε:
- Και μεις, Κύριε, αμαρτωλοί είμαστε. Δέξου μας, κύριε Ιησού! Προσπίπτομε στα πόδια σου. Καρδιογνώστη και δίκαιε κριτή, ασφαλώς αυτούς τους αμαρτωλούς τους προτίμησες από εμάς, και επήγες και έκατσες ανάμεσά τους, επειδή οι δικές μας αμαρτίες είναι για Σένα πιο βαρειές από τις δικές τους. Έλα και ανάμεσά μας. Και αξίωσέ μας, τουλάχιστον, να προσπέσωμε στα πόδια σου.
Μα όχι! Οι φαρισαίοι δεν είπαν τίποτε από αυτά. Γιατί στους σκοτεινούς αυτούς δικαίους, που ήσαν πλούσιοι σε δικαιοσύνη της πεπτωκυίας φύσης, σε κίβδηλη και ψεύτικη γήινη δικαιοσύνη, σε δικαιοσύνη δαιμονιώδη, δεν υπήρχε ούτε ίχνος απο την άγια εκείνη ευωδία της ταπείνωσης. Και γι’ αυτό, τολμούν και κατακρίνουν. Κατακρίνουν τους αμαρτωλούς! Επειδή είναι αμαρτωλοί. Κατακρίνουν και τον Κύριο! Επειδή τους δέχεται. Και τους κάνει έτσι συμμέτοχους των αληθινά δικαίων. Και γι’ αυτό Τον απορρίπτουν. Και λένε: «ο διδάσκαλος υμών» (=σας). Τους δίνουν έτσι να καταλάβουν, ότι αυτοί δεν θα Τον αναγνωρίσουν ποτέ σαν «δικό τους» διδάσκαλο.
2. Η απάντηση του Κυρίου είναι μία απάντηση, που ξεσκεπάζει τα αίτια της πνευματικής πενίας των φαρισαίων, που τόσον επιμελώς την έκρυβαν. Είναι μια απάντηση σε όλα τα προβλήματα της ψυχής τους. Γιατί εμπερικλείει μια εκ μέρους του Θεού φοβερή καταδίκη. Και, απορρίπτει σαν ψεύτικη δικαιοσύνη, κάθε δικαιοσύνη που συνοδεύεται με την κατάκριση του πλησίον. Ο Κύριος είπε: «Ου χρείαν έχουσιν οι ισχύοντες (= οι υγιείς) ιατρού, αλλ’ οι κακώς έχοντες (= οι άρρωστοι). Πορευθέντες λοιπόν μάθετε, τι εστιν· έλεον θέλω και ου θυσίαν. Ου γαρ ήλθον καλέσαι δικαίους, αλλά αμαρτωλούς εις μετάνοιαν»
(“Ο Φαρισαίος” – επισκόπου Ιγνατίου Μπριαντσιανίνωφ, εκδόσεις Ιεράς Μητροπόλεως Νικοπόλεως, σελ. 11-13)