«Μου φαίνεται ότι ωραιότερος κόσμος είναι η Εκκλησία του Χριστού και ο ίδιος ολόκληρος ο άνθρωπος, όπου λέγεται ότι κατοικεί και περιπατεί ο Θεός και καταπέμπει φαιδρές τις ακτίνες των χαρισμάτων του, ως ήλιος δικαιοσύνης» (19Β,161)
«Εκεί (στον κήπο της Εδέμ) υπήρχε δένδρο της καλής και πονηρής γνώσεως, το οποίο, όταν έφαγαν από αυτό, τους έγινε αίτιο θανάτου· εδώ υπάρχει το ξύλο του σταυρού, στο οποίο προσηλώθηκε ο Χριστός, ο δεύτερος Αδάμ και Θεός, θέτοντας σ’ αυτό τα χέρια αντί των χειρών του Αδάμ που άγγιξαν τον καρπό, και τα πόδια αντί των ποδιών που βάδισαν στην παράβαση. Και ο Αδάμ βέβαια, όταν γεύθηκε από εκείνο το δένδρο, έγινε για τους απογόνους του αίτιος θανάτου και κατάρας· ο Χριστός όμως και Θεός όταν γεύθηκε την χολή και ήπιε το όξος, τους απάλλαξε από την κατάρα και τους ελευθέρωσε από την φθορά του θανάτου, και σ’ εκείνους που πίστευσαν σ’ αυτόν δώρησε καινούργια ζωή και τους ενίσχυσε να έχουν ισάγγελο βίο σ’ αυτόν τον κόσμο. Εκεί το δένδρο της ζωής ήταν στο μέσον του παραδείσου και κατ’ οικονομία δεν επιτράπηκε στον Αδάμ να φάγει από αυτό, αλλά εδιώχθηκε από τον παράδεισο, γι’ αυτό και ετάχθηκε να φυλάγει την είσοδο αυτού η πύρινη ρομφαία· εδώ εχάραξε ο Χριστός την πλευρά με την λόγχη και απέστρεψε εκείνην την ρομφαία και άνοιξε την είσοδο κι εφύτευσε σ’ όλον τον κόσμο το δένδρο της ζωής ή καλύτερα μας έδωσε εξουσία να το φυτεύομε καθημερινά, κι αυτό αυξάνει συνεχώς και προξενεί την αιώνια ζωή σ’ εκείνους που τρώγουν από αυτό. Πω-πω παράδεισος που φυτεύθηκε τώρα από τον Χριστό τον Θεό! Πω-πω μυστήριο πρωτάκουστο και φρικτά θαύματα! Εκεί ο Αδάμ και η Εύα ήταν δένδρα αισθητά και ομολογουμένως ορατά, το ίδιο το δένδρο της γνώσεως και το δένδρο της ζωής μαζί διαφορετικό από άλλο· εδώ ο νέος Αδάμ γίνεται τα πάντα μαζί για τους πιστούς, και απόλαυση και γνώση, που δεν θανατώνει και δεν εμποδίζει από το δένδρο της ζωής, αλλά διδάσκει όσα δια λέξεων πρέπει να αποκρίνονται δεόντως στον φίδι· «φύγε», λέγει, «πίσω μου Σατανά» και τα ακόλουθα. Και όχι μόνον αυτό, αλλά και εισάγει προς την ζωή, η οποία είναι πάλι αυτός ο ίδιος» (19Β,285-7)
«Εξέταζε λοιπόν προσεκτικά την καρδιά σου, πάτερ πνευματικέ, ή καλύτερα πλύνε πάντοτε τον οφθαλμό της διάνοιάς σου και κάνε τον να είναι πάντοτε καθαρός και αθόλωτος, ώστε και την καρδιά σου να μπορείς να βλέπεις με αυτόν, και να γνωρίζεις πολύ καλά τα προβλήματα των εμπιστευθέντων σ’ εσένα προβάτων, ή καλύτερα πατέρων και αδελφών, και να τα οικονομείς όπως πρέπει. Διότι, όπως ακούς, σώμα είναι η Eκκλησία και κεφαλή αυτής είναι ο προϊστάμενος. Και όπως τα άλλα μέλη του σώματος έχουν το καθένα μία ενέργεια, για παράδειγμα το πόδι να περπατά, το χέρι να κρατά και να εργάζεται, η κεφαλή αποτελεί τη συγκρότηση όλου του σώματος, αφού έχει μέσα της όλες τις αισθήσεις και τον νου και αυτόν τον ίδιο τον λόγο, έτσι και οι αδελφοί της μονής δεν είναι καμωμένοι να εκτελούν όλοι όλες τις αρετές, αλλ’ ο καθένας έχει να εκτελεί και διακονεί κάτι άλλο. Γι’ αυτό μόλις και μετά δυσκολίας θα βρεις μία ή δύο από τις αρετές μαζί στον ίδιο υπήκοο (και αυτό δεν είναι καθόλου θαυμαστό, διότι είναι μέλη εκ μέρους), από τον προϊστάμενο όμως απαιτείται να έχει όλες τις αρετές ο ίδιος, και όχι μόνο τις ψυχικές, αλλά και τις σωματικές, ή καλύτερα μαζί με τις αρετές και τα μυστικά και μεγάλα χαρίσματα. Όπως δηλαδή η κεφαλή του ανδρός έχει βέβαια από την εξωτερική διάπλαση και ευπρέπεια την ομορφιά και το πολύ τίμιο, όμως, εάν δεν έχει και τον νου και τις αισθήσεις σώες και ακέραιες, είναι για όλους άχρηστος και άτιμος, έτσι λοιπόν και ο προϊστάμενος· οφείλει όχι μόνο να κοσμείται και ν’ ακτινοβολεί από τις ψυχικές και σωματικές αρετές, αλλά και να είναι στολισμένος πολύ περισσότερο από τα πνευματικά χαρίσματα, επειδή άλλο είναι η αρετή και άλλο το χάρισμα. Οι αρετές δηλαδή επιτυγχάνονται από προσωπική μας προθυμία και συγκεντρώνονται από δικούς μας κόπους, ενώ τα πνευματικά χαρίσματα είναι δώρα του Θεού που δίδονται σ’ εκείνους που αγωνίζονται» (ΕΠΕ ΦΙΛΟΚΑΛΙΑ ΤΟΜΟΣ 19Δ,189-191)
«(Μιλά ο Χριστός στο Συμεών για την κακή κατάσταση των λαϊκών) Όσοι μ’ υβρίζουνε λοιπόν κι όσοι με λοιδορούνε, πώς κι όσοι με κατηγορούν να υποταχτούν σ’ εσένα (ως ποιμένα) ή πώς θα σε καταδεχτούν, πες μου, για δάσκαλό τους; Κι οι λύκοι σαν ποιμένα πώς τα ’χα θα σε λογιάσουν, πώς θ’ ακολουθήσουν τη φωνή σου αφού θηρία είναι; Έβγα και φύγε, γλίτωσε από ανάμεσά τους· και συ ο ίδιος αν σωθείς, θα ’ναι αρκετό για σένα. Αλλά αν τον κόσμο σώσεις συ και τον εαυτό σου χάσεις, ποιό από τον κόσμο τ’ όφελος χαρά σ’ εσέ που εσώθης; Δε θέλω να ’σαι εσύ βοσκός εκείνου που δε θέλει. Κοίταξε πώς το φύλαξα τούτο κι εγώ στον κόσμο· είμαι αυτών που θέλουνε ποιμένας και δεσπότης» (19ΣΤ,223, στίχ. 42-52)
«(τα χαρίσματα στην Εκκλησία) Η σκαπάνη και το δρέπανο, το πριόνι, το μαχαίρι η αξίνα, η λόγχη, το ραβδί, το ξίφος και το τόξο, το βέλος κι όλα τα λοιπά τα εργαλεία του βίου, καθένα έχει ξεχωριστά το έργο το δικό του, που δεν το πήρε μόνο του, αλλά από εμάς μονάχα. Γιατί ο τεχνίτης σύμφωνα με το σκοπό που θέλει το κατασκευάζει κι ενεργεί κάθε εργαλείο με τέχνη. Γι' αυτό η σκαπάνη δεν μπορεί χωράφια να θερίζει, το δρέπανο να οικοδομεί κι η μάχαιρα να χτίζει, ούτε με πριόνι σκάβουμε, δε ράβουμε με αξίνα, ξύλα δεν κόβει το ραβδί, η λόγχη δεν πριονίζει, ούτε το ξίφος σφεντονά κι ούτε το τόξο κόβει, μα όλα μεταχειρίσου τα όπως πρέπει το καθένα. Κι αν όχι για ό,τι έγιναν μα σε αλλά τα εφαρμόσεις, πάει άχρηστη όλη σου η ζωή μαζί και κάθε πράξη. Σκέψου, κι εμάς έτσι ο Θεός μας έχει δημιουργήσει· κάθε πιστός το έργο του μες στη ζωή να κάνει, άλλους δασκάλους βάζοντας και να μαθαίνουν άλλους, άλλους να ναι άρχοντες πολλών και τούτοι να υπακούνε, σ’ αυτούς σοφίαν έδωσε σ’ άλλους γνώση και λόγο, να προφητεύουν μερικοί ή να μιλούν σε γλώσσες, σε άλλους να θαυματουργούν και θαύματα να κάνουν, άλλους τους έκανε οδηγούς. Πνευματικά είναι τούτα, μα κι άλλα ας αναφέρομε χαρίσματα του πλάστη που στους ανθρώπους έδωσε ταιριαστά στον καθένα· ένα στο σώμα δυνατό κι ωραίο τον άλλο κάνει κι εκείνον πιο καλή φωνή να έχει από τους άλλους και μ’ ένα λόγο χάρισε χάρισμα στον καθένα άνθρωπο όπως του ταίριαζε και το προτέρημά του, όπως μονάχα ξέρει ο Θεός ο δημιουργός των όλων να ενεργεί ό,τι χρήσιμο άρρητα στη ζωή μας. Γι’ αυτό κι είναι επιτήδειος καθένας μας στην τέχνη, όχι σε όποιαν θέλει αυτός, μα για όποια είναι πλασμένος γι’ αυτήν είναι κατάλληλος κι έχει και δεξιοσύνη» (19ΣΤ, 369-371)
(Η συλλογή των κειμένων έγινε από τον π. Νικόλαο Πουλάδα)