«Επάλαισε (ο Συμεών) με πολλούς πειρασμούς για την δικαιοσύνη και διαφύλαξε έως το τέλος αήττητο το μαρτύριο της συνειδήσεώς του» (ΕΠΕ ΦΙΛΟΚΑΛΙΑ ΤΟΜΟΣ 19Α,σελ.105)
«Η δε φύση του σώματος (του οσίου Συμεών) αλλοιωνόταν προς την αφθαρσία εξερχόμενη από την ταπείνωσή της με την επενέργεια μιας ανώτερης δύναμης, αρπαζόταν πάλι σε οπτασίες και αποκαλύψεις Κυρίου και προθεωρούσε την έκβαση των μελλόντων πραγμάτων» (19Α,151)
«Αλλά ζώντας (ο πιστός) σαν γίγας ανάμεσα σε πιθήκους ή λέων βρυχόμενος ανάμεσα σε σκύλους και αλεπούδες, έχει πεποίθηση στον Κύριο και τους καταπλήσσει με το σταθερό του φρόνημα και τους τρομοκρατεί κινώντας τον σοφό λόγο σαν σιδερένια ράβδο» (19Α, 433)
«Ο Κύριος που μας χαρίζει τα υπέρ αίσθηση, μάς δίδει δια του Πνεύματός του άλλη αίσθηση υπέρ αίσθηση, ώστε δι’ όλων των αισθήσεων να αισθανόμαστε τρανώς και καθαρώς κατά υπερφυή τρόπο τις υπέρ αίσθηση δωρεές και τα χαρίσματά του» (19Α,459)
«Αυτός που έχει αποκτήσει τον ουράνιο πλούτο, δηλαδή την παρουσία και ενοίκηση εκείνου που είπε, «εγώ και ο Πατήρ θα έλθουμε και θα κάνουμε σ’ αυτόν την διαμονή μας», γνωρίζει ενσυνειδήτως πόση χάρι απήλαυσε, γνωρίζει πόσου και ποιου είδους θησαυρό έχει στα ανάκτορα της καρδιάς του. Διότι διαλεγόμενος με τον Θεό ως φίλος προς φίλο, παρουσιάζεται με θάρρος ενώπιον του κατοικούντος στο απρόσιτο φως»(19Α,461)
«Οι άγιοι που έρχονται δια της τηρήσεως των εντολών μετά τους προηγουμένους αγίους από γενεά σε γενεά, προσκολλώμενοι σ’ αυτούς, ελλάμπονται παρομοίως μ’ εκείνους και παίρνουν κατά μέθεξη την χάρι του Θεού και γίνονται σαν χρυσή αλυσίδα· ο καθένας τους είναι κρίκος που συνδέεται προς τον προηγούμενο με την πίστη και τα έργα και την αγάπη, ώστε να γίνονται και όλοι μαζί να είναι μία σειρά στον ένα Θεό που δεν μπορεί να διαρραγή εύκολα» (19Α, 477)
«Πολλοί μακάρισαν τον ερημικό βίο, άλλοι τον μικτό, δηλαδή τον κοινοβιακό, άλλοι δε το να κυβερνούν λαό, να νουθετούν, να διδάσκουν και να διοικούν εκκλησίες· από αυτά τα λειτουργήματα πολλοί διατρέφονται ποικιλοτρόπως, σωματικώς και ψυχικώς. Εγώ όμως δεν προέκρινα των άλλων κανένα από αυτούς ούτε θα θεωρούσα τον ένα άξιο επαίνου και τον άλλον άξιο ψόγου, αλλά σε κάθε περίπτωση και σε όλα τα έργα και τις πράξεις παμμακάριστος είναι ο βίος για τον Θεό και κατά τον Θεό» (19Α, 515)
«Έτσι και οποίος έλαβε ευσυνειδήτως μέσα του τον Θεό, πέρασε όλη την άγια Γραφή κι’ εκαρπώθηκε όλη την από την ανάγνωση ωφέλεια· και δεν θα χρειαστεί λοιπόν πλέον ανάγνωση βιβλίων (για ποιόν λόγο άλλωστε θα χρειαζόταν αυτός που έχει σύντροφο τον εμπνευστή αυτών που έχουν γράψει τις θείες Γραφές και μυείται από εκείνον τα απόρρητα των αποκρύφων μυστηρίων, αλλά θα είναι αυτός βίβλος θεόπνευστος στους άλλους, που φέρει νέα και παλαιά μυστήρια, γραμμένα σ’ αυτήν με τον δάκτυλο του Θεού, αφού εξετέλεσε και κατέπαυσε από όλα τα έργα του στον Θεό, που είναι η υψίστη τελειότης» (19Α, 539)
«Όταν άκουγα να λένε ομόφωνα ότι δεν υπάρχει τώρα πλέον τέτοιος άγιος επί της γης, έπεφτα σε μεγαλύτερη λύπη. Πλην όμως αυτό δεν το πίστεψα, αλλά απαντούσα προς αυτούς, καθώς γνωρίζεις, Δέσποτα Χριστέ, και έλεγα· «Κύριέ μου, ελέησον. Τόσο λοιπόν δυνατότερος από τον Δεσπότη Θεό έγινε ο Διάβολος για να τους παρασύρει όλους με το μέρος του και να τους κάνει οπαδούς του, ώστε να μην απομείνει κανείς με το μέρος του Θεού;»»(19Α,553-555)
«Εάν λοιπόν οι άγιοι είναι όμοιοι του Θεού και τόσο θα γνωρίσουν τον Θεό, όσο ο Θεός γνώρισε αυτούς, και όπως γνωρίζει ο Πατήρ τον Υιό και ο Υιός τον Πατέρα, έτσι πρέπει και οι άγιοι να βλέπονται και να γνωρίζονται μεταξύ τους, αλλά κι εκείνοι που ποτέ δεν ειδώθηκαν μεταξύ τους σωματικώς σ’ αυτόν τον κόσμο, πρέπει τότε να γνωρίζονται μεταξύ τους» (19Β, 213)
«Η άγια πάλι αγάπη είναι το παντουργό και παντοδύναμο φως, πολύ και ασυγκρίτως λαμπρότερο από αυτό το ηλιακό φως· αυτή εγγίζει τις καρδιές αυτών, τις αυξάνει καθημερινά και τις πληροί τελείως διότι δεν παύει όπως το φως της σελήνης, αλλά συντηρείται πάντοτε ολόφωτη με τον ζήλο και την αγαθοεργία των άγιων». (19Β, 411)
«Αυτό λοιπόν το μακάριο πάθος [τη θέα-μέθεξη Θεού] (και θα μιμηθώ σ’ αυτό εκείνον που είπε, «παρουσιάσθηκε και σ’ εμένα σαν έκτρωμα», αξιωθήκαμε με πολλές δεήσεις να πάθουμε κι εμείς (μιλά ο Συμεών) οι απερριμμένοι, με την φιλανθρωπία και την χάρη του Θεού, και δι’ αυτού διδαχθήκαμε μυστικώς την πείρα όλων των λεχθέντων με αίσθηση, δράση και γνώση, και παίρνοντας αυτά, προς ωφέλεια μαζί και προτροπή εκείνων που επιθυμούν να αναζητήσουν και να εύρουν τον Θεό, τα παραδώσαμε εγγράφως» (19Β,419-421)
«Γι’ αυτό όλοι οι τελειωμένοι σε αγιωσύνη και αρετή σώθηκαν δωρεάν και όχι από τα δίκαια έργα τους, και όχι μόνο αυτοί αλλά και οι μετέπειτα τελειούμενοι όλοι έτσι θα σωθούν» (19Γ,71)
«Όταν φθάσει και στο μέτρο της τελειότητας της γνώσεως του Χριστού και αποκτήσει τον Χριστό και τον νου του Χριστού πραγματικά , τότε ευρίσκεται σαν να μη γνωρίζει ή να μη έχει τίποτε εντελώς και θεωρεί τον εαυτό του ως αχρείο και ευτελή δούλο· και το θαυμαστό και υπεράνω της φύσεως είναι ότι δεν πιστεύει ότι σε όλον τον κόσμο υπάρχει άνθρωπος κατώτερος και αμαρτωλότερος από αυτόν. Το πώς συμβαίνει αυτό, δεν μπορώ να το ειπώ· αυτό μόνο κατόρθωσα να καταλάβω σ’ αυτό το επαινετό πάθος· και είναι το εξής. Όταν η ψυχή αποκτήσει ποιότητα και η διάνοια της εμβαφεί δια του Πνεύματος στα βάθη της ταπεινοφροσύνης εν Χριστω τω Θεώ, όταν απ’ αυτή την ώρα αγνοήσει όλον τον κόσμο και τους ευρισκομένους στον κόσμο, και καθορά πάντοτε μόνο τον εαυτό της και μόνα τα δικά της, όταν χρονίσει σ’ αυτήν την μελέτη και φθάσει στην έξη της, τότε βλέπει μόνο τον εαυτό της αληθινά εξουθενωμένο και ευτελέστατο και δεν πείθεται ότι θα είναι κανείς τέτοιος ανάμεσα σε όλους τους ανθρώπους του κόσμου. Έτσι λοιπόν όσο θεωρεί κανείς τον εαυτό του με αίσθηση ψυχής ευτελέστερο και ταπεινότερο από όλους τους ανθρώπους, τόσο θα γίνει πρώτος από όλους τους άλλους»(19Γ,109-111)
"Εάν λοιπόν, τον τιμήσεις (το Χριστό) και τον αποδεχθείς, του δώσεις τόπο και του προσφέρεις ησυχία, γνώριζε καλά ότι θα ακούσεις από τους θησαυρούς του Πνεύματος τα απόρρητα· κι αυτό όχι πέφτοντας επάνω στο Δεσποτικό στήθος, όπως παλαιά ο αγαπημένος του Χριστού Ιωάννης, αλλά φέροντας στο στήθος σου όλον τον Λόγο του Θεού. Θα θεολογήσεις καινούργιες και παλαιές θεολογίες, θα κατανοήσεις καλώς όλες τις θεολογίες που ειπώθηκαν κι εγράφηκαν ήδη, και θα γίνεις εύηχο όργανο που θα ανακρούει και θα φθέγγει επάνω από κάθε μουσική» (19Γ,195)
«(Μιλά ο Κύριος) Εσείς δεν λέγατε, Αυτό είναι κατόρθωμα των αποστόλων, αυτό είναι των μεγάλων άγιων! Διότι ποιός άλλος μπορεί να το κάνει; Άθλιοι, γιατί και εσείς δεν γινόσασθαν άγιοι; Δεν με ακούγατε να λέγω, «γίνεσθε άγιοι, διότι εγώ είμαι άγιος», και εσείς εξακολουθήσατε να μένετε στην ακαθαρσία των μολυσμών και των ανομιών σας’;» (19Γ,455)
«Έτσι λοιπόν, οι πατέρες από πατέρες, οι φίλοι και συγγενείς από φίλους και συγγενείς, οι αδελφοί από αδελφούς, οι δούλο και ελεύθεροι από δούλους και ελευθέρους, οι πλούσιοι και φτωχοί από πλουσίους και φτωχούς, οι έγγαμοι από όσους διέπρεψαν στον γάμο, οι ανύπανδροι από εκείνους που έζησαν άγαμοι, και γενικά κάθε αμαρτωλός άνθρωπος κατά την φοβερή ημέρα της κρίσεως θα δει στην αιώνια ζωή και μέσα στο απερίγραπτο εκείνο φως τον όμοιό του απέναντί του και θα κριθεί απ’ αυτόν. Τι εννοώ μ’ αυτό που λέγω; Αφού ρίψει ο καθένας από τους αμαρτωλούς το βλέμμα του προς τον όμοιό του, βασιλεύς προς βασιλέα, άρχων προς άρχοντα, αμετανόητος πόρνος προς μετανοημένο πόρνο, φτωχός προς φτωχό και δούλος προς δούλο, και αφού αναλογισθεί ότι και εκείνος ήταν άνθρωπος, που είχε την ίδια ψυχή, τα ίδια χέρια, τα ίδια μάτια και γενικά ίδια όλα τα άλλα, και συνυπήρχε μ’ αυτόν στη ζωή και είχε το ίδιο αξίωμα, την τέχνη, το επάγγελμα, αλλά δεν θέλησε να τον μιμηθεί, αμέσως θα φράξει το στόμα του και θα μείνη αναπολόγητος, χωρίς να έχει απολύτως τίποτε να πει. Όταν λοιπόν θα δουν στα δεξιά του οι κοσμικοί κοσμικούς και οι αμαρτωλοί βασιλείς αγίους βασιλείς, και οι ύπανδροι πλουσίους και υπάνδρους αγίους, και όλοι όσοι είναι στα βάσανα όταν δουν όμοιούς τους στη βασιλεία των ουρανών, θα νοιώσουν τότε τέτοια ντροπή και θα ευρεθούν αναπολόγητοι, όπως ακριβώς ο πλούσιος εκείνος είδε τον Λάζαρο στους κόλπους του Αβραάμ, ενώ εκείνος τηγανιζόταν μέσα στη φωτιά» (19Γ,461-3)
«Να μην υστερήσομε από τους πατέρες μας τους αγίους, αλλά με τη φροντίδα για τα καλά και την εργασία των εντολών του Χριστού να φθάσουμε σε τέλειον άνδρα από άποψη πνευματική, στα μέτρα της πνευματικής ωριμότητας κατά την οποία αποκτά κανείς την τελειότητα του Χριστού. Διότι τίποτε δεν υπάρχει που να μας εμποδίζει, αρκεί μόνο να θελήσουμε» (19Δ,61)
«Όλος ο έπαινος και ο μακαρισμός των άγιων συνίσταται από τα εξής δύο, από την ορθόδοξη δηλαδή πίστη και τον επαινετό βίο, και από τη δωρεά του αγίου Πνεύματος και τα χαρίσματά του. Σ’ αυτά τα δύο ακολουθεί το τρίτο. Διότι όταν βιώσει κανείς καλώς και θεοφιλώς με ορθόδοξο φρόνημα και χαριτωθεί από τον Θεό και δοξασθεί με τη δωρεά του Πνεύματος, τον ακολουθεί ο έπαινος και ο μακαρισμός από όλη την Εκκλησία των πιστών» (19Δ,65)
«Ήλιος χωρίς φως, πώς θα μπορούσε να λεχθεί ήλιος; Και άνθρωπος χωρίς την κοινωνία του παναγίου Πνεύματος πώς θα μπορούσε να ονομασθεί άγιος;» (τ. 19Δ, σ. 67).
«Αν και κρύβονται οι άγιοι, τους φανερώνει ο Θεός, ώστε άλλοι να γίνουν ζηλωτές τους, και άλλοι να μη έχουν δικαιολογία. Και όσοι θέλουν να ζουν μέσα στους θορύβους, σε κοινόβια, στα όρη και σε σπήλαια, αν πολιτεύονται αξίως σώζονται και αξιώνονται μεγάλων αγαθών από τον Θεό από την πίστη μόνο σ’ αυτόν, ώστε, όσοι αποτυγχάνουν εξ αίτιας της αδιαφορίας τους, να μην έχουν τίποτε να πουν κατά την ημέρα της κρίσεως. Διότι είναι αψευδής, αδελφοί μου, εκείνος που υποσχέθηκε τη σωτηρία με βάση την πίστη μόνο σ’ αυτόν» (19Δ,261)
«Όλα αυτά τα πιστεύομε πραγματικά μόνο με τον λόγο, ενώ με τα έργα τα άρνούμαστε. Δεν διακηρύσσεται παντού το όνομα του Χριστού, στις πόλεις, στις κωμοπόλεις, στα κοινόβια και στα όρη; Αναζήτησε, εάν θέλεις, και ερεύνησε με προσοχή, εάν τηρούν τις εντολές του. Και μόλις θα μπορέσεις, πράγματι, να βρεις μέσα στις χιλιάδες και μυριάδες έναν να είναι Χριστιανός με έργα και λόγια. Δεν είπε ο Κύριός μας και Θεός με το άγιο Ευαγγέλιο, «οποίος πίστεψε σε εμένα, τα έργα που κάμνω εγώ θα τα κάνει και εκείνος, αλλά και περισσότερα από αυτά θα κάνει»; Ποιος λοιπόν από εμάς τολμά να πει, «Εγώ κάμνω έργα του Χριστού και πιστεύω ορθώς στον Χριστό»; Δεν βλέπετε, αδελφοί, ότι πρόκειται να βρεθούμε άπιστοι κατά την ημέρα της κρίσεως και θα υποστούμε χειρότερη τιμωρία από εκείνη που θα υποστούν εκείνοι που δεν γνώρισαν καθόλου τον Κύριο;»(19δ, 263-265)
«Δεν ανέχομαι να μη πω όσα είδα και όσα στην πράξη και με θεία εμπειρία θαυμάσια γνώρισα, αλλά τα διακηρύσσω και σ’ όλους τους υπόλοιπους σα να βρίσκομαι ενώπιον του Θεού, λέγοντας με μεγάλη φωνή· ‘Τρέξτε όλοι προτού κλεισθεί με τον θάνατο η θύρα της μετάνοιας» (19Δ,481)
««Γίνεσθε άγιοι, διότι εγώ είμαι άγιος». Εάν όμως δεν θέλεις και δεν γίνεσαι, γνώριζε ότι εσύ καταδίκασες τον εαυτό σου, επειδή ούτε θέλησες ούτε προτίμησες να γίνεις· διότι, εάν θέλεις να γίνεις, μπορείς» (19Δ, 491)
«(μΙλά ο Συμεών) Εγκαταλείποντας κάθε άλλη εργασία και πράξη της ζωής και αφού μου φανέρωσε ο αγαθός άνδρας (ο Πνευματικός του) τον τόπο όπου ήταν ο θησαυρός (η Αγία Γραφή), πηγαίνοντας εκεί δεν έπαυσα να σκάβω σε βάθος το όρυγμα, μέχρι που άρχισε να φαίνεται από επάνω ο θησαυρός μαζί με το χώμα. Αφού λοιπόν κόπιασα πολύ σκάβοντας και πετώντας το χώμα, και είδα από επάνω απλωμένον κάτω όλον τον θησαυρό, όπως νομίζω, της γης, αμιγή και απαλλαγμένο από κάθε βρωμιά, κράζω από τότε που τον είδα και φωνάζω προς εκείνους που δυσπιστούν και δεν θέλουν να κοπιάσουν και να σκάψουν, αυτά· ‘Ελάτε να δείτε όλοι εσείς που δυσπιστείτε για τις θείες Γραφές’» (19Δ,495)
«Αυτοί (όσοι είδαν το φως) και στο κορύφωμα της δόξας νιώθουν ταπεινοί και μες στη φτώχεια τους είναι όλοι δόξα. Αυτοί έχουν βασιλεία τη φτωχοζωή τους κι ως φτώχεια τη βασιλεία θεωρούν… Αυτοί πρόσωπο ανθρώπου δεν φοβούνται, γιατί το πρόσωπο ατενίζουν του Κυρίου… Τον ασύληπτο έχουν πλούτο αποκτήσει και κοπριά όλα του κόσμου λογαριάζουν» (19Ε,273, στίχ. 87-90,96-7 & 100-101)
«Ωστόσο δεν τη νιώσαμε τη χάρη σου όλοι, ούτε το φωτισμό κι ούτε τη μέθεξη, ούτε πώς έτσι γεννηθήκαμε και τούτο μόλις ένας στους χίλιους είτε ένας στους δέκα χιλιάδες ένιωσε στη μυστική θεωρία τη χάρη» (19ΣΤ,311,στίχ.157-161)
«Τρέξετε, όσοι απ’ του Θεού κι απ’ των αγίων του όσοι τον εαυτό σας νιώθετε έξω απ’ τα χέρια να ’ναι. Τρέξετε αναπόσπαστα μαζί τους να δεθείτε με πίστη κι αγάπη θερμή κι όλη την προαίρεσή σας, πετάξτε κάθε φρόνημα και θέλημα δικό σας και τις ψυχές αφήστε τις στα χέρια τα δικά τους σαν τα εργαλεία τα άψυχα που τίποτα δεν κάνουν έξω απ’ τα χέρια ούτε ενεργούν καθόλου ούτε κινούνται. Δικό σας κάντε φρόνημα όσα φρονούν εκείνοι, επίσης και το άγιο το θέλημα εκείνων, που θέλημα είναι του Θεού, πράξτε κι εσείς» (19ΣΤ,377-379 στίχ.146-155)
«Από όσους τώρα είμαστε ιερείς ποιος είναι που έκανε τάχα κάθαρση των ανομιών του κι έτσι ν’ αγγίξει τόλμησε την ιερωσύνη; Και ποιος με παρρησία θα ομολογούσε, πως καταφρόνησε την κάτω δόξα κι είναι ιερέας της άνω δόξης μόνο; Ποιος είναι που έχει το Χριστό μόνο αγαπήσει κι έχει περιφρονήσει χρήματα και πράγματα; Ποιος στ’ απαραίτητα μονάχα αρκέστηκε;» (19ΣΤ,411, στίχ. 157-164)
(Η συλλογή των κειμένων έγινε από τον π. Νικόλαο Πουλάδα)