136. «κατώκησεν εις πόλιν λεγομένην Ναζαρέτ» (Ματθ. β' 23).
Η Αγία Οικογένεια, μετά την επιστροφή της από την Αίγυπτο, εγκαταστάθηκε και πάλι στη Ναζαρέτ. Πόσα μεγάλα και θαυμαστά είχαν συμβή εν τω μεταξύ! Η γέννησις του Ιησού, η προσκύνησις των ποιμένων, η επίσκεψις των Μάγων, η φυγή στην Αίγυπτο... Και τώρα πάλι στη Ναζαρέτ!
Η ζωή μας δεν μπορεί να είναι σε συνεχή έξαρσι. Δεν μπορούμε να ζούμε συνεχώς στις κορυφές. Η ζωή συνήθως είναι μια προσγείωσις ή καλύτερα, μια συνεχής εναλλαγή προσγειώσεων και απογειώσεων. Το θέμα είναι ότι και τις δυο αυτές φάσεις πρέπει να τις ζούμε εν Θεώ και όταν βρισκόμαστε στα ύψη της εξάρσεως, της εμπνεύσεως, της προσευχής και όταν είμαστε προσγειωμένοι στη ρουτίνα της καθημερινότητος. Να λατρεύωμε τον Θεό την Κυριακή, μέσα στον «οίκον του Κυρίου», αλλά και τη Δευτέρα το πρωί και όλη την εβδομάδα, μέσα στο σπίτι, στο γραφείο, στο εργοστάσιο, στο σχολείο, στο νοσοκομείο... Όταν η Αγία Οικογένεια γύρισε στη Ναζαρέτ, εγκαταστάθηκε όχι μέσα σε Ναό ή σε Συναγωγή, αλλά σε ένα συνηθισμένο σπιτάκι, μιας κάποιας γειτονιάς... Όμως, το μικρό εκείνο σπίτι το μετέτρεψε σε ναό, σε ουρανό, σε χερουβικό παλάτι. Το σπίτι μας δεν είναι ένας διακεκριμένος τόπος. Μια γωνιά της γης είναι. Ένα ανώνυμο διαμέρισμα κάποιας πολυκατοικίας, ένα σπιτάκι μιας κάποιας ανθρώπινης συνοικίας και γειτονιάς. Κι’ όμως αυτή τη γωνιά της γης μπορούμε να την (μεταμορφώσωμε σε ουρανό, σε ναό του Θεού, σε «κατ’ οίκον Εκκλησία» (Ρωμ. ιστ' 5). Όταν μέσα στο σπίτι ζούμε με ανοχή, υποχωρητικότητα, με αγάπη δηλαδή, τότε ο χώρος αγιάζεται και μεταμορφώνεται σε ναό του Θεού. Πολύ ωραία διατυπώνει την έννοια αυτή ο Ωριγένης, λέγοντας ότι «πάς τόπος χρήζει Ιησού Χριστού» (ΡG 12,1021D).
(Μητροπολίτου Αχελώου Ευθυμίου Στυλίου, Η Πρώτη, εκδ. Γρηγόρη)