Είναι το μυστήριο που ιδρύθηκε από τον Κύριο για να καλύψει μια βαθιά ανάγκη του πληρώματος της Εκκλησίας. Επειδή ο άνθρωπος μετά το βάπτισμά του — στο οποίο έλαβε άφεση αμαρτιών και αναγεννήθηκε πνευματικά— δεν παύει να κάνει αμαρτίες υποκύπτοντας στην αμαρτητική ορμή της φύσεως, ο πανάγαθος Κύριος ίδρυσε ειδικό μυστήριο για ν’ αντιμετωπίζονται οι δύσκολες ώρες της ζωής των πιστών, να λαμβάνουν άφεση των αμαρτημάτων τους και ν’ απαλλάσονται από το βάρος της ένοχης που προέρχεται από τα παραπτώματά τους. θα λέγαμε λοιπόν, ότι η μετάνοια είναι το ιερό μυστήριο κατά το οποίο αυτός που μετανιώνει ειλικρινά για τ’ αμαρτήματά του και τα εξομολογείται στον πνευματικό της Εκκλησίας λειτουργό λαμβάνει άφεση αμαρτιών, ανακτώντας τη δικαίωση που τυχόν έχασε δια της αμαρτίας, γινόμενος και πάλι φίλος και τέκνο αγαπητό του Θεού.
Η μετάνοια ορθώς χαρακτηρίζεται ως βάπτισμα δεύτερο, γιατί σ’ αυτή επαναλαμβάνονται στις ψυχές τα σωτήρια αγαθά του πρώτου βαπτίσματος, η άφεση δηλαδή των αμαρτιών και η εξάλειψη της ενοχής καθώς και των απορρεουσών από την αμαρτία ποινών. Οι ονομασίες του μυστηρίου, ανάλογα με την άποψη από την οποία εξετάζεται και τα αποτελέσματα που έχει, είναι: μετάνοια, εξομολόγηση, εξαγόρευση, confession, absolutio κ.α.
(Ανδρέου Θεοδώρου «Απαντήσεις σε ερωτήματα συμβολικά», εκδόσεις Αποστολική Διακονία, σελ. 262-263)