Κατά την ώρα της αναγνώσεως της συγχωρητικής ευχής από τον ιερέα. Όταν ο λειτουργός της Εκκλησίας διαγνώσει ειλικρινή μετάνοια στον εξομολογούμενο, τότε τον απολύει από την ενοχή της αμαρτίας, διαβάζοντάς του την καθιερωμένη από την Εκκλησία ευχή. Ο ιερέας απολύει τον αμαρτωλό σαν κριτής, ασκώντας την εξουσία που του έδωσε ο Θεός να συγχωρεί αμαρτίες. Κάνει κάτι ανάλογο με τον κοσμικό δικαστή, ο οποίος έχει από την πολιτεία την εξουσία να κρίνει τις παραβάσεις των νόμων από τους πολίτες με τη διαφορά ότι, ενώ ο κοσμικός δικαστής αθωώνει ή καταδικάζει τους πολίτες, του ιερέα η ψήφος είναι μόνο αθωωτική, ποτέ δε καταδικαστική.
Και μια λέξη ακόμη· ενώ ο ορθόδοξος ιερέας, σύμφωνα με το πνεύμα της Ορθοδοξίας και στην ιδιότητά του ως αντιπροσώπου και οργάνου του Χριστού, του ιδρυτή των μυστηρίων, ικετεύει το Θεό να συγχωρήσει δι’ αυτού τον αμαρτωλό, ο ιερέας της Δυτικής Εκκλησίας σύμφωνα με το πνεύμα της να εξαίρει τον κλήρο υπέρ το λαό, απολύει τον αμαρτωλό αυτοδικαίως (ipso jure).
(Ανδρέου Θεοδώρου «Απαντήσεις σε ερωτήματα συμβολικά», εκδόσεις Αποστολική Διακονία, σελ. 266-267)