Το μυστήριο της ιεροσύνης τελούμενο δι’ επιθέσεως των χειρών (εξ ου και χειροτονία) μαρτυρείται επαρκώς στην Αγία Γραφή. Έτσι όσοι καθίσταντο σ’ έναν από τους τρεις ιερατικούς βαθμούς το πετύχαιναν δια της επιθέσεως των χειρών των Αποστόλων και κατόπιν προσευχής. Για τον ιερατικό βαθμό των διακόνων λέγεται, ότι οι Απόστολοι «προσευξάμενοι επέθηκαν αυτοίς τας χείρας». Πρεσβυτέρους δε διώριζαν δια χειροτονίας στις κατά τόπους Εκκλησίες ο Παύλος και ο Βαρνάβας. Ομοίως και οι Απόστολοι κατέλιπον δια χειροθεσίας διαδόχους αυτών στο επισκοπικό αξίωμα, όπως ο Παύλος τον Τιμόθεο στην Έφεσο και τον Τίτο στην Κρήτη. Τέλος και οι επτά άγγελοι των Εκκλησιών οι μνημονευόμενοι στην 'Αποκάλυψη, είναι και αυτοί επίσκοποι διαφέροντες των Αποστόλων μόνο κατά το όνομα και όχι κατά το αξίωμα. Βεβαίως σ’ όλες τις περιπτώσεις αυτές δεν λέγεται ότι η χειροθεσία, που αποτελεί το ορατό μέρος του μυστηρίου, διατάχθηκε από τον Κύριο. Εντούτοις δυνάμεθα να συναγάγουμε, ότι ένα τέτοιο έργο που είναι τόσο σημαντικό για τη ζωή της Εκκλησίας δεν μπορούσε να γίνει απλά και αυθαίρετα από τους Αποστόλους, αν δεν είχαν λάβει ειδική εξουσιοδότηση από τον Κύριο. Αυτό εξυπακούεται και από όσα η Γραφή λέγει για το έργο των πρεσβυτέρων στην Έφεσο, ότι το «Άγιον Πνεύμα έθετο αυτούς επισκόπους ποιμαίνειν την Εκκλησίαν του Θεού».
Η χάρη που χορηγείται δια του μυστηρίου είναι η πνευματική εξουσία προς επιτέλεση των ιερατικών καθηκόντων, μαζί με ειδική αντίληψη από το Θεό για θεάρεστη επιτέλεση των ιερών λειτουργιών και για βίο θεοφιλή και ενάρετο. Όπως είπαμε πιο πάνω, η ιερατική χάρη χορηγείται διαφόρως στους τρεις ιερατικούς βαθμούς.
(Ανδρέου Θεοδώρου «Απαντήσεις σε ερωτήματα συμβολικά», εκδόσεις Αποστολική Διακονία, σελ. 273-274)