149.«υπήντησας τη Παρθένω δωρούμενος την ζωήν» (II).
Η Κ. Διαθήκη δεν αναφέρει ιδιαίτερη συνάντησι του αναστάντος Χριστού με την Θεοτόκο. Η Παράδοσις όμως δέχεται, ότι ο Ιησούς εμφανίσθηκε πρώτα στην Παναγία Μητέρα Του. «Εάν ο Ιησούς εφανερώθη εις την Μαρίαν την Μαγδαληνήν, εις τους Μαθητάς Του τόσας φοράς και εις τους υπερπεντακοσίους αδελφούς (Β' Κορ. ιε' 5-6) πώς θα άφινε την Μητέρα Του έξω από την γενική αυτή χαρά; Υπάρχουν εκκλησιαστικοί διδάσκαλοι και συγγραφείς, όπως ο Γρηγόριος ο Παλαμάς, ο Νικηφόρος Κάλλιστος και ο συγγραφεύς του λόγου εις το Πάσχα που φέρει το όνομα του Γρηγορίου Νύσσης, οι οποίοι φρονούν ότι η υπεραγία Θεοτόκος είδε τον αναστάντα υιόν της. Αυτήν την αντίληψιν εκφράζει και ο Ρωμανός ο Μελωδός, εις ένα ύμνον του, όταν παρουσιάζη τον Εσταυρωμένον να λέγη προς την Θεομήτορα: «Θάρσει, Μήτερ, ότι πρώτη με οράς από των τάφων» (X, 170 Βλ. και Κ, 215) . Ότι όμως η Θεοτόκος είδε τον Αναστάντα είναι βέβαιο, διότι η Παναγία ήταν πάντοτε μαζί με τους Μαθητάς στο Υπερώον, όπου εμφανίσθηκε επανειλημμένα ο Ιησούς. Γι’ αυτό και ένας ύμνος λέει: «Τοις Μαθηταίς συνέχαιρες, ότι Χριστόν εώρακας αναστάντα» (ΙΙ).
Η χαρά της Θεοτόκου για την Ανάστασι Του Χριστού (πρβλ. «Συ δε αγνή τέρπου Θεοτόκε εν τη εγέρσει του τόκου σου», βλ. και Ζαχ. β' 14) δεν ήταν η χαρά μητέρας που ξανάβλεπε ζωντανό το πεθαμένο παιδί της (πρβλ. Λουκ. ζ' 11- 16). Η χαρά της Θεοτόκου ήταν χαρά για τον θρίαμβο της πίστεως της, ότι ο Ιησούς ήταν ο Υιός του Θεού. Η ανάστασις του Χριστού ήταν και για τη Θεοτόκο επιβράβευσις της πίστεως και της αληθείας, ότι ο Ιησούς ήταν «ο Χριστός, ο Υιός του Θεού του ζώντος» (Ματθ. ιστ' 16). Η Θεοτόκος ήταν πια μέλος της Εκκλησίας του Χριστού, που ιδρύθηκε με το Αίμα του Εσταυρωμένου, «το πηγάσαν εκ της ακηράτου αυτού πλευράς» και θεμελιώθηκε στην πίστι, ότι «ο Ιησούς έστιν ο Χριστός», όπως το δήλωσε ο ίδιος ο Κύριος: «Επί ταύτη τη πέτρα (της πίστεως στην θεότητα μου) οικοδομήσω μου την Εκκλησίαν» (Ματθ. ιστ' 18).
Ό,τι μας κατακυρώνει στην Εκκλησία του Χριστού είναι η πίστις στη θεότητά Του. Χωρίς την πίστι αυτή κανείς δεν γίνεται μέλος της Εκκλησίας. Η πίστις αυτή ενώνει όλα τα μέλη της Εκκλησίας και ειδικώτερα μας συνδέει με τη Θεοτόκο, που ήταν η πρώτη «πιστεύσασα» (Λουκ. α' 45).
Η Ανάστασις του Χριστού δεν ήταν μόνο νίκη του Ιησού, αλλά και θρίαμβος της πίστεως της Θεοτόκου και της Εκκλησίας. Η Ανάστασις ήταν η ολοκλήρωσις του θείου σχεδίου για τη σωτηρία της ανθρωπότητος, αλλά και η πλήρης δικαίωσις της κλήσεως και της αποστολής της Θεοτόκου.
(Μητροπολίτου Αχελώου Ευθυμίου Στυλίου, Η Πρώτη, εκδ. Γρηγόρη)