159. «ηδονής πάρεξ... συνειληφυίαν» (Δ, 154).
Η σύλληψις του Ιησού από την Παρθένο Μαρία έγινε επίσης «ηδονής πάρεξ», χωρίς δηλαδή την μεσολάβησι της γενετησίου ηδονής. Η σύλληψις του Ιησού δεν έγινε κάτω από την πίεσι και την ώθησι της γενετησίου επιθυμίας, αλλά ήταν αποτέλεσμα της ελεύθερης θελήσεως του Θεού και της ελεύθερης συγκαταθέσεως της Θεοτόκου. Για να κατανοήσωμε το θέμα αυτό, πρέπει να επιμείνωμε κάπως περισσότερο.
Οι Πρωτόπλαστοι δημιουργήθηκαν από τον Θεό σε μια κατάστασι «απαθείας», δηλαδή σε μια κατάστασι ελευθερίας από κάθε επιθυμία, ακόμα και από τη γενετήσια. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει, ότι οι Πρωτόπλαστοι δεν είχαν φυσικές και σωματικές επιθυμίες, ή, ειδικώτερα, ότι δεν είχαν γενετήσιο επιθυμία, αλλ’ ότι όλες οι φυσικές και σωματικές επιθυμίες, επομένως και η γενετήσια λειτουργία, βρίσκονταν κάτω από τον απόλυτο έλεγχο του λογικού και εχαλιναγωγούντο από το ανώτερο και κύριο συστατικό του ανθρώπου, το πνεύμα του.
Στην κατάστασι αυτή (της «απαθείας») και για τον πολλαπλασιασμό τους οι άνθρωποι θα χρησιμοποιούσαν τη γεννητική λειτουργία εντελώς ελεύθερα και χωρίς κανένα καταναγκασμό, όπως ακριβώς χρησιμοποιούν σήμερα τις άλλες λειτουργίες και τα όργανα του σώματός των, τα χέρια, τα πόδια κλπ,, για την πραγμάτωσι άλλων σκοπών (άποψις ι. Αυγουστίνου).
Τελικά όμως οι Πρωτόπλαστοι δεν δέχθηκαν τον τρόπο ζωής που σχεδίασε γι’ αυτούς ο Θεός Δημιουργός και ακολούθησαν δικό τους δρόμο. Η «ανυπακοή» αυτή —που συνιστά κυρίως το Προπατορικό αμάρτημα— είχε πολλές αρνητικές συνέπειες πάνω στην ανθρώπινη φύσι και ειδικώτερα στη γενετήσια λειτουργία του ανθρωπίνου οργανισμού, η οποία στη μεταπτωτική πια κατάστασι παρουσιάζει τα εξής χαρακτηριστικά:
α) Το στοιχείο της «ηδονής». Είδαμε, ότι στον Παράδεισο η γενετήσια επιθυμία βρισκόταν κάτω από τον απόλυτο έλεγχο του ανθρώπου και γενικώτερα η σάρκα του εκυριαρχείτο από το πνεύμα. Μετά όμως από την Πτώσι, οι φυσικές επιθυμίες (και η γενετήσια) αποχαλινώθηκαν και υπόταξαν το πνεύμα στη σάρκα. Έγινε δηλαδή μια ανταρσία και μία επανάστασις, η οποία είχε σαν συνέπεια την ανατροπή της ιεραρχίας ανάμεσα στα δύο συστατικά του ανθρώπου: η σάρκα πήρε τα πρωτεία και το πνεύμα δουλώθηκε στη σάρκα. Έκτοτε, άρχισε να επικρατεί μια δυσαρμονία στην ανθρώπινη ύπαρξι, την οποία περιγράφει χαρακτηριστικά η Αγία Γραφή: «Η σαρξ επιθυμεί κατά του πνεύματος, ταύτα δε αντίκεινται αλλήλοις» (Ιακ. α’ 14. Γαλ. ε' 17). . .
Ειδικώτερα, στη γενετήσια λειτουργία κυριάρχησε το στοιχείο της «ηδονής», της εμπαθούς δηλαδή φιληδονίας (βλ. «και είδεν η γυνή, ότι καλόν το ξύλον εις βρώσιν και ότι αρεστόν τοις οφθαλμοίς ιδείν και ωραίον εστί του κατανοήσαι», Γεν. γ' 6) . Το αποτέλεσμα ήταν ότι ο πολλαπλασιασμός των ανθρώπων έπαυσε πια να είναι ζήτημα της ελεύθερης θελήσεως των συζύγων και άρχισε να γίνεται κάτω από την ώθησι και την πίεσι της ηδονής. Έτσι, στη σύλληψι των ανθρώπων «υπεισήλθε» το στοιχείο της ηδονής, του «πάθους».
β) Το στοιχείο του «πόνου». Η γέννησις των ανθρώπων στην προπτωτική κατάστασι θα ήταν ανώδυνη (χωρίς μητρικές ώδινες). Η επανάστασις όμως της «ανυπακοής» είχε και άλλη συνέπεια: την είσοδο του πόνου και της οδύνης στη διαδικασία της γεννήσεως των ανθρώπων (πρβλ. «εν λύπαις τέξη τέκνα»!) . «Η ηδονή και ο πόνος έχουν μίαν αιτιολογικήν αλληλεξάρτησιν. Η ηδονή, "η ψευδής και απατηλή ηδονή”, έφερε... τον αναπόφευκτον πόνον και αυτόν τούτον τον θάνατον. Η εμπαθής φιληδονία... είναι "αιτία πόσης κακίας”, κατά τους Πατέρας. Ο πόνος, αντιθέτως, κατά την πρόνοιαν και οικονομίαν του Θεού, είναι αναίρεσις της ηδονής, ο θάνατός της. "Της ηδονής δε θάνατος εστίν ο πόνος” (Δ, 254). «Κατά την ασκητικήν εμπειρίαν των Αγίων... η "ηδονή” και η "οδύνη” τη φύσει της σαρκός ου συνεκτίσθησαν, αλλά τας επενόησεν η παράβασις» (Δ, 266).
Η φυσική επομένως αναπαραγωγή των ανθρώπων είναι πια εμπαθής, «ενήδονος» και «ενώδυνος» (Θεοδώρου, 159). Όλοι δε οι απόγονοι του Αδάμ συλλαμβάνονται και γεννιούνται κάτω από τις αμαρτωλές αυτές συνθήκες (ηδονή, πόνος) της Πτώσεως. Έτσι, μπορούμε να κατανοήσωμε και τον βαθυστόχαστο λόγο του Δαβίδ: «Ιδού γαρ εν ανομίαις συνελήφθην και εν αμαρτίαις εκίσσησέ με (=με εκυοφόρησε) η μήτηρ μου» (Ψαλμ. 50,7) .
Η σύλληψις όμως του Ιησού από την Παρθένο έγινε «ηδονής πάρεξ», γεγονός που έδωσε τη δυνατότητα στον Θεάνθρωπο να σπάση το φαύλο κύκλο (ηδονή - πόνος - θάνατος - άδης), μέσα στον οποίο είχε περικλεισθή η ανθρώπινη φύσις και να ελευθερώση τον Άνθρωπο από το κύκλωμα αυτό της αμαρτίας (βλ. και Δ, 266).
(Μητροπολίτου Αχελώου Ευθυμίου Στυλίου, Η Πρώτη, εκδ. Γρηγόρη)