Ελισάβετ
και Παρθένος Μαρία
Ανάμεσα στη δική μας γέννησι και στη γέννησι του Κυρίου ήταν η γέννησις από τη στείρα. Κατώτερη φυσικά από την εκ Παρθένου γέννησι, ανώτερη όμως από τη δική μας. Γι’ αυτό σαν γέφυρα χρησιμοποιείται στη διάνοια της παρθένου ο τόκος της Ελισάβετ. Έτσι γίνεται αναγωγή από τους κατά φύσιν πόνους του τοκετού στο υπέρ φύσιν ανώδυνο της Παρθένου.
Ε.Π.Ε. 31,272
Έλλαμψις
προϋποθέσεις για θείο φωτισμό
Λέει ο Κύριος: «Εγώ είμαι η οδός». Και το λέει, για να δείξη, ότι Τον έχουμε ανάγκη για να οδηγηθούμε στον Πατέρα. Και αν ο Πατέρας ελκύη, ο Υιός χειραγωγή και το Άγιο Πνεύμα φωτίζη, τότε γιατί αμαρτάνουν όσοι ούτε προσελκύστηκαν ούτε καθωδηγήθηκαν ούτε φωτίστηκαν; Διότι δεν καθιστούν τον εαυτό τους άξιο να δεχτή το θείο φωτισμό.
Ε.Π.Ε. 6,544
Ελπίδα
ασφαλής
Πώς θα συγχωρεθούμε, που αδιαφορούμε για την αρετή και δεν δεχόμαστε αμέσως κάθε πόνο, μολονότι έχουμε τόσο βέβαιη ελπίδα και μολονότι μας περιμένουν τόσα ουράνια αγαθά;
Ε.Π.Ε. 3,92-94
θεμέλιο
Είναι μεγάλη η δύναμις της ελπίδας, που στηρίζεται στον Κύριο: Είναι κάστρο άπαρτο. Είναι τείχος ακαταμάχητο. Είναι συμμαχία ακαταγώνιστη. Είναι λιμάνι ασφαλισμένο. Είναι πύργος απόρθητος. Είναι όπλο αήττητο. Είναι δύναμις ακατάβλητη. Βρίσκει διέξοδο στα αδιέξοδα.
Ε.Π.Ε. 5,516
σ’ αυτήν κρεμόμαστε
Γιατί βάζει ο ψαλμωδός την προσθήκη «Σιών»; Γιατί δεν είπε απλώς «σαν όρος», αλλ’ αναφέρει συγκεκριμένο; Για να μας διδάξη να μην αποκάμνουμε στις συμφορές, να μη καταποντιζώμαστε στις θλίψεις, αλλά να είμαστε πιασμένοι καλά από την ελπίδα στο Θεό και να υπομένουμε όλα με γενναιότητα, και επιθέσεις και μάχες και ταραχές. Αυτό άλλωστε το όρος (Σιών) κάποτε ερημώθηκε, και επανήλθε στην αρχαία δόξα, με τόσα θαύματα.
Ε.Π.Ε. 7,8
στη φουρτούνα
Τότε ιδίως ισχύει η ελπίδα, όταν τα βλεπόμενα οδηγούν σε απόγνωσι, και εκείνη ενθαρρύνη ατενίζοντας στο μέλλον.
Ε.Π.Ε. 7,380
στο Θεό, κι όλα καλά
Επειδή πολλά παρήγγειλε, που έπρεπε να γίνουν, τονίζει: Μη φοβάστε. Στηρίξτε την ελπίδα σας στον Κύριο κι όλα θα τα ανακουφίση.
Ε.Π.Ε. 21,282
όσοι δεν έχουν, κλαίνε
Το να οδύρεται κανείς για τους τεθνεώτες είναι γνώρισμα εκείνων, που δεν έχουν ελπίδα για την άλλη ζωή. Και είναι τούτο φυσικό. Διότι άνθρωπος, που δεν γνωρίζει τίποτε για ανάστασι, αλλά νομίζει, ότι είναι πραγματικός θάνατος ο θάνατος, δικαιολογημένα οδύρεται και θρηνεί και αφόρητα πενθεί γι’ αυτούς, σαν να έχουν χαθή. Συ όμως, που περιμένεις ανάστασι για ποιό λόγο οδύρεσαι; Άρα το να οδύρεται κανείς είναι ίδιον εκείνων, που δεν έχουν ελπίδα.
Ε.Π.Ε. 22,472
(Χρυσοστομικό Λεξικό, αρχ. Δανιήλ Αεράκη, τόμος Β, σελ. 194-196)