185.«ήσαν προσκαρτερούντες... σύν γυναιξί και Μαρία τη μητρί του Ιησού» (Πραξ. α΄ 14).
Η Θεοτόκος, μετά την Ανάστασι και Ανάληψι του Κυρίου Ιησού παρέμεινε μέσα στους κόλπους της εκκλησιαστικής κοινότητος και διότι η Θεοτόκος ήταν η πρώτη «πιστεύσασα», αλλά και διότι αυτή ήταν η τελευταία επιθυμία του Υιού της.
Το «ιδού η μήτηρ σου» (Ίω. ιθ' 27) που ο Εσταυρωμένος είπε στον ηγαπημένον μαθητήν, τον Ιωάννην, απευθυνόταν σ’ ολόκληρο τον κύκλο των πρώτων Μαθητών, σ’ ολόκληρη την Εκκλησία. Έτσι η Θεομήτωρ έγινε πια και μητέρα της πρώτης εκείνης Εκκλησίας. Τη θέσι της Θεοτόκου μέσα στην Εκκλησία την καθώρισε ο ίδιος ο Κύριος. Οι Απόστολοι σεβάστηκαν απόλυτα τη θέσι αυτή και την καθιέρωσαν μέσα στην εκκλησιαστική παράδοσι.
«Η Ορθόδοξος Καθολική Εκκλησία "παρέλαβε" και "διατηρεί" (Λουκ. 6' 51) την Παρθένο στο κέντρο της λατρείας της, όπως ακριβώς ο "ηγαπημένος" την "παρέλαβε" σαν ότι πιο πολύτιμο υπήρχε μετά τον Ιησού "εις τα ίδια" (Ίω. ιθ' 27) ...και όπως οι Μαθηταί "προσκαρτερούντες ομοθυμαδόν τη προσευχή" την είχαν στο κέντρο της συνάξεώς τους. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο το "μυστήριο" της Παρθένου είναι στην ορθοδοξία καθαρά "μυστήριο" λειτουργικό (Κ, 19).
Αλλ’ η «πρωτοκαθεδρία» (=η πρώτη θέσις) της Θεοτόκου μέσα στην Εκκλησία οφείλεται κυρίως στην προσωπική της συμμετοχή στην αγιοπνευματική ζωή της εκκλησιαστικής κοινότητος. Η Θεομήτωρ ήταν η πρώτη «πιστεύσασα» και ο στύλος της πίστεως μέσα στην πρώτη Εκκλησία. Η Θεοτόκος δεν μετείχε μόνο δικαιωματικά, ex officio (σαν μητέρα δηλαδή του Χριστού) στην εκκλησιαστική κοινότητα. Δεν ήταν επίτιμη και κατά συνθήκην η παράστασις της στις εκδηλώσεις της χριστιανικής Εκκλησίας. Η συμμετοχή της Θεοτόκου στη ζωή της Εκκλησίας ήταν συνειδητή, προσωπική και υπεύθυνη. Η Θεομήτωρ ήταν το πρώτο και διακεκριμένο μεν, αλλά ζωντανό μέλος του εκκλησιαστικού σώματος. Δεν «παρίστατο» απλώς στην εκκλησιαστική σύναξι, αλλά συμμετείχε στην προσευχή και τη ζωή της Εκκλησίας μαζί με όλους τους άλλους πιστούς.
Η συμμετοχή μας στην εκκλησιαστική κοινότητα δεν πρέπει να είναι μόνο «παράστασις» και μάλιστα «μετά πολλής φαντασίας» (=επιδείξεως, Πραξ. κε΄ 23). Η Εκκλησία δεν είναι χώρος επιδείξεως της κοινωνικής θέσεως, του πλούτου ή οποιασδήποτε άλλης ιδιότητος μας. Η Εκκλησία είναι σύναξις των πιστών, εκείνων δηλαδή που έχουν κοινόν δεσμό την πίστι, την ελπίδα και την αγάπη του Χριστού. Κάθε απομάκρυνσις από τη βάσι αυτή η Εκκλησία καταντά θέατρο και κοσμική συγκέντρωσις. Ότι διακρίνει την Εκκλησία από τις συγκεντρώσεις αυτές είναι η κοινή και ζωντανή συμμετοχή όλων στο μυστήριο του Χριστού.
(Μητροπολίτου Αχελώου Ευθυμίου Στυλίου, Η Πρώτη, εκδ. Γρηγόρη)