186.«Επλήσθησαν άπαντες Πνεύματος Αγίου» (Πραξ. β' 4).
Στο «άπαντες» συμπεριλαμβάνεται και η Θεομήτωρ, η οποία ήταν το κεντρικό πρόσωπο της πρώτης εκκλησιαστικής κοινότητος. Η Θεοτόκος έλαβε το Άγιον Πνεύμα, κατά την Πεντηκοστή, ακριβώς όπως και οι Άγιοι Απόστολοι του Χριστού. Κατά τον Ευαγγελισμό, το Άγιο Πνεύμα την εκαθάρισε από το προπατορικό αμάρτημα και επραγματοποίησε τη σύλληψι του Ιησού. Κατά την Πεντηκοστή, το Άγιο Πνεύμα της εξασφαλίζει τον προσωπικό της αγιασμό. Με την διπλή αυτή πλήρωσί της από το Άγιο Πνεύμα, η Θεοτόκος θα βιώση, μέσα στους κόλπους της Εκκλησίας, το μυστήριο του Χριστού και θα φθάση στις ύψιστες βαθμίδες της ηθικής και πνευματικής τελειότητος: στη Θέωσι, που είναι η κατά χάριν ύψωσις της προσωπικής της υπάρξεως στο χώρο της ζωής και της κοινωνίας της Παναγίας Τριάδος και το γεγονός που θα την αναδείξη σε «Παναγία».
Η Θεοτόκος έγινε Παναγία, όχι μόνο επειδή γέννησε τον Χριστό, αλλά κυρίως επειδή έζησε εν Πνεύματι Αγίω μέσα στην Εκκλησία. Η παναγιότης της Θεοτόκου οφείλεται στο ότι συνδύασε την λειτουργική της κλήσι (Μητέρα του Ιησού) με τον προσωπικό της αγιασμό. «Το αντικειμενικόν λειτούργημα της θείας μητρότητος, εις το οποίον κατεστάθη την ημέραν του Ευαγγελισμού, έγινε η υποκειμενική οδός του αγιασμού της... Επραγματοποίησε εν τη συνειδήσει της και εν όλη τη προσωπική ζωή της το γεγονός ότι έφερεν εντός της και εξέθρεψε τον Θεόν - Υιόν. Δια τον λόγον ακριβώς αυτόν οι λόγοι του Χριστού οι οποίοι εφαίνοντο ότι εμείουν την Μητέρα του έναντι της Εκκλησίας (Λουκ. ια΄28), λαμβάνουν την σημασίαν των ως υπερτάτου εγκωμίου: «Μακαρία Εκείνη, η οποία ουχί μόνον υπήρξεν η Μητέρα του Θεού, αλλ’ επραγματοποίησεν επίσης εν τω προσώπω της τον βαθμόν αγιότητος τον αναλογούντα εις το μοναδικόν τούτο λειτούργημα...» (Λόσκι, 201, όπου βλ. εκτενέστερα την ανάλυσι της ιδέας αυτής).
Το λειτούργημα της ζωής μας είναι ένας δρόμος για να αποκτήσωμε την προσωπική μας αγιότητα! Το επάγγελμα, η κοινωνική θέσις, η μόρφωσις, ο γάμος ή η αγαμία είναι δρόμοι, στους οποίους μας βάζει η αγάπη του Θεού για να αποκτήσωμε την προσωπική μας αγιότητα. Ο προσωπικός μας αγιασμός δεν αποκτάται άσχετα από το προσωπικό μας λειτούργημα στη ζωή. Καλούμεθα να πετύχωμε τον αγιασμό μέσα και μαζί με την ανθρώπινη και κοινωνική κλήσι μας. Ο αγιασμός μας τελικά είναι ο εκχριστιανισμός της ανθρωπίνης υποστάσεώς μας, καθώς και του λειτουργήματος που μας ανέθεσεν ο Θεός στην επίγεια ζωή. Τα δύο αυτά στοιχεία δεν μπορούμε να τα ξεχωρίσωμε. Ο δρόμος που θα μας οδηγήση στη βασιλεία του Θεού είναι τελικά ένας και όχι δύο. Είναι ο δρόμος της προσωπικής μας κλήσεως στη ζωή, φωτισμένος από το φως της προσωπικής μας αγιότητος.
(Μητροπολίτου Αχελώου Ευθυμίου Στυλίου, Η Πρώτη, εκδ. Γρηγόρη)