505. Από τότε που οι πρωτόπλαστοι αμάρτησαν, η καρδιά των ανθρώπων έχει τόσο σκοτισθή, ώστε συχνά δεν συνειδητοποιούν την πανταχού παρουσία του Θεού και νομίζουν ότι μπορούν να του κρυφθούν και να ξεφύγουν την προσοχή του. Αλλά η ματιά του φθάνει παντού. «Εἰ κρυβήσεταί τις ἐν κρυφαίοις, καὶ ἐγὼ οὐκ ὄψομαι αὐτόν; μὴ οὐχὶ τὸν οὐρανὸν καὶ τὴν γῆν ἐγὼ πληρῶ, λέγει Κύριος» (Ιερεμ. κγ’ 24). «Εφοβήθην, ότι γυμνός ειμί και εκρύβην» (Γεν. γ’ 10), είπε ο Αδάμ στον Κύριο. Αλλά κατώρθωσε πράγματι να κρυβή;
506. Η ψυχή μου είναι εν Θεώ, όπως το ψάρι μέσα στο νερό ή το πουλί στον αέρα. Ο Θεός την περιβάλλει από παντού, διαρκώς. Ζη εν Αυτώ, κινείται εν Αυτώ, αναπαύεται εν Αυτώ, βρίσκει ελευθερία εν Αυτώ.
507. Ο άνθρωπος που γεννήθηκε πάμπτωχος, είναι δύσκολο να φαντασθή ότι κάποια ημέρα θα γίνη πάμπλουτος. Ο άνθρωπος που περνά τη ζωή του μέσα στην καταφρόνια, είναι δύσκολο να παραδεχθή ότι κάποτε θα γίνη διακεκριμένο πρόσωπο στην κοινωνία. Έτσι και πολλοί χριστιανοί δυσκολεύονται να πιστεύσουν ότι τους περιμένει στην άλλη ζωή ο άμετρος πλούτος των ουρανίων αγαθών και οτι θα συγκαθίσουν με τον Χριστό στην ουράνια δόξα του (Εφεσ. β’ 6). Πράγματι, είναι να απορή κανείς πώς, ενώ τίποτε δεν αξίζουμε, είναι δυνατόν να μας δοθούν τόσο υψηλή τιμή και δόξα, τόσος πλούτος. Είμαστε στραμμένοι στα γήινα και ανίκανοι να αισθανθούμε ότι έχουμε Πατέρα παντοδύναμο και πανάγαθο που τόσο μας αγαπά. Ότι «οὕτως γὰρ ἠγάπησεν ὁ θεὸς τὸν κόσμον ὥστε τὸν υἱὸν τὸν μονογενῆ ἔδωκεν, ἵνα πᾶς ὁ πιστεύων εἰς αὐτὸν μὴ ἀπόληται ἀλλὰ ἔχῃ ζωὴν αἰώνιον» (Ιω. γ’ 16).
(Η εν Χριστώ ζωή μου - Αγ. Ιωάννου της Κροστάνδης, εκδόσεις Παπαδημητρίου, σελ. 211)