Μην κόβουμε το σχοινί
Γέροντα» μετά την επικοινωνία σας με τόσο κόσμο, ενώ το βράδυ φαίνεσθε
πολύ ταλαιπωρημένος, το πρωί δεν υπάρχει στο πρόσωπό σας ίχνος
από την ταλαιπωρία αυτήν, αλλά είστε φωτεινός. Πώς γίνεται αυτό;
Έμ, δεν κόβω το σχοινί!
Μερικές φορές, Γέροντα, όταν λόγο διακονίας δεν πάω στο Απόδειπνο
και είμαι πολύ κουρασμένη, λέω: «θα ξαπλώσω και θα λέω την ευχή»,
αλλά τελικά με παίρνει ο ύπνος και δεν κάνω τίποτε.
Όχι, ευλογημένη, ακόμη και όταν είσαι πολύ κουρασμένη,
να μην πέφτεις στο κρεβάτι, χωρίς να κάνεις καθόλου προσευχή.
Να λες ένα «Τρισάγιο» και τον50ο Ψαλμό, να ασπάζεσαι την εικόνα του Χριστού
και της Παναγίας, να σταυρώνεις το μαξιλάρι σου και μετά να ξαπλώνεις.
Να βάζεις και το ρολόι μια ώρα πριν από την Ακολουθία, για να σηκωθείς
να κάνης τον κανόνα σου. Χρειάζεται βία, αλλά να νιώσεις την βία ως ανάγκη,
να το κάνης με την καρδιά σου. «Ιλαρόν γαρ δότην αγαπά ο Θεός».
Και όταν, Γέροντα, δεν έχω καθόλου κουράγιο;
Να βιάσης τον εαυτό σου να κάνη κάτι πνευματικό.
Να φροντίζεις κάθε μέρα να κάνης έστω και λίγη μελέτη και λίγη προσευχή.
Η μελέτη, η προσευχή, η ψαλμωδία είναι βιταμίνες που χρειάζεται κάθε μέρα η ψυχή.
Να μην αφήνουμε την ημέρα να περνάει χωρίς καθόλου προσευχή.
Θυμάμαι στον πόλεμο, όταν περνούσαν μέρες χωρίς να κάνουμε επίθεση,
ρίχναμε και καμμιά τουφεκιά. Αλλιώς θα έλεγαν οι εχθροί: «αυτοί κοιμούνται»
και θα μας έκαναν αιφνιδιασμό. Το ίδιο να κάνουμε και στον πνευματικό αγώνα.
Όταν καμμιά φορά νιώθουμε εξάντληση και δεν μπορούμε να κάνουμε
όλα τα πνευματικά μας καθήκοντα, να μην κόβουμε το σχοινί,
την επικοινωνία με τον Θεό• να κάνουμε λίγες μετάνοιες, κανένα κομποσκοίνι.
Να ρίχνουμε δηλαδή κανα δυό ριπές, για να μη μας αιχμαλωτίσει το ταγκαλάκι.
Και, μόλις συνέλθουμε, να αρχίζουμε πάλι κανονικά τον αγώνα μας.
Όταν κανείς αφήνει τα πνευματικά, αν δεν κάνη έστω και λίγες μετάνοιες,
κανένα κομποσκοίνι, μετά αγριεύει. Δουλειές μπορεί να κάνη, προσευχή όμως όχι.
Βλέπω μοναχούς που κάνουν συνέχεια δουλειές και αφήνουν την μελέτη
και την προσευχή. «Ας κάνω κι αυτό, λένε, ας κάνω και το άλλο», και η προσευχή
μένει, και τελικά αγριεύουν, γίνονται σαν κοσμικοί.
Έχω δει εργάτες που μπορεί να πελεκάνε πέτρες μέσα στον ήλιο ή να κόβουν
ξυλά όλη μέρα, αλλά τριπλό μεροκάματο να τους δώσεις, μίση ώρα στην εκκλησία
δεν μπορούν να σταθούν βγαίνουν έξω και καπνίζουν. Το έχω παρατηρήσει αυτό.
Όταν ο άνθρωπος δεν προσεύχεται, απομακρύνεται από τον Θεό και γίνεται
σαν το βόδι δουλεύει, τρώει, κοιμάται. Και όσο απομακρύνεται από τον Θεό,
τόσο πιο δύσκολα γίνονται τα πράγματα. Ψυχραίνεται η καρδιά του,
και ύστερα δεν μπορεί καθόλου να προσευχηθή. Για να συνέλθει, πρέπει
να μαλακώσει η καρδιά του, να πάρη στροφή μετανοίας, να συγκλονισθεί.
(Λόγοι Παϊσίου, τόμος ς΄, Περί προσευχής, Εκδ. Ιερού Ησυχαστηρίου
"Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος", σελ.51-53)