«Πολλά σας έχω ειπεί, αδελφές αλλά δεν έχω αρετήν δεν έχει ο λόγος μου δύναμιν δεν βλέπετε πάνω μου κανένα καλό και δια τούτο δεν μπορείτε να βάλετε πίστιν και να εφαρμόσετε τα λεγόμενά μου.
Δεν πρέπει όμως να γίνεται έτσι∙ δεν σας συμφέρει να μην έχετε πίστιν εις τους λόγους μου∙ ό,τι σας ειπώ ευθύς με τον πρώτον λόγον να το εφαρμόζετε.
Εάν πας ως ασθενής εις τον ιατρόν και σου ειπή: « δια να σε θεραπεύσω πρέπει να σε σχίσω, να σε καύσω, να σε καυτηριάσω, να σου κάμω τούτο, ή εκείνο»· μήπως εξετάζης το πράγμα ή μήπως το παραμελής;
Εις τον σωματικόν ιατρόν δεν παραμελείς ούτε το ελάχιστον εις τον πνευματικόν ιατρόν διατί παραμελείς; τώρα, θέλω να ειπώ και εγώ πως είμαι ιατρός!
Θέλω να κάμω και εγώ ο ελεεινός τον πνευματικόν ιατρόν και να θεραπεύσω άλλους! Αλλά τι να κάμω; αν σιωπήσω, έλεγχος∙ αν ομιλήσω πάλι έλεγχος. Ο Χριστός ας το λογισθή ωσάν εκείνο που έλεγε για τους φαρισαίους.
Μη βλέπετε τα έργα τους, αλλά ακούτε τα λόγια τους. Αυτό να κάμετε και σεις τα λόγια μου αν θέλετε, να τα ακούτε∙ και μην τα εξετάζετε. »
Εάν εξετάζης το τι κάμνω εγώ και το τι λέγω και τα μελετάς και τα μεταλές, αλλοίμονον! σε επήραν οι ποταμοί∙ φουρτούνες και ανησυχίες θα εύρης.
Πώς; διότι δεν έχομεν την ανάλογον ευλάβειαν, δεν έχει ο λογισμός μας την απαιτουμένην πίστιν, και όλο ανάποδα τα παίρνομεν. Και όταν τα παίρνεις ανάποδα, ο Σατανάς έρχεται μέσα σου. Οφείλετε, ό,τι λόγος έβγη από το στόμα μου, δεξιά να τον παίρνετε και κακό να είναι, εσείς εις το καλόν να τον στρέφετε.
Εάν μέσα σε ενα αλώνι πέση θύελλα, θα ταράξη και θα ανεμοσκορπίση τα πάντα δεν θα αφήση τίποτα. Και ο μοναχός όταν εξετάζη και κρίνη τους λόγους και τα έργα του πνευματικού του πατρός, αυτό θα απολαύση θα εισέλθη ο Σατανάς μέσα του, θα καταταράξη το εσωτερικόν του και θα ανεμοσκορπίση τας αρετάς του. Και όχι μόνον τον εαυτόν του θα ανησυχήση, αλλά θα τα ειπή και παρακεί να βλάψη και άλλους.
Αυτή είναι η θύελλα∙ εάν μόνον πιστεύης εις τα λόγια του και δεν τον αγαπάς, δεν θα είναι τέλειον το πράγμα. Και πάλιν εάν μόνον τον αγαπάς και δεν έχης πίστιν εις τα λεγόμενά του, δεν μπορείς να κάμης τελείαν υπακοήν εις ό,τι σου ειπή. Και τα δύο πρέπει να υπάρχουν εις τον υποτασσόμενον η πίστις και η αγάπη, διά να μπορέση να γίνη η υποταγή τυφλή και χωρίς καμμίαν διάκρισι.
Εάν λοιπόν με πίστι και αγάπη πάρης τον πρώτον λόγον που σου είπα και με γαλήνη, με ειρήνη, με το χαμόγελο στο στόμα, πηγαίνεις στο κελλάκι σου, η καρδία σου είναι γεμάτη από ευλάβεια προς τον πνευματικόν σου πατέρα.
Ο υποτασσόμενος οφείλει με τον πρώτον λόγον που θα του ειπή ο πνευματικός του πατήρ να υπακούη ό,τι του λέγη να κάμη.
(Αγίου Ανθίμου της Χίου, Διδαχές Πνευματικές – Άρτος Ζωής, Επιμέλεια: Αντωνίου Ν. Χαροκόπου, τόμος Β΄, Ιερά Μονή Παναγίας Βοηθείας Χίου, Αθήναι 2001)