Ο Νεύτωνας μιλούσε κάποτε για μια γυναίκα, που πρόσφατα είχε πεθάνει.
- Πως πέθανε; Τον ρώτησε από την συντροφιά μια νέα κοπέλα
-Φίλη μου, της απάντησε ο σοφός, είχες μια καλύτερη ερώτηση να μου κάνεις: «Πως έζησε»;
***
Τι λοιπόν; Της ζωής μας το σύνορο
θα το δείχνει ένα ορθό κυπαρίσσι;
Κι από ό,τι είδαμε, ακούσαμε, αγγίξαμε
τάφου γη θα μας χωρίσει;
Μήπως ό,τι θαρρούμε βασίλεμα
γλυκοχάραμ’ αυγής είναι πέρα,
κι αντί να ‘ρθει μια νύχτ’ αξημέρωτη
ξημερώνει μι’ αβράδιαστη μέρα;
Γ. Δροσίνης
***
Κύριε,
Ευδόκησε στην άλλη όχθη σαν τραβώ,
κάποιοι που μ’ αγαπούν πολύ να ‘ναι κοντά μου,
να τους κρατώ το χέρι στήριγμα ακριβό
και ναν’ τα μάτια τους σαν φως στο πέρασμα μου.
Για κατευόδιο στείλε συντρόφους πιστούς·
μ’ αν σου ζητώ πάρα πολλά, ας έρθει κι ένας.
Δεν θέλω, Κύριε, να πεθάνω σαν αυτούς,
που δεν αγάπησε κανένας.
Βασίλης Μοσκόβης
***
Όταν το παιδί γεννιέται, το πρώτο σημάδι της ζωής του είναι το κλάμα. Κι όταν η ψυχή αναγεννιέται, το πρώτο σημάδι της νέας ζωής είναι η μετάνοια.
Δάκρυα στην πρώτη, δάκρυα και στην δεύτερη περίπτωση. Τα πρώτα σημαίνουν γέννηση, τα δεύτερα αναγέννηση.
Και κάτι άλλο ακόμη: όταν γεννήθηκες εσύ έκλαιγες και όλοι γύρω σου γελούσαν. Φρόντισε όταν φεύγεις για την αιωνιότητα, εσύ να μπορείς να γελάς. Και όλοι γύρω σου ας κλαίνε.
***
Μήπως είν’ η αλήθεια στον θάνατο
κι η ζωή μήπως κρύβει την πλάνη;
Ό,τι λένε πως ζει, μήπως πέθανε
κι είν’ αθάνατο ό,τι έχει πεθάνει;
«Τις δ’ οίδεν ει ζην τουθ’ ο κέκληται θανείν, το ζην δε θνήσκειν εστί;»
Ευριπίδης
(Από το βιβλίο: Στάχυα, τόμος Α, Κωνσταντίνου Κούρκουλα)