Δεν υπάρχει ανώτερο πράγμα απ’ αυτό που λέγεται μετάνοια και εξομολόγηση. Αυτό το μυστήριο είναι η προσφορά της αγάπης του Θεού στον άνθρωπο. Μ’ αυτό τον τέλειο τρόπο απαλλάσσεται ο άνθρωπος απ’ το κακό. Πηγαίνουμε, εξομολογούμαστε, αισθανόμαστε τη συνδιαλλαγή μετά του Θεού, έρχεται η χαρά μέσα μας, φεύγει η ενοχή. Στην Ορθοδοξία δεν υπάρχει αδιέξοδο. Δεν υπάρχει αδιέξοδο, γιατί υπάρχει ο εξομολόγος, που έχει την χάρη να συγχωρεί. Μεγάλο πράγμα ο πνευματικός!
Εγώ από μικρός το είχα – και τώρα ακόμη. Όταν συνέβαινε να αμαρτήσω, το εξομολογιόμουνα και μου έφευγαν όλα. Πετούσα απ’ τη χαρά μου. Είμαι αμαρτωλός, αδύνατος· καταφεύγω στην ευσπλαχνία του Θεού, σώζομαι, γαληνεύω, τα ξεχνάω όλα. Κάθε μέρα σκέπτομαι ότι αμαρτάνω, αλλά επιθυμώ ό,τι μου συμβαίνει να το κάνω προσευχή και να μην το κλείνω μέσα μου.
Η αμαρτία κάνει τον άνθρωπο πολύ μπερδεμένο ψυχικά. Το μπέρδεμα δεν φεύγει με τίποτα. Μόνο με το φως του Χριστού γίνεται το ξεμπέρδεμα. Την πρώτη κίνηση την κάνει ο Χριστός. «Δεῦτε πρός με πάντες οἱ κοπιῶντες…». Μετά εμείς οι άνθρωποι αποδεχόμαστε αυτό το φως με την αγαθή μας προαίρεση, που την εκφράζουμε με την αγάπη μας απέναντί Του, με την προσευχή, με τα μυστήρια.
Για να μετανοήσει η ψυχή, πρέπει να ξυπνήσει. Εκεί, στο ξύπνημα αυτό, γίνεται το θαύμα της μετανοίας. Κι εδώ βρίσκεται η προαίρεση του ανθρώπου. Το ξύπνημα, όμως, δεν έγκειται μόνο στον άνθρωπο. Ο άνθρωπος μόνος δεν μπορεί. Επεμβαίνει ο Θεός. Τότε έρχεται η θεία χάρις. Χωρίς τη χάρη δεν μπορεί να μετανοήσει ο άνθρωπος. Η αγάπη του Θεού θα κάνει το παν. Μπορεί να μεταχειρισθεί κάτι -μία ασθένεια ή κάτι άλλο, εξαρτάται- για να φέρει τον άνθρωπο σε μετάνοια. Άρα η μετάνοια δια της θείας χάριτος κατορθούται. Απλά και απαλά εμείς θα κάνουμε μία κίνηση προς τον Θεό κι από κει και πέρα έρχεται η χάρις.
Μπορεί να μου πείτε: «Τότε με την χάρη γίνονται όλα». Αυτό είναι ένα λεπτό σημείο. Γίνεται κι εδώ εκείνο ακριβώς που λέω. Δεν μπορούμε ν’ αγαπήσουμε τον Θεό, αν ο Θεός δεν μας αγαπήσει. Ο Απόστολος Παύλος το λέγει πολύ ωραία: «Νῦν δὲ γνόντες Θεόν, μᾶλλον δὲ γνωσθέντες ὑπὸ Θεοῦ…». Το ίδιο συμβαίνει και με τη μετάνοια. Δεν μπορούμε να μετανοήσουμε, αν ο Κύριος δεν μας δώσει μετάνοια. Και αυτό ισχύει για τα πάντα. Δηλαδή ισχύει το Γραφικό: «Χωρὶς ἐμοῦ οὐ δύνασθε ποιεῖν οὐδέν». Αν δεν υπάρχουν προϋποθέσεις για να εγκύψει μέσα μας ο Χριστός, μετάνοια δεν έρχεται. Οι προϋποθέσεις είναι η ταπείνωση, η αγάπη, η προσευχή, οι μετάνοιες, ο κόπος για τον Χριστό. Αν δεν είναι το συναίσθημα αγνό, αν δεν υπάρχει απλότητα, αν η ψυχή έχει ιδιοτέλεια, δεν έρχεται η θεία χάρις. Συμβαίνει τότε να πηγαίνουμε να εξομολογούμαστε, αλλά να μην αισθανόμαστε ανακούφιση.
Η μετάνοια είναι πολύ λεπτό πράγμα. Η μετάνοια η αληθινή θα φέρει τον αγιασμό. Η μετάνοια μας αγιάζει.
(Γέροντας Πορφύριος Καυσοκαλυβίτης, "Βίος και λόγοι", 3η έκδ., Ιερά Μονή Ζωοδόχου Πηγής – Χρυσοπηγής, Χανιά, 2003)