250. «εξαιρέτως της Παναγίας αχράντου».
Η Παναγία δεσπόζει στη δημόσια λατρευτική Σύναξι των πιστών, στη θεία Λειτουργία.
Η πρώτη Εκτενής (=μεγάλη) Ικεσία ολοκληρώνεται με μνημόνευσι της Θεοτόκου: «Της Παναγίας, αχράντου, υπερευλογημένης, ενδόξου, δεσποίνης ημών Θεοτόκου και αειπαρθένου Μαρίας μετά πάντων των Αγίων μνημονεύσαντες...»! Η πρώτη προσευχή της εκκλησιαστικής Συνάξεως αναφέρεται στις πρεσβείες της Θεομήτορος: «Ταις πρεσβείαις της Θεοτόκου, Σώτερ σώσον ημάς»! Μετά τον καθαγιασμό των τιμίων Δώρων, ο Ιερεύς διακηρύττει εκφώνως, ότι η θυσία του Σώματος και Αίματος του Κυρίου προσεφέρθη «εξαιρέτως», ιδιαιτέρως προς τιμήν και δόξαν «της Παναγίας, αχράντου, υπερευλογημένης, ενδόξου, δεσποίνης ημών Θεοτοκου...»!
Η Παναγία εξακολουθεί να βρίσκεται εν μέσω της Εκκλησίας. Όπου η Εκκλησία, εκεί και η Θεοτόκος. Όπου η Θεοτόκος, εκεί και η Εκκλησία. Και άλλες φορές σημειώσαμε, ότι η Θεοτόκος ταυτίζεται με την Εκκλησία. Η Θεοτόκος είναι προσωποποίησις της Εκκλησίας και η Εκκλησία είναι τύπος της Παναγίας. Όπως η Θεοτόκος έγινε Παναγία μέσα στην Εκκλησία έτσι και ο κάθε πιστός γίνεται άγιος μέσα στην Εκκλησία. Η Εκκλησία είναι ο χώρος εξαγιασμού και θεώσεως των ανθρώπων. Το εργαστήριον της ενώσεώς των με τον Θεόν. Η Παναγία ήταν το πρώτο προϊόν του εργαστηρίου αυτού. Είναι η πρώτη θεωμένη ανθρώπινη ύπαρξις. Μετά την Παναγίαν ακολουθούν οι Άγιοι, όλοι οι χριστιανοί.
Η όλη επομένως λειτουργία της Εκκλησίας αποσκοπεί στη δημιουργία υπάρξεων «σαν την Παναγία». Γι’ αυτό και η συνεχής αναφορά σ’ Αυτήν. Διότι όλα πρέπει να γίνουν κατά το πρότυπο της Παναγίας, όπως και Εκείνη έγινε κατά το πρότυπο του Χριστού. Οι άγιοι είναι εικόνες και πιστά αντίγραφα Του Χριστού. Αυτό άκριβώς εννοούσε και ο άπόστολος Παύλος, όταν έγραφε προς τους Κορινθίους: «μιμηταί μου γίνεσθε, καθώς καγώ Χριστού» (Α' Κορ. δ' 16).
(Μητροπολίτου Αχελώου Ευθυμίου Στυλίου, Η Πρώτη, εκδ. Γρηγόρη)