255. «εν τη φοβερά ημέρα της κρίσεως».
Αλλ' η ορθόδοξη πνευματικότης εξαντλεί και το έσχατο χρονικό περιθώριο της πρεσβευτικής αρμοδιότητος της Θεοτόκου, που τελειώνει την έσχατη μέρα της ιστορίας. Αλλά η μέρα αυτή για τον άνθρωπο είναι η φοβερή μέρα της παγκοσμίου Κρίσεως. «Ώ ποία ώρα τότε και ημέρα φοβερά!». Μέσα όμως στη δεινότητα των στιγμών εκείνων, ο πιστός βλέπει να υπάρχη ακόμα η ήρεμη, γλυκειά, αλλά και παντοδύναμη παρουσία της Παναγίας. Οι πρεσβείες της ισχύουν ακόμα. Ο θρόνος της βρίσκεται ακόμα κοντά, δίπλα, «εκ δεξιών» του Υιού που τώρα είναι Κριτής μας. Και επειδή στο δικαστήριο αυτό τα πάντα εξαρτώνται από τον Κριτή, η Εκκλησία πιστεύει ότι «πολλά ισχύει δέησις Μητρός προς ευμένειαν Δεσπότου»! Η Παναγία ακόμα και την μέρα και την ώρα της Κρίσεως θα πρεσβεύη υπέρ ήμών!
Την πεποίθησι αυτή της ορθοδόξου ευλαβείας τη συναντάμε αποτυπωμένη στην Εικόνα της Δεήσεως, στην οποία ο Χριστός ένθρονος εικονίζεται στη μέση, δεξιά Του η Παναγία και αριστερά Του ο Πρόδρομος. Η Εικόνα αυτή είναι εμπνευσμένη από τον τρόπο με τον οποίο δεχόταν σε ακρόασι ή δίκαζε ο Βυζαντινός Αυτοκράτωρ. Αυτός καθόταν στο θρόνο του, δεξιά δε και αριστερά του, στέκονταν οι συναυτοκράτορες ή οι σύμβουλοι του θρόνου, που έσκυβαν και ψιθύριζαν στο αυτί του Αυτοκράτορα τις άπόψεις των (ευμενείς ή δυσμενείς) για το υποβαλλόμενο αίτημα ή για το δικαζόμενο πρόσωπο.
Η σκηνή αυτή ενέπνευσε την ορθόδοξη πνευματικότητα να φτιάξη την Εικόνα της «Δεήσεως», τοποθετώντας δεξιά και αριστερά του Παντοκράτορα τους δύο βασικούς μας πρεσβευτές την Παναγία και τον Πρόδρομο. Τους δύο αυτούς Πρεσβευτάς και ιδίως την Παναγία παρακαλεί η όρθόδοξη ψυχή να εισηγηθή «ευμενώς» στο θείο Κριτή. Την ίδια σύνθεσι των Τριών Προσώπων της «Δεήσεως» τη βλέπομε και στο Άγιο Δισκάριο καθώς και στο Εικονοστάσι, όπως είδαμε. Όλα αυτά εκφράζουν τη πεποίθησι της Εκκλησίας, ότι η απόφασις του Κριτού για κάθε πιστό θα είναι επιεικής και φιλάνθρωπη. Αυτή την πεποίθησι εκφράζει και το ακόλουθο τροπάριο: «Κύριε, ει μη τους Αγίους σου είχομεν πρεσβευτάς και την σην αγαθότητα συμπαθούσαν ημίν, πώς αν ετολμώμεν, Σώτερ, υμνήσαι σε, ον ευλογούσιν απαύστως Άγγελοι; Καρδιογνώστα, φείσαι των ψυχών ημών».
(Μητροπολίτου Αχελώου Ευθυμίου Στυλίου, Η Πρώτη, εκδ. Γρηγόρη)