255. «μη μου ελέγξη τας πράξεις ενώπιον των Αγγέλων».
Ειδικώτερα, τρία είναι τα αιτήματα που η ορθόδοξη ευσέβεια υποβάλλει στην Παναγία σχετικά με την μέρα και την ώρα της Παγκοσμίου Κρίσεως.
Το πρώτο είναι η μη διαπόμπευσις του πιστού. Το αίτημα αυτό είναι ίσως εμπνευσμένο από τα ισχύοντα στη διαδικασία των ανθρωπίνων δικαστηρίων, όπου υπάρχει η δυνατότης να δικασθή κάποιος «κεκλεισμένων των θυρών» κλπ. Ο πιστός ευλαβείται και ντρέπεται τους αγίους Αγγέλους και δεν θέλει να εκτεθή μπροστά στα μάτια τους. Ζητεί λοιπόν να μη δικασθή «ενώπιον των Αγγέλων». να μη ακούσουν και να μη μάθουν οι Άγγελοι τα αμαρτήματά του...
Δεν γνωρίζομε βέβαια αν θα υπάρχουν τέτοιες δυνατότητες στο παγκόσμιο δικαστήριο. Ωστόσο μπορούμε να πούμε ότι μόνο δύο περιπτώσεις υπάρχουν να μη ελεχθούν οι αμαρτωλές πράξεις των ανθρώπων: η περίπτωσις που ο άνθρωπος δεν αμάρτησε (και επομένως δεν τίθεται θέμα κρίσεως) και η περίπτωσις της μετάνοιας. Για τη δεύτερη αυτή περίπτωσι εχομε ρητή την υπόσχεσι του Θεού: «Καθαριώ αυτούς από πασών των αδικιών αυτών ων ημάρτοσάν μοι και ου μη μνησθήσομαι αμαρτιών αυτών, ων ήμαρτόν μοι» (Ιερεμ. μ' 8). Και επειδή η πρώτη περίπτωσις (της αναμαρτησίας) ισχύει μόνο για τον Χριστό και την Παναγία (σχετική αναμαρτησία), το αίτημα της μη ανακοινώσεως των αμαρτιών μόνο μέσα στα πλαίσια της δευτέρας περιπτώσεως μπορεί να σταθή. Ο μόνος τρόπος δηλαδή για να μη διαπομπευθή ο άνθρωπος «ενώπιον των Αγγέλων» και των ανθρώπων είναι η μετάνοιά του, εδώ και τώρα. Η μετάνοια απαλείφει από την μνήμη του Θεού τα αμαρτήματα μας. Αυτό δε το νόημα έχουν και τα σχετικά ρητά, που αναφέρονται στη λησμοσύνη του Θεού: «αμαρτίας νεότητός μου και αγνοίας μου μη μνησθής» (Ψαλμ. 24, 7) και «μη μνησθής ημών ανομιών αρχαίων» (Ψαλμ. 78, 8).
Μετά την μετάνοια και εξομολόγησι κλείνει η πληγή της αμαρτίας, μένη όμως το σημάδι. Μετά την Κρίσι θ’ απαλειφθούν και αυτά τα σημάδια των αμαρτιών μας (βλ. Γέρων Ιερώνυμος, «Επτάλοφος» 1978, σελ. 137).
(Μητροπολίτου Αχελώου Ευθυμίου Στυλίου, Η Πρώτη, εκδ. Γρηγόρη)