Η ιδέα της Βασιλείας του Θεού μας ανοίγει μεγάλες προοπτικές. Ο Κύριός μας όμως θέλει να καταστήσει αυτή την ιδέα ακόμη ακριβέστερη, πιο συγκεκριμένη. Τώρα χρησιμοποιεί τη λέξη «θέλημα». Κάνω το θέλημα του Θεού εδώ και τώρα, σημαίνει, κατά κάποιο τρόπο, ότι εξαργυρώνω μια επιταγή χωρίς όριο: τη Βασιλεία του Θεού. (Ας μας συγχωρεθεί αυτή η σύγκριση)! Η Βασιλεία του Θεού πρακτικά μεταφράζεται σε μια σειρά από θεία θελήματα που αντιστοιχούν σε κάθε στιγμή της ζωής μας.
Το θέλημα του Θεού εκφράζεται κατ’ αρχήν από τα διδάγματα του Ευαγγελίου, των οποίων η Εκκλησία είναι φύλακας και αυθεντικός ερμηνευτής. Υπάρχουν εδώ γενικοί νόμοι που ισχύουν για όλους τους ανθρώπους και όλες τις εποχές, όσο κι αν η εφαρμογή τους σε συγκεκριμένες περιπτώσεις διαφοροποιείται ή παίρνει πολλές αποχρώσεις.
Μέσα στο ίδιο το Ευαγγέλιο δεν υπάρχουν τόσο διδάγματα όσο το παράδειγμα και το Πρόσωπο του Σωτήρος, τα οποία αποτελούν τον υπέρτατο κανόνα ζωής: Τι θα έκανε ο Ιησούς, αυτή τη στιγμή, στη δική μου θέση; Η ακτινοβολία του ζωντανού Προσώπου του Κυρίου υποκαθιστά τις Πλάκες του Νόμου.
Το θέλημα του Θεού εκφράζεται ακόμη και από τη φωνή του Αγίου Πνεύματος που ακούμε μέσα μας. Ο κοινός για όλους ευαγγελικός νόμος συμπληρώνεται και προσαρμόζεται καθώς ο Θεός επιφυλάσσει στον καθένα από μας συγκεκριμένα καθήκοντα, διαφορετικά απ’ αυτά των αδελφών μας. Το Άγιο Πνεύμα είναι εκείνο που δείχνει στον κάθε ένα τη δική του κλήση, τον δρόμο που πρέπει να ακολουθήσει. Αν ρωτούμε συχνά τον Κύριο τι πρέπει να κάνουμε (κυρίως εκεί όπου οι πράξεις φαίνονται χωρίς ιδιαίτερη σημασία, γιατί μπροστά στον Θεό δεν υπάρχει πράξη μικρή ή αδιάφορη)˙ εάν εναποθέτουμε με υπακοή και ταπείνωση το αυτεξούσιό μας στα θεία Του χέρια˙αν παραιτούμαστε από τα μακροπρόθεσμα σχέδιά μας και αποφασίσουμε να πορευθούμε βήμα βήμα, κάτω από το φως του Θεού, με το χέρι μας μέσα στο χέρι Του, τότε η ζωή μας αποκτά καθοδήγηση, γινόμαστε τα πιστά πρόβατα που ακολουθούν τον Καλό Ποιμένα και ακούνε τη φωνή Του.
Αυτή η αναζήτηση της θείας κατευθύνσεως, που θέλουμε να αποκαλυφθεί μέσα μας, δεν θα πρέπει να εκφυλιστεί σε ατομιστική αυταπάτη. Βρισκόμαστε στην αυταπάτη, αν στηριζόμαστε σε δήθεν εσωτερικές αποκαλύψεις, ώστε να ενεργούμε αντίθετα με το Ευαγγέλιο. Μέσα στη διδασκαλία της Εκκλησίας θα βρούμε τον ασφαλή κανόνα που σταθεροποιεί τον σκοπό και τα όρια της ελευθερίας μας.
Τέλος, το θέλημα του Θεού εκφράζεται μέσα από τα γεγονότα: όχι από τις καταστάσεις που εμείς επιλέγουμε για τον εαυτό μας, αλλά από αυτές τις οποίες συναντούμε στη ζωή. Κάθε ένα από αυτά τα περιστατικά πρέπει να γίνεται αποδεκτό με υποταγή, ως εάν να εκφράζει το θεϊκό σχέδιο εκείνης της στιγμής για μας. Όσο οδυνηρή κι αν φαίνεται η παρούσα κατάσταση, μπορεί και πρέπει να αποβεί για το καλό μου, εάν εγώ ανταποκριθώ με τον τρόπο που ο Θεός περιμένει από μένα. Αυτός ο τρόπος ισοδυναμεί με την επιθυμία, να εκπληρώσω στον πληρέστερο βαθμό το θέλημα του Θεού μέσα στην περίσταση που με έβαλε. Κάθε μέρα λοιπόν, κάθε ώρα και κάθε λεπτό μου μεταφέρουν το θείο θέλημα με τη μορφή, των γεγονότων ή των καταστάσεων που συναντώ. Υπάρχει, θα λέγαμε, το μυστήριο της παρούσας στιγμής. Το να δεχτώ αυτό το θείο θέλημα που σηματοδοτεί η στιγμή, είναι κάτι περισσότερο από απλή υπακοή: σημαίνει ότι «αφήνομαι», όπως το παιδί στα χέρια του Πατέρα.
Ο Κύριός μας είπε, ότι εκείνοι που θα εισέλθουν στη Βασιλεία Του δεν είναι όσοι επαναλαμβάνουν «Κύριε, Κύριε…» αλλά όσοι κάνουν το θέλημα του Πατρός Του. Ο ίδιος, στην καθοριστική στιγμή του πειρασμού μέσα στον Κήπο της Γεθσημανή, όταν ένιωσε τρόμο μπροστά στο Ποτήριο των δοκιμασιών που Τον περίμεναν, είπε στον Πατέρα Του: «πλὴν μὴ τὸ θέλημά μου, ἀλλὰ τὸ σὸν γινέσθω», δίνοντάς μας το παράδειγμα της τέλειας, της απόλυτης υπακοής.
Το θέλημα του Θεού είναι σαν μια ακριβέστατη γραμμή τεντωμένη στον χώρο μας: είμαι από τη μία πλευρά ή από την άλλη, από τη θετική ή από την αρνητική, ανάλογα με το εάν υποτάσσομαι σ’ αυτό το θέλημα. Ενδιάμεση κατάσταση δεν υπάρχει. Δεν μπορώ να έχω το ένα μου πόδι από τη μία πλευρά της γραμμής και το άλλο από την άλλη. Παίρνω θέση με ολόκληρη την προσωπικότητά μου. Η τοποθέτησή μου ως προς το θέλημα του Θεού, αυτή τη στιγμή, με δικαιώνει ή με κατακρίνει. Αν όμως με δικαιώνει, αυτό καθόλου δεν οφείλεται στις δικές μου δυνάμεις. Είναι κατ’ αρχήν έργο της Χάριτος -θεϊκή δηλαδή πρωτοβουλία και βοήθεια- και ακολουθεί η δική μου συνεργασία μαζί της.
(Lev Gillet, Πάτερ Ημών… Κύριε Ιησού Χριστέ: Οι δύο θεμελιώδεις προσευχές που στηρίζουν την πίστη των χριστιανών, Ενός μοναχού της Ανατολικής Εκκλησίας, μετάφραση Πολυξένη Τσαλίκη – Κιοσόγλου, 1η έκδ., Αθήνα, Ακρίτας, 2007)