Οι κεκοιμημένοι έχουν ανάγκη από προσευχή
-Γέροντα, στην Ακολουθία προσεύχομαι περισσότερο για τον εαυτό μου.
Ακόμη και όταν διαβάζεται ο Άμωμος, που είναι για τους κεκοιμημένους,
πολλές φορές συνεχίζω την ευχή για τον εαυτό μου.
-Τι, όλα για τον εαυτό σου τα θέλεις; Οι κεκοιμημένοι έχουν ανάγκη
από την προσευχή μας, διότι οι ίδιοι δεν μπορούν να κάνουν πια τίποτε,
ενώ εμείς μπορούμε να κάνουμε κάτι γι’ αυτούς.
Ήταν στο Άγιον Όρος ένας μπάρμπα Γιάννης που γύριζε παντού και έλεγε:
«Έχεις καμμιά δουλειά να σου κάνω; Τι δουλειά θέλεις να σου κάνω;».
Ήταν τόσο καλός, που οι Πατέρες του έλεγαν να γίνη μοναχός.
Εκείνος όμως απαντούσε:«Όχι, όχι, μόνο να προσεύχεσθε για μένα,
γιατί δεν μπορείτε να φαντασθείτε τι κακός άνθρωπος ήμουν,
τι έκανα στον πόλεμο!». Μια μέρα που με βοήθησε
να κάνω ένα προσκυνητάρι, μου είπε: «Να προσεύχεσαι για μένα, γιατί είμαι
πολύ αμαρτωλός». Έκτοτε τον έχασα. Μετά από καιρό, ήρθε ένας Πατέρας
και μου είπε: «Ο μπάρμπα Γιάννης κοιμήθηκε, μου παρουσιάσθηκε δυο φορές
και με έστειλε να σου πω να τον μνημονεύεις στους κεκοιμημένους».
Τι είχε συμβή; Ο μπάρμπα Γιάννης πήγε σε ένα μοναστήρι και τους βοηθούσε.
Όταν θα πέθαινε, είπε στον ιερομόναχο που είχε την φροντίδα του κοιμητηρίου:
«Αδελφέ, είμαι πολύ αμαρτωλός. Σε παρακαλώ κάθε μέρα να κάνης ένα "Τρισάγιο”
στον τάφο μου». Πραγματικά κάθε απόγευμα αυτός πήγαινε στον τάφο του
μπάρμπα Γιάννη και έκανε "Τρισάγιο”. Μετά όμως από λίγο καιρό τον έβαλαν
στο Αρχονταρίκι. Άλλοτε θυμόταν να διαβάσει το "Τρισάγιο”, άλλοτε όχι.
Ένα βράδυ παρουσιάσθηκε ο μπάρμπα Γιάννης στον ύπνο του και του είπε:
«Σε παρακαλώ μη με ξεχνάς. Και αν δεν μπορείς να μου κάνης "Τρισάγιο”,
πήγαινε στον πατέρα Παΐσιο και πες του ότι πέθανα, γιατί με θυμάται κάθε ημέρα,
αλλά με μνημονεύει σαν ζωντανό, για να μετανοήσω. Εγώ όμως τώρα δεν μπορώ να μετανοήσω».
Οι κεκοιμημένοι έχουν πιο πολλή ανάγκη προσευχής από τους ζώντες,
γιατί στους ζώντες υπάρχει και ελπίδα μετανοίας. Και θέλει ο Θεός να υπάρχουν
άνθρωποι να Τον παρακαλούν να βοηθήσει τους κεκοιμημένους,
αφού δεν έγινε ακόμη η τελική Κρίση. Στον πόλεμο ένας βαριά τραυματισμένος
ζήτησε από έναν ιερέα νερό και εκείνος δεν του έδωσε. Αδιαφόρησε,
ενώ είχε στο παγούρι του λίγο νερό. Ο τραυματίας σε λίγο πέθανε και ο ιερέας,
μόλις συνειδητοποίησε το σφάλμα του, ήταν απαρηγόρητος. Τον μνημόνευε συνεχώς.
Ήρθε στο Καλύβι και μου είπε τον πόνο του. Ο καημένος είχε πολλή θυσία,
αλλά δεν κατάλαβε πώς το έκανε αυτό. Το επέτρεψε ο Θεός,
πήρε δηλαδή για λίγο την Χάρη του,
επειδή ο τραυματίας είχε πολλή ανάγκη από προσευχή. Αν ο Ιερέας του έδινε νερό,
θα τον ξεχνούσε, ενώ τώρα τον πείραζε η συνείδηση και προσευχόταν συνέχεια γι’ αυτόν.
(Λόγοι Παϊσίου, τόμος ς΄, Περί προσευχής, Εκδ. Ιερού Ησυχαστηρίου
"Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος", σελ.145-146)