ΥΠΟΜΝΗΜΑ -Στο κατά Λουκάν Ευαγγέλιο-
Ερμηνεία πατερική & θεολογική του Ευαγγελίου του Λουκά
Το ερμηνευτικό Υπόμνημα του Π.Ν. Τρεμπέλα
μεταφρασμένο στη νεοελληνική γλώσσα
Μετάφραση αρχιμ. Νικόλαος Πουλάδας
Κεφάλαιο 15
Στίχ. 11-32. Η παραβολή του ασώτου υιού
15.18 ἀναστὰς(1) πορεύσομαι πρὸς τὸν πατέρα μου(2) καὶ ἐρῶ αὐτῷ,
Πάτερ, ἥμαρτον εἰς τὸν οὐρανὸν(3) καὶ ἐνώπιόν σου(4),
18 Θα σηκωθώ και θα πάω στον πατέρα μου και θα του πω:
πατέρα, αμάρτησα στο Θεό και σ’ εσένα·
(1) Δεν αποτελεί απλώς λεπτομέρεια περιγραφής σύμφωνα με τον συνηθισμένο
τρόπο στους λαούς της ανατολής. Το αναστάς σημαίνει την αφύπνιση και το
σήκωμά του από τον λήθαργο και την απόγνωση (p). Με αυτό δηλώνονται με
ακρίβεια τα πρώτα βήματα της μετάνοιας (b)= «Αφού σηκωθώ από το πέσιμο της αμαρτίας» (Ζ).
«Από την καθέδρα της ηδονής» (Σχ.).
(2) Θυμάται την αγαθότητα του πατέρα (g), ο οποίος παρά τον εκφυλισμό του ασώτου
παραμένει πατέρας του (b). «Ξέρω του Θεού μου την αγαθότητα,
ξέρω του πατέρα μου την ημερότητα» (Σχ.).
(3) Ή, είναι συνώνυμο με το «στον Θεό». Δες Α Μακ. γ 18 (L).
Η κακή συμπεριφορά ενός γιου προς τον πατέρα του, δεν αρέσει καθόλου και στο Θεό (p).
Ή «αφήνοντας τα ουράνια, αμάρτησα απέναντι σε αυτά, προτιμώντας αντί για αυτά
την κατάπτυστη ηδονή και προτίμησα από την πατρίδα μου, τον ουρανό, την χώρα της πείνας» (Θφ).
Ή, δες σ. 7 ο οποίος υπονοεί, ότι οι κάτοικοι του ουρανού όπως χαίρονται
για την επιστροφή και μετάνοια του αμαρτωλού, έτσι θλίβονται και στην πτώση του,
η οποία από την άποψη αυτή είναι και αμαρτία εναντίον τους (b).
Όλες οι ερμηνείες είναι σοβαρές. Σημείωσε ότι η αμαρτία είναι προσβολή εναντίον του ουρανού.
Και είναι μεν ανίκανη να βλάψει αυτόν και τελείως αντιθέτως οι ολέθριες συνέπειές της
«επιστρέφουν στο κεφάλι του αμαρτωλού» (Ψαλμ. ζ 16), πάντως όμως αποτελεί περιφρόνηση
εναντίον του ματιού του Θεού που βλέπει τα πάντα, το οποίο παρακολουθεί όλες τις πράξεις μας.
(4) «Δηλαδή και σε σένα (αμάρτησα), επειδή προτίμησα από το θέλημά σου το δικό μου» (Ζ).
Ο πατέρας κατά τη στιγμή της αναχώρησης του ασώτου παρακολουθούσε αυτόν με βλέμμα θλίψης,
ο άσωτος όμως περιφρόνησε το τελευταίο αυτό πλήρες στοργής βλέμμα και γύρισε την πλάτη στον πατέρα (g).
Οι δύο τελευταίοι στίχοι μαζί με τον επόμενο, παρουσιάζουν τα πρώτα βήματα του αμαρτωλού που επιστρέφει.
Είναι αυτά, συναίσθηση, πρώτον, της άθλιας κατάστασής του («Εγώ όμως χάνομαι από την πείνα»),
σταθερή απόφαση επιστροφής («θα σηκωθώ και θα πάω στον πατέρα μου»),
απόφαση να εξομολογηθεί την ενοχή του χωρίς κάποια απόπειρα να δικαιολογηθεί
(«Αμάρτησα… και δεν είμαι πια άξιος να ονομαστώ γιος σου») και επιθυμία
να χρησιμοποιηθεί στο εξής στην υπηρεσία του Θεού, χωρίς κάποια αξίωση για τα προηγούμενα
κληρονομικά δικαιώματα («κάνε με σαν έναν από τους μισθωτούς σου»).