Η εξωτερική συνήθεια της ευχής
-Γέροντα, μπορεί κάποιος να λέει την ευχή συνέχεια ψιθυριστά;
-Μπορεί να του έχη γίνει εξωτερική συνήθεια και να την λέει ρυθμικά,
όπως το ρολόι κάνει τίκ τάκ, αλλά ο νους του να μην είναι στον Θεό.
-Ωφελεί, Γέροντα, καθόλου αυτό;
-Αν κανείς έχη λίγη ταπείνωση και καταλαβαίνει ότι ο νους του
δεν είναι στον Θεό και ότι την ευχή την λέει μηχανικά, τότε ωφελείται λίγο.
Αν όμως νομίζει ότι, επειδή λέει την ευχή, είναι προχωρημένος πνευματικά, τότε βλάπτεται.
-Γέροντα, αν κάποιος συνηθίσει να λέει συνέχεια την ευχή, αυτό τον βοηθάει στον αγώνα του;
-Το θέμα είναι για ποιόν λόγο λέει την ευχή. Αν έχη γνωρίσει τον εαυτό του και αισθάνεται
ως ανάγκη το έλεος του Θεού και το ζητάει συνέχεια λέγοντας την ευχή, βοηθιέται.
Ή, αν δεν έχη γνωρίσει τον εαυτό του, αλλά καταλαβαίνει ότι είναι μπλεγμένος
στα γρανάζια των παθών και καταφεύγει στον Θεό, και τότε ο Θεός θα τον βοηθήσει
στον αγώνα του και θα του μείνη και η συνήθεια να λέει την ευχή. Αν όμως λέει την ευχή
μηχανικά, χωρίς συναίσθηση των αμαρτιών του, αυτό δεν μπορεί να βοηθήσει στην απέκδυση
του παλαιού ανθρώπου.
-Μπορεί, Γέροντα, να είναι και επικίνδυνο να επιδιώκει κανείς να συνηθίσει να λέει την ευχή;
-Επικίνδυνο είναι, όταν κανείς εγκαταλείπει την παρακολούθηση του εαυτού του και
ασχολείται με την ευχή σαν να είναι κάτι της μόδας. Αυτός μπορεί να αποκτήσει
την συνήθεια της ευχής, αλλά μέσα του θα
ζει ο παλαιός άνθρωπος, και υπάρχει κίνδυνος να επακολουθήσει πλάνη.
Θυμάμαι, όταν ήμουν στο Σανατόριο, νοσηλευόταν εκεί ένας μοναχός που είχε συνηθίσει
να λέει την ευχή. Έκλεινε τα μάτια του και έλεγε συνέχεια:
Χριστέ...», «Κύριε Ιησού Χριστέ...». Μία επισκέπτρια που τον είδε, άρχισε να σταυροκοπιέται.
«Ώ, είπε, κοντά σε άγιο βρισκόμαστε!». Μια μέρα όμως αυτός ο μοναχός μου είπε:
«Τον τάδε και τον τάδε τους ήλεγξα. Έγραψα γράμμα και στον τάδε Δεσπότη και στον τάδε,
να αλλάξουν μυαλά, κι εγώ θα είμαι στο πλευρό τους». «Για στάσου, βρε αδελφέ, του λέω.
Αγράμματος είσαι, φυματίωση έχεις, που στηρίζεσαι και μιλάς έτσι;». Και τι μου άπαντά!
«Ένας δυο αν υπήρχαν σαν κι εμένα, θα είχε σωθή ο κόσμος!». Αν δεν ήταν καλά στο μυαλό,
θα ήταν δικαιολογημένος, αλλά το μυαλό του ήταν εντάξει. Επειδή ζόριζε τον εαυτό του
και έλεγε συνέχεια την ευχή, του έμεινε η συνήθεια και μετά κάθε λογισμός που του ερχόταν
νόμιζε ότι ήταν από τον Θεό. Έτσι έφθασε στο σημείο να πιστεύει ότι σαν αυτόν δεν υπήρχε
κανένας άλλος στον κόσμο!
(Λόγοι Παϊσίου, τόμος ς΄, Περί προσευχής, Εκδ. Ιερού Ησυχαστηρίου
"Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος", σελ.169-170)