Π. ΑΝΤΩΝΙΟΣ ΑΛΕΒΙΖΟΠΟΥΛΟΣ.Δρ. θεολογίας Δρ. Φιλοσοφίας.Πηγή: Βιβλίο "Μετενσάρκωση ή Ανάσταση; Ορθόδοξη θεώρηση τού Κακού"
Μερικά Γραφικά εδάφια
Οι αποκρυφιστές που υποστηρίζουν ότι η Καινή Διαθήκη κηρύττει τη μετενσάρκωση, επικαλούνται μερικά εδάφια της Γραφής.
Το περιοδικό "Παραψυχολογία" του Γ. Βουλούκου αναφέρεται στο Ματθ. ε' 18: «Έως ότου παρέλθη ο ουρανός και η γη, ούτε ένα γιώτα ή μικρή στιγμή δεν θα καταργηθή από τον νόμον, μέχρις ότου γίνουν όλα», μεταφράζει τo περιοδικό και σχολιάζει: «Ποιο νόμο; όχι το νόμο των γραμματέων και Φαρισαίων, αλλά το νόμο του Κάρμα!»! (Παραψυχολογία, Ιούνιος 1980, σ. 92).
Αλλά ο Χριστός μιλάει στο εδάφιο αυτό για το σκοπό της έλευσής Του. «Μη νομίσητε», λέγει, «ότι ήλθον καταλύσαι τον νόμον και τους προφήτας· ουκ ήλθον καταλύσαι, αλλά πληρώσαι». Ο Χριστός εξεπλήρωσε και ολοκλήρωσε το νόμο και τους προφήτες. Αναφερόμενος στο λόγο της Παλαιάς Διαθήκης, «οφθαλμόν αντί οφθαμού», προσθέτει: «Εγώ δε λέγω υμίν μη αντιστήναι τω πονηρώ... » (Ματθ. ε' 17. 38). Όχι μόνο να μην ανταποδίδει κανείς περισσότερα από εκείνα που αδικείται, αλλά και να μην ανταποδίδει καθόλου το κακό. Δεν γίνεται εδώ υπαινιγμός για κάρμα και μετενσάρκωση!
Ένα άλλο εδάφιο, στο οποίο αναφέρεται το περιοδικό "Παραψυχολογία" είναι το Ρωμ. στ' 23. Σχολιάζει: «Τι άλλο μπορεί να σημαίνει παρά το ότι το Κάρμα για τις κακές πράξεις συνεπάγεται επιστροφή στη γη για να φέρει κανείς τη θνητότητα μέχρι που ο αμαρτωλός να έχει μάθει τα μαθήματα του;» (Παραψυχολογία, Ιούνιος 1980, σ. 92). Το Ρωμ. στ' 23 αναφέρει, «τα γαρ οψώνια της αμαρτίας θάνατος, το δε χάρισμα του Θεού ζωή αιώνιος εν Χριστώ Ιησού τω Κυρίω ημών». Η αμαρτία είναι χωρισμός του ανθρώπου από τον Θεό και οδηγεί στον πνευματικό θάνατο. Όμως όταν ο αμαρτωλός προστρέξει στην αγάπη του Θεού και αναγεννηθεί με τη δωρεά του Θεού «εν Χριστώ Ιησού», οδηγείται από το θάνατο στη ζωή.
Όπως έχει λεχθεί αυτή η αναγέννηση δεν συντελείται σε διάστημα πολλών ζωών, αλλά μπορεί να γίνει και σε μια στιγμή. Αυτό συνέβη με το ληστή, που ζήτησε το έλεος του Χριστού. Ο απόστολος Ιάκωβος αναφέρει πως όταν κανείς παρασυρθεί από τη δική του επιθυμία, πειράζεται και η επιθυμία του γεννά την αμαρτία και η αμαρτία το θάνατο, δηλαδή τον πνευματικό θάνατο. Όμως ο πνευματικός αυτός θάνατος ξεπερνιέται με την πνευματική αναγέννηση του ανθρώπου, που είναι αποτέλεσμα όχι της δικής του προσπάθειας, αλλά της βούλησης του Θεού (Ιακ. α' 14-18).
Και πάλι διαπιστώνουμε πως σ' αυτό το εδάφιο δεν γίνεται λόγος για κάρμα και μετενσάρκωση, αλλά για το αποτέλεσμα της ανθρώπινης αμαρτίας και για το αποτέλεσμα της χάρης του Θεού.
Ο Χριστός μίλησε για "άνωθεν γέννηση", εννοώντας την πνευματική αναγέννηση, που συντελείται με το άγιο βάπτισμα και με τη ζωή στην Εκκλησία (Ιω.γ' 3-5).Οι αποκρυφιστές του περιοδικού "Παραψυχολογία" χρησιμοποιούν και αυτό το εδάφιο για να τονίσουν: «Να μια λεκτική και σαφής δήλωση της αναγκαιότητας για τον άνθρωπο να περνά από ζωή σε ζωή μέχρι που να φθάσει σε πνευματικά επιτεύγματα» (Παραψυχολογία, Ιούνιος 1980, σ. 92).
Εδώ υπονοείται ασφαλώς η ανθρώπινη προσπάθεια, από ζωή σε ζωή, με σκοπό να οδηγήσει ο άνθρωπος τον εαυτό του σε πνευματικά επιτεύγματα, συμπεραίνει το ίδιο περιοδικό. Όμως το εδάφιο μιλάει για "άνωθεν γέννηση", για δώρο του Θεού, που αποκλείει κάθε έννοια αυτοσωτηρίας, στην οποία βασίζεται η διδαχή του κάρμα και της μετενσάρκωσης.
Η σωτηρία δεν συντελείται με τις προσπάθειες του ανθρώπου, που επεκτείνονται "από ζωή σε ζωή", αλλά με τη θυσία του Χριστού, που είναι μία και μοναδική· «μια γαρ προσφορά τετελείωκεν εις το διηνεκές τους αγιαζομένους» (Εβρ. Γ 14). Ο Χριστός σώζει τους πιστούς, δεν σώζονται μόνοι τους. Δεν έρχεται κάθε φορά με νέα ενσάρκωση να τους σώσει, αλλά ήλθε και πρόσφερε τη σωτηρία με την μία και μοναδική Του θυσία. Και εμείς όλοι που ενταχθήκαμε με το άγιο Βάπτισμα στο σώμα του Χριστού και ζούμε "εν Χριστώ", προσβλέπουμε τώρα όχι σε άλλες μετενσαρκώσεις, αλλά στη δευτέρα παρουσία Του, που θα σημάνει για όλους μας την ανάσταση των σωμάτων, την αφθαρσία και αθανασία. (Βλ. και όσα εκτίθενται στα βιβλία μας, "Αυτογνωσία, αυτοεξέλιξη, σωτηρία", Πρέβεζα 1991 και Η Ορθόδοξη Εκκλησία. Πίστη-Λατρεία-Ζωή", Πρέβεζα 1991).
Οι αποκρυφιστές με τους οποίους ασχολούμεθα δεν δέχονται αυτή τη διδαχή και απορρίπτουν τη δευτέρα Παρουσία του Χριστού.
Σύμφωνα με τη δοξασία του Κέϋση, την οποία αποδέχεται και ο Γ. Βουλούκος, «το Πνεύμα του Ιησού Χριστού εκδηλώθηκε πολλές φορές στη γη, πριν τον ερχομό του Ιησού. Μερικές φορές εκδηλώθηκε μέσω κάποιου σαν τον Μελχισεδέκ και άλλες φορές εκδηλώθηκε σαν πνευματική επιρροή μέσω κάποιου δασκάλου που διατηρούσε την λατρεία του ενός θεού» (Βλ. Λάνγκλεϋ, σ. 124).
Κατά την αντίληψη αυτή, αυτό που ο Χριστός ήταν, μπορεί να γίνει ο κάθε άνθρωπος· «Ο Χριστός που εκδηλώθηκε ο Ίδιος, μέσω του σώματος του Ιησού, συμπλήρωσε την δική του ανάπτυξη στην γη· αυτό δημιουργεί την πεποίθηση στην διαβεβαίωση Του προς τους μαθητές Του, ότι αυτοί θα ήσαν ικανοί να κάνουν όλα όσα Αυτός είχε κάνει. Αυτό ήταν προφανώς αδύνατον, αν επρόκειτο να παραμείνουν τόσο ατελείς πνευματικά, όσο ήταν εκείνο το διάστημα. Προϋποτίθεται ότι θα επέστρεφαν πολλές φορές προτού μπορέσουν να φτάσουν στο στάδιο της δικής Του διαφώτισης» (Λάνγκλεϋ, σ. 129). Μ' αυτά τα δεδομένα ο Χριστός δεν ήταν Σωτήρας του κόσμου, όπως αναφέρει η αγία Γραφή (Λουκ. β' 11. Πράξ. δ' 12. Ρωμ. Γ 8-13), αλλά ήλθε με μοναδικό σκοπό τη δική του προσωπική "εξέλιξη" και "σωτηρία". Ο σταυρός του Χριστού δεν έχει, σύμφωνα μ' αυτή την αντίληψη, εξιλεωτικό χαρακτήρα είναι μόνο ένα παράδειγμα, για να δείξει στους οπαδούς Του «όχι μόνον την ευκολία, με την οποία μπορούν να εγκαταλειφθούν οι γήϊνοι δεσμοί της σάρκας, αλλά την ολική ασημαντότητα του σώματος αφ' ότου σταματήσει να στεγάζει την ψυχή... Ο Πρίγκηπας της Ειρήνης κατήλθε στην γη με ανθρώπινη μορφή για να συμπληρώσει την δική Του ανάπτυξη» (Λάνγκλεϋ, σ. 131).
Μ' αυτή τη βάση η δευτέρα παρουσία του Χριστού, η ελπίδα των χριστιανών, που θα σημάνει τη δική τους σωματική ανάσταση, την είσοδο στην αιώνια ζωή σε αφθαρσία και αθανασία (Α' Κορ. ιε' 13-58), ακυρώνεται. Ο Κέϋση, αναφερόμενος στις διάφορες "εκδηλώσεις", όπως ισχυρίζεται, του Χριστού, καταλήγει: «Τι σχέση έχει αυτό το συμπέρασμα με τη Δευτέρα Παρουσία; Λοιπόν, έχοντας υπόψη τα όσα ανεφέρθησαν, παύει να υπάρχει Δευτέρα Παρουσία » (Λάνγκλεϋ, σ. 124). Ο Γ. Βουλούκος υποστηρίζει:
«...Ο Χριστός, με την ερώτηση «ποιος λένε ότι είμαι» (Ματθ. ιστ' 13-14), ήθελε να μάθει ποιος πίστευαν οι άνθρωποι ότι είχε υπάρξει σε μια προηγούμενη ζωή και η υπόθεση επιβεβαιώνεται από την απάντηση των μαθητών, ότι αυτός ήταν ο Ηλίας είτε ο Ιερεμίας, «μια απάντηση την οποία ούτε διέψευσε ούτε επιβεβαίωσε» (Παραψυχολογία, "Ιούνιος 1980, σ. 91).
Ο ισχυρισμός αυτός είναι εσφαλμένος. Γιατί ο Χριστός υπογραμμίζει εδώ τη Θεανδρική Του υπόσταση, αναφερόμενος στην πίστη που διακήρυξε ο Πέτρος: «Συ ει ο Χριστός ο Υιός του Θεού του ζώντος», «Μακάριος ει, Σίμων Βαριωνά, ότι σαρξ και αίμα ουκ απεκάλυψε σοι, αλλ' ο Πατήρ μου ο εν τοις ουρανοίς». Η αληθινή ταυτότητα του Χριστού αποκαλύφθηκε στον Πέτρο όχι από άνθρωπο, αλλά από τον ίδιο το Θεό! (Ματθ. ιστ' 16-18).
Το ότι ο Χριστός δεν έρχεται με αλλεπάλληλες ενσαρκώσεις, υπογραμμίζει ιδιαιτέρως η προς Εβραίους επιστολή. «Και όπως οι άνθρωποι μια φορά πεθαίνουν και υστέρα έρχεται κρίσις, έτσι και ο Χριστός, αφού μια φορά εθυσιάσθηκε διά να πάρη επάνω του τας αμαρτίας των πολλών, θα εμφανισθή διά δευτέραν φοράν χωρίς αμαρτίας εις εκείνους που τον αναμένουν διά την σωτηρίαν τους» (Εβρ. θ' 27-28). Ο Χριστός, λοιπόν δεν ήλθε πολλές φορές, με διαφορετικά σώματα και ονόματα, αλλά μόνο μία και αναμένεται να ξαναέλθει κατά τη δευτέρα Του Παρουσία.
Επομένως τα εδάφια αυτά, στα οποία καταφεύγουν οι αποκρυφιστές, που ισχυρίζονται πως δήθεν η Καινή Διαθήκη διδάσκει το κάρμα και τη μετενσάρκωση, είναι εντελώς άσχετα μ' αυτό το θέμα.
α) Η σχέση Ηλία - Ιωάννη
Αλλά όσοι ισχυρίζονται πως η μετενσάρκωση είναι χριστιανική διδασκαλία, επικαλούνται ιδιαίτερα τα εδάφια από το ευαγγέλιο του Ματθαίου, στα οποία αναφέρεται το όνομα του προφήτη Ηλία. Το περιοδικό "Παραψυχολογία" στο οποίο αναφερόμαστε (σελ. 91) γράφει:
«Για τον Ιωάννη το βαπτιστή είπε, και εάν θέλετε να το παραδεχθήτε, αυτός είναι ο Ηλίας ο οποίος μέλλει να έλθη (Ματθ. ια' 14), ο Ηλίας ήδη ήλθε και δεν τον αναγνώρισαν αλλά του έκαναν ό,τι ήθελαν" (Ματθ. ιζ' 12 και επίσης Μάρκ. θ' 13). Τι πιθανές έννοιες μπορούν και οι δύο αυτές ρήσεις να έχουν παρά το ότι ο Ιωάννης ήταν μια μετενσάρκωση του προφήτη Ηλία;».
Αν μελετήσουμε προσεκτικά το Ματθ. ια' 9-14, θα δούμε πως ο Ιωάννης διακρίνεται από τον προφήτη Ηλία, ενώ κατά άλλο τρόπο ταυτίζεται με αυτόν.
«Ούτος γαρ εστι περί ου γέγραπται ιδού εγώ αποστέλλω τον άγγελόν μου προ προσώπου σου, ος κατασκευάσει την οδόν σου έμπροσθέν σου. Αμήν λέγω υμίν, ουκ εγήγερται εν γεννητοίς γυναικών μείζων Ιωάννου του βαπτιστού... Και ει θέλετε δέξασθαι, αυτός εστιν Ηλίας ο μέλλων έρχεσθαι. ο έχων ώτα ακούειν ακουέτω». Μεταξύ των γεννηθέντων από γυναίκες δεν εμφανίσθηκε μεγαλύτερος από τον Ιωάννη το βαπτιστή. Ούτε ο Ηλίας, ούτε άλλος προφήτης! Αν θέλετε να το παραδεχθήτε, αυτός είναι ο Ηλίας που έμελλε να έλθει· «ο έχων ώτα ακούειν ακουέτω»· εκείνος που έχει πνευματικά αυτιά, ας ακούσει και ας αντιληφθεί το νόημα αυτών των λόγων. Δεν πρέπει λοιπόν κανείς να πάρει τους λόγους αυτούς κατά γράμμα. Πρέπει να τους δώσει πνευματικό νόημα! Έτσι ο Ηλίας ταυτίζεται και δεν ταυτίζεται με τον Ιωάννη· ήλθε, αλλά και μέλλει να έλθει!
«Ηλίας μεν έρχεται πρώτον και αποκαταστήσει πάντα· λέγω δε υμίν ότι Ηλίας ήδη ήλθε, και ουκ επέγνωσαν αυτόν, αλλ' εποίησαν εν αυτώ όσα ηθέλησαν ούτω και ο υιός του ανθρώπου μέλλει πάσχειν υπ' αυτών. Τότε συνήκαν οι μαθηταί ότι περί Ιωάννου του βαπτιστού είπεν αυτοίς» (Ματθ. ιζ' 11-13).
Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος μας δίνει την ορθή ερμηνεία των εδαφίων αυτών. Ο Χριστός, λέγει, είπε πως «αυτός είναι ο Ηλίας που πρόκειται να έλθει»!..Όμως τώρα λέγει πως ο Ηλίας «ήλθε». Και πάλι λέγει πως όταν θα έλθει ο Ηλίας θα τα τακτοποιήσει όλα. Δεν πρέπει να νομίζουμε πως τα λόγια αυτά αντιφάσκουν, λέγει ο Χρυσόστομος. Γιατί όταν λέγει πως θα έλθει ο Ηλίας και θα αποκαταστήσει τα πάντα εννοεί τον ίδιο τον Ηλία και την επιστροφή των Ιουδαίων, που πρόκειται να γίνει τότε, κατά τον χρόνο πριν από τη δευτέρα παρουσία του Χριστού. Όταν όμως λέγει πως «αυτός είναι εκείνος που πρόκειται να έλθει», ονομάζει Ηλία τον Ιωάννη, λόγω της ομοιότητας του έργου του με το έργο του Ηλία.
Ο Χρυσόστομος φέρει σαν παράδειγμα τους προφήτες, που κάθε βασιλέα που διέπρεψε, τον ονόμαζαν Δαυίδ, και τους Ιουδαίους τους ονόμαζαν άρχοντες των Σοδόμων εξαιτίας της συμπεριφοράς των (Ησ. α' 10). «Διότι όπως ακριβώς εκείνος θα είναι πρόδρομος της δευτέρας παρουσίας, έτσι και αυτός υπήρξε πρόδρομος της πρώτης παρουσίας του» (Χρυσ, Εις Ματθ, Λόγος ΝΖΊ, ΕΠΕ 11, σ. 287-289). Οι άγιες Γραφές, λέγει ο Χρυσόστομος, ομιλούν για δύο παρουσίες του Χριστού· και γι' αυτήν που έγινε και γι αυτήν που θα γίνει. Αλλά οι προφήτες υπενθυμίζουν και τις δύο. Της μιας, δηλαδή της δευτέρας, θα είναι πρόδρομος ο Ηλίας (Μαλαχ. δ' 5), ενώ της πρώτης έγινε πρόδρομος ο Ιωάννης, τον οποίο ο Χριστός ονόμασε Ηλία· «όχι επειδή ήτο ο Ηλίας, αλλ' επειδή επραγματοποίει τo έργο εκείνου. Όπως ακριβώς δηλαδή εκείνος θα γίνει πρόδρομος της δευτέρας παρουσίας, έτσι και αυτός υπήρξε πρόδρομος της πρώτης» (Χρυσ, Εις Ματθ., Λόγος ΝΖ' 1. ΕΠΕ 11. σ. 283-285)
Στην ίδια ομιλία ο Χρυσόστομος ερμηνεύοντας τα εδάφια Ματθ. ια' 14 και Μαλαχ. γ' 1. δ' 4-5 υπογραμμίζει πως ο Χριστός είπε τους λόγους αυτούς για να δηλώσει ότι ο Ιωάννης ήτο ο Ηλίας και ο Ηλίας ήτο ο Ιωάννης επειδή και οι δύο είχαν την ίδια αποστολή και ότι και οι δύο έγιναν πρόδρομοί Του. Γι' αυτό και δεν είπε απλώς «αυτός είναι ο Ηλίας», αλλά, εάν θέλετε να το παραδεχθήτε, αυτός είναι. Δηλαδή, αν εξετάσετε τα γεγονότα με καλή διάθεση. Δεν αρκέσθηκε σ' αυτά, αλλά για να αποδείξει πως απαιτείται σύνεση, αφού είπε το «αυτός είναι ο Ηλίας», πρόσθεσε: «Αυτός που έχει πνευματικά αυτιά διά ν' ακούη, ας τα ακούη αυτά» (Χρυσ., Εις Ματθ., Λόγος ΛΖ' 3, ΕΠΕ 10, σ. 571-573).
Η ερμηνεία αυτή των εδαφίων στα οποία αναφερθήκαμε, κατοχυρώνεται απόλυτα και με το Λουκ. α' 17: «Και αυτός προελεύσεται ενώπιον αυτού εν πνεύματι και δυνάμει Ήλιου», δηλαδή θα ήταν μέτοχος του χαρίσματος και της δυνάμεως του Ηλία! Άλλωστε ο προφήτης Μαλαχίας προσθέτει και την πατρίδα εκείνου που αναμένεται να έλθει πριν από τη δευτέρα παρουσία του Χριστού, καθώς και το ειδικό έργο που πρέπει να εκτελέσει. Γράφει:
Και ιδού εγώ αποστελώ υμίν Ηλίαν τον Θεσβίτην, πριν η ελθείν την ημέραν Κυρίου την μεγάλην και επιφανή, ος αποκαταστήσει καρδίαν πατρός προς υιόν και καρδίαν ανθρώπου προς τον πλησίον αυτού, μη ελθών πατάξω την γην άρδην» (Μαλαχ. δ' 4-5).
Ο Ιωάννης δεν είναι βέβαια Θεσβίτης. ούτε θα είναι πρόδρομος της φοβερής δευτέρας παρουσίας του Χριστού, κατά την οποία ο Κύριος μέλλει να «πατάξη την γην άρδην». Κατά την πρώτη έλευση του Κυρίου, της όποιας πρόδρομος ήταν ο Ιωάννης, δεν συνέβη κάτι τέτοιο. Ο Χριστός δεν ήλθε να κρίνει τον κόσμο, αλλά να σώσει τον κόσμο (Ιω. ιβ' 47). Ακόμη η αποστολή του Θεσβίτη θα είναι να πείσει τους Ιουδαίους να πιστεύσουν στο Χριστό, ώστε να μη εξολοθρευθούν όλοι όταν θα έλθει ο Κύριος. Γι’ αυτό και υπογραμμίζεται πως θα τα αποκαταστήσει όλα (Ματθ. ιζ' 11), δηλαδή, θα επαναφέρει στην ορθή πίστη τους Ιουδαίους που θα ζουν τότε (πρβλ. Ρωμ. ια' 25-26). Ο Ηλίας δεν πέθανε, ανελήφθη (Δ' Βασιλ. β' 11)· δεν μπορεί λοιπόν να μετενσαρκωθεί, αφού δεν εγκατέλειψε την σάρκα του. Γιατί πώς θα μπορούσε να βρίσκεται ταυτόχρονα σε δυο διαφορετικά σώματα; Πρέπει κι αυτός να πεθάνει με φυσικό θάνατο, όπως όλοι οι άνθρωποι (Ψαλμ. πη' 49). Πρέπει λοιπόν να έλθει και πάλι. Τούτο θα γίνει πριν από τη δευτέρα παρουσία, κατά την εποχή του Αντίχριστου, θα κηρύξει στους Ιουδαίους και όταν εκπληρώσει την αποστολή του θα θανατωθεί· όμως θα αναστηθεί (Αποκ. ια' 7-14. ιε' 42-56).
Ο Ηλίας εμφανίζεται πάνω στο όρος της Μεταμορφώσεως μαζί με τον Μωυσή, υστέρα από τη γέννηση του Ιωάννη. Αν τα συμπεράσματα των οπαδών της μετενσάρκωσης ήσαν ορθά, τότε η αγία Γραφή έπρεπε να τον αναφέρει με το όνομα "Ιωάννης"· και οι μαθητές έπρεπε να έβλεπαν τον "Ιωάννη", όχι τον Ηλία!.Τα εδάφια λοιπόν που αναφέρονται στη σχέση ανάμεσα στον Ηλία και στον Ιωάννη τον πρόδρομο δεν δικαιώνουν τις απόψεις των αποκρυφιστών, πως τάχα η Καινή Διαθήκη κηρύττει το κάρμα και τη μετενσάρκωση. Ο αναμενόμενος Ηλίας δεν ήταν ο Ιωάννης ο πρόδρομος. Ο ίδιος το αρνήθηκε αυτό όταν ρωτήθηκε αν είναι ο Ηλίας: «Και ηρώτησαν αυτόν τι ουν; Ηλίας ει συ; και λέγει: ουκ ειμί» (Ιω. α' 21).
β) Η περίπτωση του εκ γενετής τυφλού
Οι αποκρυφιστές στους οποίους αναφερόμαστε επικαλούνται και την περίπτωση του εκ γενετής τυφλού (Ιω. θ' 1-7):«Στην περίπτωση του τυφλού εκ γενετής άνδρα η ερώτηση των μαθητών του "Ραββί, ποιος αμάρτησε, αυτός ή οι γονείς του διά να γεννηθή τυφλός;" δείχνει καθαρά την πίστη τους στη μετενσάρκωση. Επιθυμούσαν να μάθουν αν ήταν κάρμα των γονέων του άνδρα να έχουν ένα τυφλό γιό, η μήπως ο άνδρας προσβλήθηκε από τύφλωση για να διευθετηθεί κάποιο λάθος που είχε διαπραχθεί σε μια προηγούμενη ζωή. Πρέπει να σημειωθεί ότι ο Ιησούς δέχθηκε αυτή την ερώτηση σαν μια απόλυτα φυσιολογική και δίχως επιτίμηση» (Παραψυχολογία "Ιούνιος 1980, σ. 92).Εδώ πρέπει να πούμε πως ο ίδιος ο Ιησούς, με την απάντησή του απέκλεισε την περίπτωση που προβάλλεται στο αποκρυφιστικό περιοδικό: «Ούτε ούτος ήμαρτεν ούτε οι γονείς αυτού, αλλ' ίνα φανερωθή τα έργα του Θεού εν αυτώ» (Ιω. θ' 3).
Ο Χριστός αναφέρεται εδώ στο αποτέλεσμα και όχι στην αιτία. Το ίδιο κάνει και πολλές άλλες φορές. Έτσι αναφέρει, «εις κρίμα εγώ ήλθον εις τον κόσμον τούτον, ίνα οι μη βλέποντες βλέψωσι, και οι βλέποντες τυφλοί γένωνται» (Ιω. θ' 39). Εδώ δεν δηλώνει το σκοπό της έλευσής του, αλλά το αποτέλεσμα. Γιατί όταν μιλάει για το σκοπό, υπογραμμίζει πως δεν ήλθε να κρίνει, αλλά να σώσει τον κόσμο (Ιω. γ' 17). Έτσι και στην περίπτωση του τυφλού· υπογραμμίζει το αποτέλεσμα της τύφλωσής του· «ίνα φανερωθή τα έργα του Θεού εν αυτώ».
Με ποιον τρόπο θα εφανερώνοντο τα έργα του Θεού; Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος λέγει πως οι Εβραίοι άκουαν πως ο Θεός έπλασε τον άνθρωπο, αφού έλαβε χώμα από τη γη. Και ο Χριστός έκανε το ίδιο: Για να αναπλάσει τα μάτια του τυφλού έλαβε χώμα. Έτσι δείχνει έμπρακτα πως αυτός είναι εκείνος που έπλασε τον άνθρωπο. Με το να πλάσει μάτι και να του δώσει την ενέργεια του φωτός, εφανέρωσε την κρυφή του δόξα· Αυτός είναι ο Δημιουργός και αναδημιουργός των πάντων, δι Αυτού εδημιουργήθησαν και δι αυτού αναδημιουργούνται τα πάντα!
Οι μαθητές, λέγει ο Χρυσόστομος, δεν είπαν αυτό που είπαν υπό μορφή ερώτησης, αλλ' απορίας. Γιατί στην περίπτωση του εκ γενετής τυφλού δεν θα μπορούσε κανείς να βρει την αιτία της τύφλωσης σε αμαρτία. Ο ίδιος δεν πρόλαβε να αμαρτήσει, γιατί γεννήθηκε τυφλός, ενώ αιτία της τύφλωσης δεν μπορεί να είναι αμαρτία των γονέων του, αφού το παιδί δεν τιμωρείται για τις αδικίες των γονέων του. Έτσι το νόημα των λόγων των μαθητών ήταν: Τι έκαμε αυτός και γεννήθηκε τυφλός; Γιατί συνέβη αυτό; (Χρυσ., εις Ιω, Λόγος ΝΣΓ 1, ΕΠΕ 14. σ. 27).
γ) «Ό, τι σπείρεις θα θερίσεις»
Οι υπέρμαχοι της μετενσάρκωσης αναφέρονται ιδιαίτερα στον απόστολο Παύλο. Το περιοδικό "Παραψυχολογία" σημειώνει:«Ο άγιος Παύλος πίστευε σαφώς στη Μετενσάρκωση. Έχει ήδη παρατεθεί η ρήση που είναι η επιτομή του Νόμου του Κάρμα: "Μην πλανάσθε, ο θεός δεν εμπαίζεται· εκείνο που θα σπείρει ο άνθρωπος αυτό και θα θερίσει", αλλά οι στίχοι που ακολουθούν (Γαλ. στ' 8-9) πηγαίνουν μακρύτερα: "Εκείνος που θα σπείρη εις την σάρκα του, θα θερίση από την σάρκαν διαφθοράν. Εκείνος δε που θα σπείρη εις το Πνεύμα, θα θερίση από το Πνεύμα ζωήν αιώνιον. Ας μην αποθαρρυνόμεθα εις το να κάνωμε το καλόν , διότι εις τον κατάλληλον χρόνον θα θερίσωμεν, εάν δεν αποκάμωμεν"» (Παραψυχολογία, Ιούνιος 1980, σ. 93).
Ο απόστολος Παύλος υπογραμμίζει στο έκτο κεφάλαιο της προς Γαλατάς επιστολής πως οι χριστιανοί πρέπει να διορθώνουν ο ένας τον άλλο και ο καθένας να βαστάζει τα βάρη του άλλου. Κι αν κανείς νομίζει πως είναι κάτι, ενώ δεν είναι τίποτα, εξαπατά τον εαυτό του. Πρέπει ο καθένας να εξετάζει το έργο του και τότε ο λόγος της καύχησής του θα είναι στον εαυτό του μόνο και όχι σε σχέση με τον άλλο· γιατί ο καθένας θα εξετάζει το δικό του φορτίο. Όποιος κατηχείται στο λόγο, ας κάνει τον κατηχητή του μέτοχο σ' όλα τα αγαθά του. Όπως ο κατηχητής του προσφέρει τα πνευματικά, έτσι κι αυτός να προσφέρει στον κατηχητή του τα υλικά αγαθά.
Υστερα από αυτή την τοποθέτηση ο Παύλος συνεχίζει: «Μη πλανάσθε, θεός ου μυκτηρίζεται· ο γαρ εάν σπείρη άνθρωπος, τούτο και θερίσει· ότι ο σπείρων εις την σάρκα εαυτού εκ της σαρκός θερίσει φθοράν, ο δε σπείρων εις το πνεύμα εκ του πνεύματος θερίσει ζωήν αιώνιον».
Με άλλα λόγια, αυτός που ενεργεί σύμφωνα με το σαρκικό του φρόνημα, σύμφωνα με τις επιθυμίες της σάρκας, όποιος ρυθμίζει τη ζωή του με αυτή τη βάση, θα θερίσει αιώνια κόλαση. Όποιος όμως έχει έργα που είναι καρποί του Αγίου Πνεύματος, αυτός θα θερίσει αιώνια ζωή.
Εδώ δεν αναφέρεται σε αλλεπάλληλες γεννήσεις και θανάτους, αλλά στη μέλλουσα κρίση. Γι’ αυτό και στη συνέχεια (Γαλ. στ' 10) αναφέρει: «Το δε καλόν ποιούντες μη εκκακώμεν καιρώ γαρ ιδίω θερίσομεν μη εκλυόμενοι. Άρα ουν ως καιρόν έχομεν, εργαζώμεθα το αγαθόν προς πάντας, μάλιστα δε προς τους οικείους της πίστεως». Ας μη αποκάμουμε εργαζόμενοι το καλό, λέγει, γιατί στον ορισμένο καιρό θα θερίσουμε τους καρπούς των κόπων μας· αν δεν αποκάμουμε. Όχι σε μια νέα γέννηση, αλλά στη μέλλουσα κρίση· τότε θα θερίσουμε τους καρπούς των κόπων μας. Αυτή η κρίση θα είναι μία και μοναδική, θα πραγματοποιηθεί "άπαξ", όχι πολλές φορές (Εβρ. θ' 27).
Το αποκρυφιστικό περιοδικό παραπέμπει ακόμη και στο Β' Κορ. θ' 6-7. Γράφει: «"Εκείνος που σπέρνει με οικονομίαν, θα θερίση και με οικονομίαν, και εκείνος που σπέρνει με αφθονίαν, θα θερίση και με αφθονίαν. Ο καθένας ας δίνη ό, τι του λέει η καρδιά του, όχι με λύπην ή αναγκαστικά". "Εδώ βρίσκεται η διδασκαλία του Νόμου, και το συμπέρασμα της πρώτης ρήσης είναι εξ ίσου σωστό: Ό, τι θέρισε ο άνθρωπος αυτό και είχε σπείρει» (Παραψυχολογία, Ιούνιος 1980, σ. 93).
Εδώ ο απόστολος μιλάει για τη διακονία του στους αγίους, δηλαδή για τη συνεισφορά των εξ εθνών χριστιανών υπέρ των αδελφών των στην Ιερουσαλήμ που υπέφεραν. Παρακινεί τους χριστιανούς να προσφέρουν γενναιόδωρα, όπως έκαναν και οι χριστιανοί της Μακεδονίας. Δεν παραλείπει να παινέψει και το ζήλο των χριστιανών της Αχαΐας και καταλήγει υπογραμμίζοντας τον ορθό τρόπο της συνεισφοράς. Να έχετε υπόψη σας, λέγει, πως «ο σπείρων φειδομένως, φειδομένως και θερίσει. Έκαστος καθώς προαιρείται· ιλαρόν γαρ δότην αγαπά ο Θεός...».
Στη συνέχεια προσθέτει πως ο Θεός θα χαρίσει πλούσια αγαθά σε όποιον τα σκορπίζει χάρη των αδελφών, ώστε «πλουτιζόμενοι με κάθε τρόπον θα μπορείτε να ασκήτε κάθε είδους γενναιοδωρία, η οποία διά μέσου ημών παράγει ευχαριστία εις τον Θεό» (Β' Κορ. θ' 6-11).
Το συμπέρασμα είναι ότι η Καινή Διαθήκη δεν κάνει λόγο για το κάρμα και τη μετενσάρκωση· ούτε ο Χριστός, ούτε οι απόστολοι πίστευαν στις δοξασίες αυτές.