-Γέροντα, μου αρέσει ο δεύτερος ήχος.
-Ο δεύτερος ήχος είναι καθαρά ανατολίτικος, δηλαδή βυζαντινός.
Δεν τον πιάνει κανένα όργανο, μόνον το βιολί. Βλέπεις, οι Τούρκοι πήραν
την μουσική από το Βυζάντιο και με τι καημό τραγουδούν!
Και τι λένε στα τραγούδια τους; «Να ’χα πενήντα δράμια κονιάκ
και πενήντα δράμια παστουρμά, ώ!...». Για πενήντα δράμια κονιάκ και λίγο
παστουρμά συνεπαίρνονται! Κι εμείς ψάλλουμε για τον Χριστό, που σταυρώθηκε,
που θυσιάσθηκε, και να μη συγκλονιζόμαστε;
«Ώ τρισμακάριστον ξύλον, εν ώ ετάθη Χριστός!».
Αν σκεφτεί κανείς το Πάθος του Χριστού, διαλύεται. Στο Κελλί του Τίμιου
Σταυρού είχα βρει ένα κομμάτι ξύλο γρεντέ (δοκάρι ξύλινο) μακρύ,
ένα μέτρο περίπου, και αμέσως θυμήθηκα τον Σταυρό του Χριστού.
Το πήρα μέσα στο κελλί και το αγκάλιαζα σαν να ήταν ο Σταυρός του Χριστού.
Ώ, πώς χτυπούσε η καρδιά μου! Με αυτό κοιμόμουν!...
-Σκεφτόσασταν, Γέροντα, την Σταύρωση;
-Μόνον την Σταύρωση! Ένιωθα σαν να ήμουν στον Γολγοθά και να είχα αγκαλιασμένο
τον Τίμιο Σταυρό. Αν ήταν ο Τίμιος Σταυρός, δεν ξέρω αν θα ένιωθα κάτι.
Κόντευε να σπάσει η καρδιά μου, και δώσ’ του δάκρυα, δώσ’ του χτύπημα η καρδιά!
Οι τσατμάδες -τα πλευρά- θα έσπαζαν. Έσφιγγα το ξύλο, για να μη σπάσουν τα πλευρά.
Εσείς πιάνετε την φυλλάδα με την Ακολουθία του Σταυρού, ψάλλετε «Σταυρέ του Χριστού,
Χριστιανών η ελπίς», και ο νους σας δεν είναι εκεί. Τότε πώς θα αλλοιωθεί η ψυχή;
Αχ, αν δούλεψη η καρδιά, αν αλλοιωθεί η ψυχή, θα είναι πανηγύρι.
Ξέρετε τι θα πει πανηγύρι;
Όταν κανείς παρακολουθεί και αισθάνεται αυτά που ψάλλει, από εκεί ξεκινάει
και η ευλάβεια, από εκεί έρχεται και η κατάνυξη και όλα, αυτό να πιάνετε τάκ-τάκ
τα θεία νοήματα, για να κεντιέται η καρδιά, να τα νιώθει.
Αν πάη το τηλεγράφημα στην καρδιά, και από μια λέξη κεντιέται ο άνθρωπος, τινάζεται,
αλλοιώνεται πνευματικά, και τα αλλά απλώς τα παρακολουθεί και είναι αλλοιωμένος
μετά σε όλα. Εγώ όταν ακούω το «ιλιγγιά δε νους, και υπερκόσμιος υμνεί σε, Θεοτόκε»,
παθαίνω ίλιγγο εκείνη την στιγμή. Και όταν ακούω το «Ευαγγελίζου, γη, χαράν μεγάλην»,
ξέρετε πώς γίνομαι; Σκιρτά η καρδιά μου, και όλο το σώμα μου τρέμει
από ένα γλυκό ρίγος. Αλλά, αν δεν προσέχει κανείς στα νοήματα,
δεν αλλοιώνεται ούτε η καρδιά ούτε το σώμα.
-Γέροντα, με συγκινούν πολύ τα πατριωτικά τραγούδια.
Το πατριωτικό τραγούδι ξυπνάει την αγάπη για την πατρίδα, τονώνει τον ηρωισμό,
εμψυχώνει και αναστατώνει. Στην Γερμανική Κατοχή ένας τυφλός με μια φλογέρα
ξέρετε πόσους ξεσήκωσε; Πόσο γλυκά και με τι καημό έπαιζε ο καημένος το
«Έχε γεια, καημένε κόσμε»! Πονούσε για το έθνος και ο πόνος του έβγαινε από την φλογέρα!
Άπλωνε το καπέλο του και έλεγε: «Ρίξτε στον τυφλό». Οι Γερμανοί έλεγαν «τυφλός είναι»
και τον άφηναν ελεύθερο του έριχναν και χρήματα! Αυτός όμως έκανε ...ιεραποστολή!
Όπως ήταν απογοητευμένος τότε ο κόσμος, τους άναβε φλόγα μέσα τους και πολλοί
αναστατώνονταν και αποφάσιζαν να πάνε κατ’ ευθείαν στα Τζουμέρκα στον Ζέρβα.
Σκεφτείτε τώρα να ξεσηκώνεσαι από την αγάπη για τον Χριστό!
Εγώ, όταν ακούω εμβατήρια, δεν μπορώ να συγκρατηθώ, με πιάνουν τα κλάματα...
Ο νους μου πηγαίνει στον πόλεμο, στον αγώνα για την απελευθέρωση, στους ήρωες
που σκοτώθηκαν, που έχυσαν το αίμα τους οι καημένοι. Όταν ακούω ένα τροπάριο κατανυκτικό,
συγκλονίζομαι, η καρδιά μου γίνεται σύντριμμα. Ακούω ένα δοξαστικό πασχαλινό, αγάλλομαι.
Και όταν ψέλνω, ο νους μου είναι στον Θεό και φτερουγίζει η καρδιά μου.
Αν ψάλλω κάτι πένθιμο, πονάω, ψάλλω με καημό, πένθιμα.
Αν ψάλλω κάτι χαρούμενο, χαίρομαι. Θέλω να πω ότι ο νους είναι όλη η βάση.
Είναι ο νους στα θεία νοήματα; Τότε αλλοιώνεται ο άνθρωπος πνευματικά,
η καρδιά του φλογίζεται και πως να πη κανείς δέχεται αυτήν την συγκίνηση
την πνευματική με την αγαλλίαση την πνευματική. Αλλά, όταν ο νους του
δεν είναι εκεί που πρέπει, ούτε συγκινείται ούτε αγάλλεται.
(Λόγοι Παϊσίου, τόμος ς΄, Περί προσευχής, Εκδ. Ιερού Ησυχαστηρίου
"Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος", σελ.223-226)