ΚΑΘΟΜΑΣΤΕ κάποτε, με τον Αββά Ποιμένα και πλέκαμε τα πανέρια μας, έλεγε στους αδελφούς ο φίλος του Όσιου, Αββάς Ισαάκ. Ξαφνικά τον βλέπω: να σταματά, να βλέπει στο κενό, σαν να βρισκόταν πολύ μακριά ο νους του.
Το πρόσωπό του να παίρνει έκφραση πόνου και δάκρυα να τρέχουν από τα μάτια του. Τον κοίταζα πολλή ώρα σαστισμένος, μά δεν τολμούσα να του μιλήσω και να τον αποσπάσω από την έκστασή του. Όταν συνήλθε όμως, τον παρακάλεσα πολύ να μην μου κρύψει που ήταν ο λογισμός του όλη αυτή την ώρα.
Κάτω από τον Σταυρό του Ιησού, μου είπε ψιθυριστά, μαζί με την Παρθένο Μαρία, που έκλαιγε απαρηγόρητα. Ώ, πώς επιθύμησα να κλαίω, οπως Εκείνη, κι εγώ πάντοτε!
(Γεροντικό, Σταλαγματιές από την Πατερική Σοφία, Θεοδώρας Χαμπάκη, Εκδόσεις Ορθοδόξου Χριστιανικής αδελφότητας "ΑΓΙΑ ΛΥΔΙΑ", σελ.246)