ΥΠΟΜΝΗΜΑ -Στο κατά Λουκάν Ευαγγέλιο-
Ερμηνεία πατερική & θεολογική του Ευαγγελίου του Λουκά
Το ερμηνευτικό Υπόμνημα του Π.Ν. Τρεμπέλα
μεταφρασμένο στη νεοελληνική γλώσσα
Μετάφραση αρχιμ. Νικόλαος Πουλάδας
Κεφάλαιο 16
Στίχ. 19-31. Η παραβολή του πλουσίου και του Λαζάρου.
16.23 καὶ(1) ἐν τῷ ᾅδῃ(1) ἐπάρας τοὺς ὀφθαλμοὺς αὐτοῦ(3),
ὑπάρχων(4) ἐν βασάνοις(5), ὁρᾷ(6) τον ᾽Αβραὰμ ἀπὸ μακρόθεν
καὶ Λάζαρον ἐν τοῖς κόλποις(7) αὐτοῦ.
23 Στον άδη που ήταν και βασανιζόταν, σήκωσε τα μάτια του και είδε από μακριά
τον Αβραάμ και κοντά του το Λάζαρο.
(1) Οι δύο συνομιλίες, από τις οποίες συντίθεται αυτή η σκηνή, αναφέρονται
η μεν πρώτη στην τύχη του πλουσίου (σ. 23-26), ενώ η δεύτερη σε αυτήν
των αδελφών του (σ. 27-31)(g).
(2) Άδη λέει τον τόπο, στον οποίο διαμένουν οι νεκροί, χωρίς διάκριση
των διάφορων πεδίων ή διαμερισμάτων, τα οποία μπορεί αυτός να περικλείει
μέσα του, μόνο για να αντιθέσει αυτόν με τη γη των ζωντανών (g).
Όλοι όσοι απέρχονται από την ζωή αυτή, μεταβαίνουν εκεί μέχρι την τελική κρίση,
περιλαμβάνει όμως ο Άδης και τον παράδεισο και την γέεννα (κόλαση).
Ότι ο Άδης δεν σημαίνει πάντοτε τη φωτιά της γέεννας και τόπο τιμωρίας,
γίνεται ολοφάνερο από το Πράξ. β 27,31,Γεν. λζ 35,μβ 38,μδ 29,Ιώβ ιδ 13,ιζ 13 κλπ.
Ότι επίσης ο Άδης περικλείει μέσα του και τόπο τιμωρίας, είναι εξίσου σαφές
από το παρόν χωρίο (p). Όπως οι ψυχές των πιστών, αμέσως μόλις ελευθερωθούν
από το φορτίο της σάρκας, εισέρχονται σε κατάσταση χαράς και ευτυχίας,
έτσι και οι πονηρές και στερούμενες από τον αγιασμό ψυχές, αμέσως μόλις
αποσπαστούν από τις ηδονές της σάρκας με τον θάνατο, ρίχνονται σε κατάσταση
δυστυχίας ασταμάτητης και διαρκούς, η οποία θα αυξηθεί πολύ περισσότερο
κατά την γενική ανάσταση. Ο πλούσιος είχε εξ’ ολοκλήρου απορροφηθεί από τις
απολαύσεις των αισθήσεων και για αυτό κατέστησε τον εαυτό του ακατάλληλο
για τις ανώτερες απολαύσεις του πνευματικού κόσμου. Η σαρκική διάνοιά του
και η υλόφρονη ψυχή του παρέμειναν τελείως ξένες με αυτές και καμία ανακούφιση
δεν ήταν δυνατόν να δοκιμάσουν από αυτές. Επειδή μάλιστα υπήρξε και σκληρόκαρδος
απέναντι στη δυστυχία του φτωχού τώρα αντιμετωπίζει και χωρίς έλεος την κρίση,
αφού δεν έδειξε έλεος.
(3) Ο πλούσιος υψώνει τα μάτια του όχι για να πετύχει βοήθεια,
αλλά για να μάθει την φύση της κατάστασής του που μεταβλήθηκε (p).
Αξιοθρήνητο θέαμα παρουσιάζει αυτός από την άβυσσο (b).
(4) Πιο έντονο από το «ήταν».
(5) Έφυγε δηλαδή «από απόλαυση σε κόλαση, από δόξα σε ατιμία, από φως σε σκοτάδι» (Κ).
(6) «Άλλοι Πατέρες λένε ότι ούτε οι δίκαιοι βλέπονται από τους αμαρτωλούς,
ούτε οι αμαρτωλοί από τους δίκαιους· διότι οι μεν είναι στο φως,
ενώ οι άλλοι στο σκοτάδι· απέχουν όμως πολύ μεταξύ τους το φως από το σκοτάδι…
Η παραβολή όμως το βάζει υποθετικά, λόγω της αυτονομίας που έχουν στη διήγηση
οι παραβολές και για να γίνει ο λόγος πιο φοβερός και πειστικός» (Ζ).
(7) Ο πληθυντικός εκφράζει την έκταση από το στήθος μέχρι τα γόνατα (b).
Αντί για τον ενικό του σ. 22, βάζει πληθυντικό για να σημάνει την πληρότητα (g).
Αξιοσημείωτα και τα επόμενα: «Όπως ακριβώς στον Λάζαρο πριν, όταν βρισκόταν
σε τόσα κακά, ήταν προσθήκη συμφορών το να βλέπει τον πλούσιο σε τόσα αγαθά·
έτσι και για τον πλούσιο τώρα, που είναι σε τόσα δεινά, είναι προσθήκη τιμωριών
το να βλέπει τον Αβραάμ σε τόσα αγαθά» (Ζ). «Διότι εγώ νομίζω, ότι βλέποντας αυτήν
την τόσο απότομη μεταβολή των πραγμάτων και αυτόν μεν που ήταν πεταμένος
στον πυλώνα και ξαπλωμένος μπροστά στις γλώσσες των σκυλιών, να απολαμβάνει
τόση παρρησία και να ζει στην αγκαλιά του πατριάρχη, ενώ τον εαυτό του
περιτριγυρισμένο από τόση ντροπή και μαζί με αυτήν να κατατηγανίζεται από τη φωτιά,
τότε ένιωθε μεγαλύτερο τον πόνο» (Χ). Είδε τον Λάζαρο «έτσι ώστε αυτό ακριβώς
που έπαθε ο φτωχός, αυτό να πάθει και ο πλούσιος τώρα με μεγαλύτερη την υπερβολή.
Διότι όπως ακριβώς σε εκείνον έκανε χειρότερο το βάσανο το να είναι πεσμένος
στον πυλώνα του πλουσίου και να βλέπει τα ξένα αγαθά, έτσι λοιπόν και σε αυτόν
έκανε χειρότερη την τιμωρία τώρα το να βρίσκεται στη γέεννα και να βλέπει
την απόλαυση του Λαζάρου, έτσι ώστε να έχει πιο αφόρητη την τιμωρία,
όχι μόνο εξαιτίας του είδους των βασάνων, αλλά και εξαιτίας της τιμής που αξιώθηκε
εκείνος» (Χ).