Συλλογή κειμένων π. Νικόλαος Πουλάδας.
«[για τον ίδιο τον όσιο Μάξιμο] Για αυτό έδινε σ’ αυτούς τις καλύτερες συμβουλές, και χρησιμοποιούσε άλλοτε λόγο ηπιότερο κι άλλοτε σκληρότερο· και άλλοτε παρέδιδε τη διδασκαλία του ομαλή και χωρίς να πληγώνει, και άλλοτε την παρουσίαζε αυστηρή κι αγέλαστη, ανάλογα με το πώς έβλεπε τον καθένα ως προς την παιδεία και τη φύση του. Και αυτός βέβαια αυτή τη στάση κρατούσε προς τους υποτακτικούς του και με τέτοια διάθεση ασκούσε την επιστασία» (Φιλοκαλία εκδ.ΕΠΕ τόμ.15 Γ,σ. 285)
«Ο Θεός πρόβαλλε πάνω στη γη αντί του εαυτού του την ιερωσύνη χειροτονώντας τους ιερείς, με σκοπό και να τον βλέπουμε σωματικά, και τα μυστήριά του να μην παύσουν να γίνονται φανερά σε εκείνους που έχουν τη δύναμη να τα βλέπουν»(15Β,375)
«Η αληθινή ιερωσύνη, που είναι η σφραγίδα σε όλα της μακάριας θεότητας πάνω στη γη… Τέλος της αληθινής ιερωσύνης είναι να θεοποιείται με αυτά και να θεοποιεί»(15Β,409)
«Όποιος μόνο με τον τρόπο συμπεριφοράς υποκρίνεται τον φόβο του Θεού, σε τίποτε απολύτως δεν διαφέρει από τον πίθηκο που αντιγράφει τα ήθη και τα σχήματα των ανθρώπων. … Κι αυτός που μιμείται τα ήθη εκείνων που φοβούνται αληθινά τον Κύριο για να εξαπατά όσους τον βλέπουν, χωρίς όμως να έχει και την ίση εσωτερική ψυχική διάθεση μ’ εκείνους εμποτισμένη από τον θείο φόβο, είναι ένας άλλος Σαδουκαίος ή Γραμματεύς, και όντας τέτοιος και ονομαζόμενος, ο όποιος σώζει το σχήμα της ευλάβειας με εξωτερική κοσμιότητα, υστερεί όμως εντελώς από το πράγμα εξαιτίας της ακάθαρτης φιλίας προς τα πάθη της κρυμμένης κάπου στο βάθος της ψυχής»(15Β,367)
«Όποιος ορίζει ότι η σύνεση εκδηλώνεται μόνο με την απλή προφορά των θείων λόγων, μοιάζει με παπαγάλο που μιμείται τ’ ανθρώπινα λόγια. Γιατί αυτό και μόνο από όλα τα φτερωτά διδάσκεται και υποκρίνεται τ’ ανθρώπινα λόγια, ενώ δεν έχει στη φύση του τίποτε το ανθρώπινο, όπως ακριβώς κι όποιος μιμείται τους λόγους των αληθινά συνετών ως το βαθμό μόνο της απλής εκφώνησης για να καταπλήξει εκείνους που τον ακούν, ενώ δεν έχει την έξη της γνώσης εμποτισμένη με την εκτέλεση των αρετών, είναι και ονομάζεται αληθινά ένας άλλος Φαρισαίος ή αξιόμεμπτος ιερέας, αφού υποκρίνεται τη σύνεση μόνο με την προφορά των λόγων, ενώ στερείται τελείως την ίδια τη σοφία που υπάρχει μέσα στα έργα, και γι’ αυτό με μεγάλη ιδέα και με την αλαζονεία της οίησης που τροφοδοτεί την υπερηφάνεια του νου του, ορθώνεται εναντίον του λόγου της αλήθειας, μη γνωρίζοντας, όπως φαίνεται, ότι είναι ολοφάνερα θεολογία δαιμόνων η χωρίς την πράξη γνώση εκείνων που από φιλοδοξία έχουν μεγάλη έπαρση γι’ αυτή, που έχει τον Ιησού να την κατηγορεί απερίφραστα, τον Ιησού που τάχα αυτός θεολογεί, κι αν ακόμα δεν το αισθάνεται κυριαρχημένος από το πάθος.
Γι’ αυτό ας νιώσομε κι εμείς μεγάλο φόβο για το Θεό κι ας απαλλάξουμε τον εαυτό μας από κάθε ρύπο της σάρκας και του πνεύματος»(15Β,369)
«Πολλοί είμαστε εκείνοι που διδάσκουμε, αλλά λίγοι είμαστε εκείνοι που κάνουμε αυτό που διδάσκουμε. Όμως το λόγο του Θεού δεν πρέπει κανένας να τον νοθεύει εξ αιτίας της αμέλειάς του, αλλά να ομολογεί την αδυναμία και να μη κρύβει την αλήθεια του Θεού, ώστε να μην είμαστε άξιοι κατηγορίας μαζί με την παράβαση των εντολών, και για την παρερμηνεία και νοθεία του λόγου του Θεού»(14,343-5)
«Μην ανέχεσαι ν’ ακούς κακόλογα εναντίον του πνευματικού πατέρα σου, ούτε να κάνεις πιο πρόθυμο εκείνον που ομιλεί προσβλητικά γι’ αυτόν, για να μην οργισθεί ο Κύριος για τα έργα σου και σε εξαφανίσει από τη γη των ζώντων.
Αποστόμωνε εκείνον που γεμίζει τ’ αυτιά σου με κακόλογα, για να μη προξενήσεις στον εαυτό σου μαζί μ’ αυτόν διπλή αμαρτία· και συνηθίζοντας τον εαυτό σου στο ολέθριο αυτό πάθος, και μη σταματώντας εκείνον να φλυαρεί εναντίον του πλησίον σου»(14,191)
«Μην πληγώσεις ποτέ κάποιον από τους αδελφούς σου και μάλιστα παράλογα, για να μη συμβεί κάποτε, μη υποφέροντας τη θλίψη, να εγκαταλείψει την προσπάθεια, αλλά και συ δεν θ’ αποφύγεις ποτέ τον έλεγχο της συνειδήσεως, που θα σου προξενεί πάντοτε λύπη κατά την ώρα της προσευχής και θ’ απομακρύνει το νου σου από την παρρησία απέναντι στο Θεό» (14,195)
«Να μη ανέχεσαι τις υπόνοιές σου ή και άλλων ανθρώπων για σκάνδαλα σε βάρος ορισμένων άλλων. Διότι εκείνοι που παραδέχονται σκάνδαλα που συμβαίνουν με οποιονδήποτε τρόπο ή με τη διάθεση της ψυχής ή χωρίς αυτήν, δεν γνωρίζουν την οδό της ειρήνης που οδηγεί με την αγάπη τους εραστές αυτής στη γνώση του Θεού» (14,195)
«Δεν είναι μία η αιτία εκείνων που διαπράττουν έμπρακτα την ίδια αμαρτία, αλλά διάφορες. Για παράδειγμα άλλο το ν’ αμαρτάνει κανείς από συνήθεια, και άλλο παρασυρόμενος προς στιγμή· διότι αυτός ούτε πριν από την αμαρτία είχε αυτήν στη σκέψη του, ούτε την έχει μετά την αμαρτία, αλλά και λυπάται υπερβολικά για τη διάπραξη αυτής. Το αντίθετο όμως συμβαίνει με εκείνον που διαπράττει αυτήν από συνήθεια· διότι και πριν διαπράξει αυτήν δεν έπαυε ν’ αμαρτάνει με τη σκέψη του, και μετά τη διάπραξη εξακολουθεί να έχει την ίδια διάθεση»(14,297)