ΜΑΝΗΣ (216-277)
Ο Μάνης γεννήθηκε στη Βαβυλωνία το 216, έγινε ιδρυτής νέας θρησκείας, του Μανιχαϊσμού, και πέθανε το 277. Στον πατέρα του Palek ώφειλε τη βαθειά του θρησκευτικότητα, τη σχέση του με την αίρεση των βαπτιστών, την άρνηση του κόσμου (κρέατος, γάμου, σεξ) και τη ροπή για οράσεις (αποκαλύψεις). Μορφώθηκε στη γενέτειρά του, όπου γνώρισε τον ιουδαιοχριστιανισμό, το γνωστικισμό, τον ιρανικό ζωροαστρισμό και στοιχεία θρησκειών που προέρχονταν από τα βάθη της Ασίας (βραχμανισμό, βουδισμό κ.ά.). Σχετίσθηκε πολύ με τη δυναστεία των Σασσανιδών και ταξίδεψε σε ξένες χώρες, όπως στις Ινδίες (Μπαλουτχιστάν). Ανήκε σε μια από τις αιρέσεις βαπτιστών, αλλά είχε ισχυρή συγκρητιστική διάθεση, γι’ αυτό προχώρησε στη δημιουργία δικής του οργανωμένης θρησκείας, της οποίας βασικά χαρακτηριστικά ήσαν α) η αποκαλυπτικότητά της, β) η ανωτερότητά της έναντι των άλλων θρησκειών-αποκαλύψεων, γ) η αγνότητα και η διαρχία και δ) η απόρριψη του κόσμου, δηλαδή ο εγκρατιτισμός, η αποφυγή του γάμου και του σεξ. Η σύγχρονη έρευνα, χωρίς να παραγνωρίζει ότι στο σύστημα του Μάνη έχομε κράμα θρησκευτικών αντιλήψεων, επισημαίνει τη μεγάλη επίδραση των ιουδαιοχριστιανικών κύκλων της περιοχής.
Ο Μάνης είχε συνείδηση αποστόλου και άρχισε το αποστολικό του έργο, όταν έλαβε τη δεύτερη αποκάλυψη το 240, σε ηλικία 24 ετών. Το 242 με 244 συνώδευσε το βασιλέα Σαπούρ στην εκστρατεία εναντίον του ρωμαίου αυτοκράτορα Γορδιανού Γ' και πιθανόν εκεί να συνάντησε το μεγάλο νεοπλατωνικό φιλόσοφο Πλωτίνο, που και αυτός συνόδευε το ρωμαίο μονάρχη, για να γνωρίση καλύτερα την Ανατολή.
Μέχρι πριν από μερικές δεκαετίες γνωρίζαμε για το Μάνη (και το μανιχαϊσμό) αυτά που του προσέγραφαν όσοι εκκλησιαστικοί συγγραφείς έγραψαν εναντίον του. Σήμερα με βάση νεοανακαλυφθέντα κείμενα γνωρίζομε πολλά για τη δράση του Μάνη και τις αντιλήψεις του Μανιχαϊσμού γενικότερα. Τα κείμενα είναι στην παρθική, την περσική και την κοπτική (Oμιλίαι, Κεφάλαια, Ψαλμοί). Γνωρίζομε ακόμα ό τι ο Μάνης έγραψε ο ίδιος βιβλία, για τα οποία όμως διαθέτομε λίγα στοιχεία. Έτσι π.χ. πριν από μερικά χρόνια βρέθηκε κώδικας (Ρ. Colon, inv. Nr. 4780) του Ε' αι., όπου έχουν καταγραφή και γνώμες από έργα του ίδιου του Μάνη σε μετάφραση ελληνική.
Μανιχαϊσμός
Ο μανιχαϊσμός είναι κράμα ανατολικών θρησκευτικών αντιλήψεων και χριστιανισμού, ανήκει όμως βασικά στο χώρο των γνωστικών συστημάτων. Πέτυχε να διακριθή σε ιδιαίτερα επιβλητικό σύστημα, έδρασε ανεξάρτητα και για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα από το γνωστικισμό και απείλησε με ιδιαίτερα οξύ τρόπο τη γνησιότητα πολλών τοπικών Εκκλησιών. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο μιλάμε περί μανιχαϊσμού στο πλαίσιο των θρησκειών που ήρθαν σ’ επαφή με την Εκκλησία.
Ιδρυτής του μανιχαϊσμού είναι ο Μάνης (216-277), που γεννήθηκε στη Βαβυλωνία σε περιβάλλον γνωστικό και βαθειά θρησκευτικό. Την αποστολή του άρχισε το 240 μετά από οράματα. Η διδασκαλία του απαρτίσθηκε από χριστιανικά, βουδιστικά, ζωροαστρικά και γνωστικά στοιχεία και ήταν αυστηρά διαρχική. Με το σύστημά του, το οποίο διατύπωσε σε σειρά βιβλίων, νόμιζε ότι πέτυχε τη συνένωση της όλης αληθείας που είχαν εκφράσει μέχρι τότε όλοι μαζί οι προφήτες και σοφοί που προηγήθηκαν (Αδάμ, Σηθ, Ενώχ, Νώε, Αβραάμ, Βούδας, Ζωροάστρης, Ιησούς κλπ.). Ο Μάνης αποτελούσε τη συνισταμένη και το πλήρωμα της αποκαλύψεως, την οποία πίστευε ότι θα επιβάλει σ’ Ανατολή και Δύση, κάτι που δεν κατώρθωσαν οι προηγούμενοι προφήτες. Βασική επιδίωξη του μανιχαϊσμού είναι η γνώση, που προσφέρει τη λύτρωση και που βασίζεται στη διάκριση δύο αντιθέτων δυνάμεων, του καλού και του κακού. Το Καλό είναι ο Θεός, η αλήθεια, το φως. Το Κακό είναι το σκότος, η υλη, στην οποία και με την οποία ζη ο άνθρωπος, με αποτέλεσμα τον πόνο, την άγνοια, την εξορία από το φως και την αλήθεια.
O άνθρωπος παρά το συμφυρμό του με την ύλη δεν έπαψε ν’ αποτελή μέρος της αιώνιας θείας ουσίας, στην οποία επανέρχεται καθολικώτερα με τη γνώση, που στην περίπτωση του μανιχαΐσμού συνδέεται άρρηκτα με την
άσκηση. Για τη γνωστική αυτή λύτρωση απαιτείται φωτισμός εσωτερικός, που συντελείται με τη μύηση του πιστού στη μανιχαϊκή κοινότητα. Η περιφρόνηση της ύλης γενικά και της σάρκας ειδικά γίνονται σταθερά χαρακτηριστικά του κινήματος τούτου και ισχυρά μέσα προς απελευθέρωση του φωτεινού στοιχείου, που βρίσκεται αιχμαλωτισμένο στην ύλη και στον ίδιο τον άνθρωπο. Ο Μάνης, που συχνά υπέγραφε ως «Μάνης απόστολος Ιησού Χριστού» είχε συνείδηση ελευθερωτή και οργάνου του Παρακλήτου, το οποίο είχε υποσχεθή στους ανθρώπους ο Κύριος (Ιωάν. 14, 26 και 16, 13). Γρήγορα ο Μάνης διαπίστωσε ότι χωρίς τους αμαρτωλούς και γήινους δεν θα μπορούσε να εξασφάλιση την επιβίωση της θρησκείας του, αφού οι πιστοί δεν έπρεπε να τεκνοποιούν. Έτσι διέκρινε τους οπαδούς του σε τελείους (ή εκλεκτούς) και κατηχουμένους. Οι τελευταίοι δεν ήσαν υποχρεωμένοι να τηρούν τον αυστηρό ηθικό νόμο κι έτσι προσέφεραν με τις αμαρτίες και το γάμο τους νέους οπαδούς στο μανιχαϊσμό.
Την οργάνωση του μανιχαϊσμού πραγματοποίησε κυρίως ο διάδοχος (281) του Μάνη Σισσίνιος, που χειροτόνησε 12 αποστόλους, 72 επισκόπους και πλήθος πρεσβυτέρων και διακόνων με δικαιοδοσία στην Ασία, την Αφρική και την Ευρώπη, όπου με ταχύτητα διαδόθηκε η συγκρητιστική αυτή θρησκεία. Η λατρεία και η τελετουργία του ήσαν μάλλον απλές και προπαντός απαλλαγμένες από μυστηριακό χαρακτήρα. Το βάπτισμα, που γινόταν με την επίθεση των χειρών, και η ευχαριστία, που ήταν συνηθισμένο δείπνο, δεν απαιτούσαν ναούς.
Τα πολλά συγγενή προς το χριστιανισμό στοιχεία του μανιχαϊσμού δημιουργούσαν συχνά σύγχυση στα μέλη πολλών τοπικών Εκκλησιών. Τούτο είχε σαν αποτέλεσμα τη δημιουργία στους κόλπους της Εκκλησίας αντιμανιχαϊκής γραμματείας προς διαφώτιση και προφύλαξη των πιστών. Έτσι έχομε τα αντιμανιχαϊκά έργα του Σεραπίωνα Θμούεως, του Διδύμου Τυφλού, του Ηγεμονίου, του Τίτου Βόστρων, του Αυγουστίνου, του Ιωάννου Δαμασκηνού, του Φωτίου, του Εφραίμ του Σύρου, του Πέτρου Σικελιώτη κ.ά. Τα αντιμανιχαϊκά μάλιστα έργα της βυζαντινής περιόδου μαρτυρούν τη δράση της θρησκείας αυτής και μετά τον Ζ' αιώνα, έστω και μέσω του Παυλικιανισμού, των Βογομίλων, των Βαλδίων, των Καθαρών κλπ. Άλλωστε γνωρίζομε ότι στην Κίνα ο μανιχαϊσμός αποτελούσε την επίσημη θρησκεία ορισμένων κρατών μέχρι τον ΙΓ' αιώνα. (Στυλιανού Παπαδόπουλου Πατρολογία Α,143-144 & 464-465)