Μυστήριο ξένον, λέγει ο Υμνωδός, τη Γέννηση του Χριστού, το να γεννηθή σαν άνθρωπος, όχι κανένας προφήτης, όχι κανένας άγγελος, αλλά ο ίδιος ο Θεός!
Ο άνθρωπος, θα μπορούσε να φθάσει σε μία τέτοια πίστη; Οι φιλόσοφοι και οι άλλοι τετραπέρατοι σπουδασμένοι ήτανε δυνατό να παραδεχθούν ένα τέτοιο πράγμα; Από την κρισάρα της λογικής τους δεν μπορούσε να περάσει η παραμικρή ψευτιά, όχι ένα τέτοιο τερατολόγημα! Ο Πυθαγόρας, ο Εμπεδοκλής κι άλλοι τέτοιοι θαυματουργοί, που ήτανε και σπουδαίοι φιλόσοφοι, δε μπορέσανε να τους κάνουνε να πιστέψουνε κάποια πράγματα πολύ πιστευτά, και θα πιστεύανε ένα τέτοιο τερατολόγημα; Γι᾿ αυτό ο Χριστός γεννήθηκε ανάμεσα σε απλούς ανθρώπους, ανάμεσα σε απονήρευτους τσοπάνηδες, μέσα σε μία σπηλιά, μέσα στο παχνί, που τρώγανε τα βόδια.
Κανένας δεν τον πήρε είδηση, μέσα σε εκείνον τον απέραντο κόσμο, που εξουσιάζανε οι Ρωμαίοι, για τούτο είχε πει ο προφήτης Γεδεών, πως θα κατέβαινε ήσυχα στον κόσμο, όπως κατεβαίνει η δροσιά απάνω στο μπουμπούκι του λουλουδιού, «ως υετός επί πόκον». Ανάμεσα σε τόσες μυριάδες νεογέννητα παιδιά, ποιος να πάρει είδηση το πιο πτωχό από τα πτωχά, εκείνο που γεννήθηκε όχι σε καλύβι, όχι σε στρούγκα, αλλά σε μία σπηλιά; Και κείνη ξένη, γιατί την είχανε οι τσομπαναρέοι να σταλιάζουνε τα πρόβατά τους.
Το «υπερεξαίσιον και φρικτόν μυστήριο» της Γεννήσεως του Χριστού έγινε τον καιρό που βασίλευε ένας μοναχά αυτοκράτορας απάνω στη γη, ο Αύγουστος, ο ανιψιός του Καίσαρα, ύστερα από μεγάλη ταραχή και αιματοχυσία ανάμεσα στον Αντώνιο από τη μία μεριά, και στον Βρούτο και τον Κάσσιο από την άλλη. Τότε γεννήθηκε κι ο ένας και μοναχός πνευματικός βασιλιάς, ο Χριστός. Κι᾿ αυτό το λέγει η ποιήτρια Κασσιανή στο δοξαστικό που σύνθεσε, και που το ψέλνουνε κατά τον Εσπερινό των Χριστουγέννων: «Αυγούστου μοναρχήσαντος επί της γης, η πολυαρχία των άνθρωπων επαύσατο. Καί Σού ενανθρωπήσαντος εκ της αγνής η πολυθεία των ειδώλων κατήργηται. Υπό μίαν βασιλείαν εγκόσμιον αι πόλεις γεγένηνται. Καί εις μίαν δεσποτείαν Θεότητος τα έθνη επίστευσαν…».
Εξακόσια χρόνια προ Χριστού ο βασιλιάς Ναβουχοδονόσορ είδε στο Όνειρό του, πως βρέθηκε μπροστά του ένα θεόρατο φοβερό άγαλμα, καμωμένο από χρυσάφι, ασήμι, χάλκωμα, σίδερο και σεντέφι: Κι άξαφνα ένας βράχος ξεκόλλησε από ένα βουνό και χτύπησε το άγαλμα και το ῾κανε σκόνη. Και σηκώθηκε ένας δυνατός άνεμος και σκόρπισε τη σκόνη, και δεν απόμεινε τίποτα. Ο βράχος όμως που τσάκισε το άγαλμα έγινε ένα μεγάλο βουνό, και σκέπασε όλη τη γη. Τότε ο βασιλιάς φώναξε τον προφήτη Δανιήλ και ζήτησε να του εξήγησει το όνειρο..
Κι ο Δανιήλ το εξήγησε καταλεπτώς, λέγοντας πως τα διάφορα μέρη του αγάλματος ήτανε οι διάφορες βασιλείες, που θα περνούσανε από τον κόσμο ύστερα από τον Ναβουχοδονόσορα και πως στο τέλος ο Θεός θα αναστήσει κάποια βασιλεία που θα καταλύσει όλες τις βασιλείες, όπως ο βράχος που είχε δει στο ενύπνιό του εξαφάνισε το άγαλμα με τα πολλά συστατικά του: «Καί εν ταίς ημέραις των βασιλέων εκείνων, αναστήσει ο Θεός του ουρανού βασιλείαν, ήτις εις τους αιώνας ου διαφθαρήσεται», «κάποιο βασίλειο, λέγει, που δεν θα καταλυθεί ποτέ στους αιώνες των αιώνων».
Αυτή η βασιλεία η αιώνια, η άφθαρτη, είναι η βασιλεία του Χριστού, η βασιλεία της αγάπης στις ψυχές των ανθρώπων και ιδρύθηκε με την αγία Γέννηση του Κυρίου που γιορτάζουμε σήμερα. Και επειδή είναι τέτοια βασιλεία, γι᾿ αυτό θα είναι αιώνια, γι᾿ αυτό δεν θα χαλάσει ποτέ, όπως γίνεται με τις άλλες επίγειες και υλικές βασιλείες. Όπως ο βράχος μεγάλωνε κι έγινε όρος μέγα και σκέπασε τη γη, έτσι και το κήρυγμα του Ευαγγελίου ξαπλώθηκε σ᾿ όλη την οικουμένη, με το κήρυγμα των Αποστόλων: «Εις πάσαν την γην εξήλθεν ο φθόγγος αυτών, και εις τα πέρατα της οικουμένης τα ρήματα αυτών»..
Ώστε βγήκε αληθινή η αρχαιότερη προφητεία του Ιακώβ, πως σαν πάψει η εγκόσμια εξουσία των Ιουδαίων, θα έρθει στον κόσμο εκείνος που προορίστηκε, «η προσδοκία των εθνών».
Είναι ολότελα ακατανόητο, για το πνεύμα μας, το ότι κατέβηκε ο Θεός ανάμεσά μας σαν άνθρωπος συνηθισμένος και μάλιστα σαν ο φτωχότερος από τους φτωχούς. Αυτή τη μακροθυμία μονάχα άγιες ψυχές είναι σε θέση να τη νιώσουνε αληθινά, και να κλάψουνε από κατάνυξη.
(ΦΩΤΗ ΚΟΝΤΟΓΛΟΥ, "ΧΡΙΣΤΟΥ ΓΕΝΝΗΣΙΣ, ΤΟ ΜΕΓΑ ΜΥΣΤΗΡΙΟΝ", εκδ. ΑΡΜΟΣ, ΑΘΗΝΑ 2001)