Ο Θεός αποκαλύπτεται στους ταπεινούς (Από το Γεροντικόν)
ΕΝΑΣ Ερημίτης κάποτε νήστεψε συνέχεια εβδομήντα εβδομάδες και παρακαλούσε τον Θεό να του φανερώση την έννοια κάποιου γραφικού ρητού που δε μπορούσε να την καταλάβη. Επειδή όμως δεν του την φανέρωσε ο Θεός, είπε μια μέρα στον εαυτό του:
— Γιατί να κοπιάζω και να περιμένω άσκοπα; δεν πάω να ρωτήσω τον γείτονά μου Γέροντα; Ίσως εκείνος να γνωρίζη.
Μόλις όμως ξεκίνησε να πάη, του έστειλε ο Θεός Άγγελο και του φανέρωσε εκείνο που ζητούσε.
— Γιατί τόσον καιρό δεν ερχόσουν; τον ρώτησε ο Γέροντας.
— Για να ταπεινωθής και να ζητήσης τη συμβουλή άλλου, αποκρίθηκε ο Άγγελος.
* * *
ΠΗΓΑΝ κάποτε μερικοί Γέροντες να επισκεφθούν τον Όσιο Αντώνιο. Μαζί τους ήταν κι ο Αββάς Ιωσήφ. Ο Μέγας Πατήρ, για να τους δοκιμάση, διάλεξε κάποιο Γραφικό ρητό και ρώτησε έναν-έναν να ειπή την ερμηνεία του. Άρχισε τότε ο καθένας να το ξηγή σύμφωνα με τις γνώσεις του.
— Δεν το βρήκες, απαντούσε σ' όλους ο Όσιος.
Έφτασε κι η σειρά του Αββα 'Ιωσήφ.
— Τι λες εσύ γι' αυτό, Ιωσήφ; τον ρώτησε ο Μέγας Αντώνιος.
— Εγώ δε γνωρίζω απ' αυτά, αποκρίθηκε εκείνος.
— Ο Αββας Ιωσήφ έδωσε τη σωστή απάντησι, είπε τότε ο Όσιος, θαυμάζοντας την ταπεινοσύνη του.
* * *
ΕΙΔΑ κάποτε το διάβολο, έξω από το κελλί του μαθητού μου, έλεγε ένας διορατικός Γέρων, να παραμονεύη. Έρριξα τότε μια ματιά μέσα να ιδώ τι έκανε εκείνος. Είχε ανοικτή εμπρός του την Αγία Γραφή κι ήταν βυθισμένος στη μελέτη. Μόλις τελείωσε το διάβασμα κι' έκλεισε το βιβλίο, ώρμησε μέσα ο διάβολος να τον πειράξη.
(Γεροντικόν, μοναχής Θεοδώρας Χαμπάκη, εκδ. Λυδία)