Ξεκίνησε κάποτε ο αββάς Δανιήλ να επισκεφτεί ένα πνευματικό Γέροντα πολύ βαθειά στην έρημο.
Τον βρήκε η νύχτα στο δρόμο κι επειδή δεν είχε άλλο καταφύγιο, μπήκε σε μία πυραμίδα από κείνες που υψώνονται στην Αιγυπτιακή πεδιάδα.
Διάλεξε ένα κρανίο, από τα πολλά που βρήκε μέσα, το έβαλε προσκεφάλι και ξάπλωσε να κοιμηθεί.
Οι δαίμονες θαύμασαν την τόλμη του και για να τον φοβίσουν άρχισαν να κουβεντιάζουν μεταξύ τους.
- Έλα μαζί μας στο λουτρό, κυρία, φώναζαν, σαν αν μιλούσαν σε γυναίκα.
- Δεν μπορώ, ακούστηκε γυναικεία τάχα φωνή, σαν να έβγαινε από το κρανίο, που είχε για προσκέφαλο ο αββάς. Έχω ξένο από πάνω μου.
Ο όσιος, όχι μόνο δεν φοβήθηκε, αλλά έδωσε ένα γερό χτύπημα στο κρανίο, λέγοντας:
- Αν δεν μπορείς να ησυχάσεις, πήγαινε στο σκότος το εξώτερο.
- Μας νίκησες, μας νίκησες, φώναξαν οι δαίμονες κι έφυγαν ντροπιασμένοι.
(Γεροντικόν Θεοδώρας Χαμπάκη, εκδ. Λυδία σελ. 397)