Το 1916-17, γράφει ο π. Γαβριήλ ο Διονυσιάτης, βρισκόταν στο Ορφάνι του Παγγαίου υπεύθυνος σε ένα μετόχι της Μονής του. Στην περιοχή εκείνη στάθμευε τότε μεραρχία του στρατού. Μια ομάδα αξιωματικών, μυημένοι στον πνευματισμό, συνήθιζαν να συγκεντρώνονται τα βράδια γύρω από το τραπέζι, και με τη μεσολάβηση ενός στρατιώτη-μέντιουμ καλούσαν τα πνεύματα του βασιλέως Γεωργίου, του Τρικούπη και άλλων διάσημων νεκρών. Όταν το τραπεζάκι κουνιόταν –σημείο ότι άρχισε η επικοινωνία με το «πνεύμα»- έκαναν ερωτήσεις· και εκ μέρους του «πνεύματος» απαντούσε ο στρατιώτης μέντιουμ.
Έτυχε ένα βράδυ σε μια τέτοια σύναξη να παρευρίσκεται και ο π. Γαβριήλ. Κατάλαβε ότι η όλη προσπάθεια ήταν επίκληση δαιμόνων. Όταν έφυγαν βρήκε την ευκαιρία να επικολλήσει κάτω από το τραπέζι δύο κεριά σε σχήμα Σταυρού. Όταν ξαναπήγαν και προσπάθησαν να επαναλάβουν την επίκληση των «πνευμάτων», δοκίμασαν οδυνηρή έκπληξη. Ενώ καλούσαν ώρα πολλή, το τραπεζάκι δεν κουνιόταν από την θέση του και το «πνεύμα» δεν έκανε την εμφάνισή του. Άρχισαν να ερευνούν παραξενεμένοι μήπως κάποιος κάρφωσε το τραπέζι στο πάτωμα! Και ερευνώντας ανακάλυψαν τον Σταυρό από κερί κάτω από το τραπέζι.
«Το έκανα για να πεισθείτε ότι στην πράξη σας κρύβεται δαιμονική ενέργεια, τους είπε ο π. Γαβριήλ.
Δεν το παραδέχτηκαν. Και άρχισαν να αραδιάζουν διάφορες πνευματιστικές θεωρίες, ότι τάχα το κερί σαν ουσία είναι «δέκτης καλός» και για αυτό συγκεντρώνει το … ρεύμα της επικοινωνίας κλπ.
«Καλά, τους είπε τότε ο π. Γαβριήλ. Αφού φταίει το κερί αφαιρέστε το. Αλλά να μου επιτρέψετε να κάνω κάτι άλλο».
Και αφού άναψε το ένα κερί, σχημάτισε με τον καπνό ένα Σταυρό κάτω από το τραπέζι. Μετά τούς είπε να κάνουν τις επικλήσεις τους. Άρχισαν αυτοί και πάλι να καλούν· αλλά το τραπεζάκι πάλι έμενε ακίνητο· δεν γινόταν τίποτα. Αναγκάστηκαν τότε εκ των πραγμάτων να παραδεχτούν ότι δεν είχαν να κάνουν με επικοινωνία πνευμάτων νεκρών ανθρώπων, αλλά με το Διάβολο!
Με αυτόν δηλ. που «ως λέων ωρυόμενος περιπατεί ζητών τίνα καταπίη» αλλά και που η δύναμή του και οι παγίδες του κυριολεκτικά συντρίβονται μπροστά στη δύναμη του Τίμιου Σταυρού. «Φρίττει γαρ και τρέμει μη φέρων καθοράν αυτού την δύναμιν»»
(περιοδικό Λυχνία Νικοπόλεως φ. 54,2 στο βιβλίο Εκκλησία και Αποκρυφισμός αρχ. Ιωάννου Κωστώφ σελ. 37-38)